헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσαγορευτέος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσαγορευτέος προσαγορευτέᾱ προσαγορευτέον

형태분석: προσαγορευτε (어간) + ος (어미)

어원: prosagoreu/w의 분사형

  1. to be called or named
  2. one must call

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 προσαγορευτέος

(이)가

προσαγορευτέᾱ

(이)가

προσαγορευτέον

(것)가

속격 προσαγορευτέου

(이)의

προσαγορευτέᾱς

(이)의

προσαγορευτέου

(것)의

여격 προσαγορευτέῳ

(이)에게

προσαγορευτέᾱͅ

(이)에게

προσαγορευτέῳ

(것)에게

대격 προσαγορευτέον

(이)를

προσαγορευτέᾱν

(이)를

προσαγορευτέον

(것)를

호격 προσαγορευτέε

(이)야

προσαγορευτέᾱ

(이)야

προσαγορευτέον

(것)야

쌍수주/대/호 προσαγορευτέω

(이)들이

προσαγορευτέᾱ

(이)들이

προσαγορευτέω

(것)들이

속/여 προσαγορευτέοιν

(이)들의

προσαγορευτέαιν

(이)들의

προσαγορευτέοιν

(것)들의

복수주격 προσαγορευτέοι

(이)들이

προσαγορευτέαι

(이)들이

προσαγορευτέα

(것)들이

속격 προσαγορευτέων

(이)들의

προσαγορευτεῶν

(이)들의

προσαγορευτέων

(것)들의

여격 προσαγορευτέοις

(이)들에게

προσαγορευτέαις

(이)들에게

προσαγορευτέοις

(것)들에게

대격 προσαγορευτέους

(이)들을

προσαγορευτέᾱς

(이)들을

προσαγορευτέα

(것)들을

호격 προσαγορευτέοι

(이)들아

προσαγορευτέαι

(이)들아

προσαγορευτέα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • γέρα γὰρ αὐτοῖσ ταὐτὰ τοῖσ τὠλύμπια νικῶσι δίδοται χρηστότητοσ εἵνεκα, σίτησισ, οὗ γὰρ μὴ τίθενται συμβολαί, πρυτανεῖα ταῦτα πάντα προσαγορευτέα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 32 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 32 2:1)

  • ἆρα οὐ δοκεῖ σοι τῷ τε αὑτῆσ ὀνόματι ἀεὶ προσαγορευτέα εἶναι καὶ τῷ τοῦ περιττοῦ, ὄντοσ οὐχ ὅπερ τῆσ τριάδοσ; (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 767:3)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 767:3)

유의어

  1. to be called or named

  2. one must call

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION