- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πρακτέος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: prakteos 고전 발음: [락떼오] 신약 발음: [락때오]

기본형: πρακτέος πρακτέα πρακτέον

형태분석: πρακτε (어간) + ος (어미)

어원: πράσσω의 분사형

  1. to be done
  2. one must do

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πρακτέος

(이)가

πρακτέα

(이)가

πρακτέον

(것)가

속격 πρακτέου

(이)의

πρακτέας

(이)의

πρακτέου

(것)의

여격 πρακτέῳ

(이)에게

πρακτέᾳ

(이)에게

πρακτέῳ

(것)에게

대격 πρακτέον

(이)를

πρακτέαν

(이)를

πρακτέον

(것)를

호격 πρακτέε

(이)야

πρακτέα

(이)야

πρακτέον

(것)야

쌍수주/대/호 πρακτέω

(이)들이

πρακτέα

(이)들이

πρακτέω

(것)들이

속/여 πρακτέοιν

(이)들의

πρακτέαιν

(이)들의

πρακτέοιν

(것)들의

복수주격 πρακτέοι

(이)들이

πρακτέαι

(이)들이

πρακτέα

(것)들이

속격 πρακτέων

(이)들의

πρακτεῶν

(이)들의

πρακτέων

(것)들의

여격 πρακτέοις

(이)들에게

πρακτέαις

(이)들에게

πρακτέοις

(것)들에게

대격 πρακτέους

(이)들을

πρακτέας

(이)들을

πρακτέα

(것)들을

호격 πρακτέοι

(이)들아

πρακτέαι

(이)들아

πρακτέα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Μὴ πολυπραγμονῶμεν, ὅτε ἄμεινον ἐκεῖνος οἶδε τὰ πρακτέα. (Lucian, Dialogi Marini, notus and zephuros, chapter 2 1:2)

    (루키아노스, Dialogi Marini, notus and zephuros, chapter 2 1:2)

  • ὥστε ὡρ´α σκοπεῖν ὅ τι καὶ πρακτέον ἢ ὅπως αὐτοὺς μετελευστέον. (Lucian, Fugitivi, (no name) 22:2)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 22:2)

  • συνεληλύθατε γὰρ ὡς δέον ὑμᾶς ἐξ ἁπάντων τῶν ῥηθέντων ἐκλέξασθαι τὸ βέλτιστον, ὥσπερ δ ἤδη σαφῶς εἰδότες ὃ πρακτέον ἐστὶν οὐ θέλετε ἀκούειν πλὴν τῶν πρὸς ἡδονὴν δημηγορούντων. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 16 3:1)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 16 3:1)

  • τὰ δὲ ἄλλα ὡσαύτως παραφυλάσσειν, ὅσα ἐπὶ ταῖς θηλείαις ἤδη μοι λέλεκται ὅπως πρακτέον. (Arrian, Cynegeticus, chapter 26 3:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 26 3:1)

  • παρασιτική ἐστιν τέχνη ποτέων καὶ βρωτέων καὶ τῶν διὰ ταῦτα λεκτέων καὶ πρακτέων,^ τέλος δὲ αὐτῆς τὸ ἡδύ. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 9:5)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 9:5)

유의어

  1. to be done

  2. one must do

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION