헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσπίπτω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσπίπτω προσπεσοῦμαι

형태분석: προς (접두사) + πίπτ (어간) + ω (인칭어미)

어원: for potipepthui=ai v. prospth/ssw

  1. 내리누르다, 만나다, 일어나다, 마주치다
  2. 공격하다, 습격하다, 기습하다, 시비를 걸다
  3. 달려가다, 만나러 가다
  4. 안다, 내리누르다, 품다, 마주치다
  5. 마주치다, 접하다, 우연히 만나다, 우연히 마주치다, 만나다, 빛을 비추다
  6. 발생하다, 일어나다, 나타나다, 떠오르다, 나다
  7. 내리누르다, 만나다
  8. 간청하다, 탄원하다, 청하다
  1. to fall upon, strike against, to fall against
  2. to fall upon, attack, assault
  3. to run to
  4. to fall upon, embrace, to join the party of
  5. to fall in with, light upon, meet with, encounter, to fall in with
  6. to come suddenly upon, befal, to occur, to circumstances
  7. to fall upon
  8. to come to one's ears, be told as news
  9. to fall down at, feet, prostrate oneself
  10. to fall down to, supplicate

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσπίπτω

(나는) 내리누른다

προσπίπτεις

(너는) 내리누른다

προσπίπτει

(그는) 내리누른다

쌍수 προσπίπτετον

(너희 둘은) 내리누른다

προσπίπτετον

(그 둘은) 내리누른다

복수 προσπίπτομεν

(우리는) 내리누른다

προσπίπτετε

(너희는) 내리누른다

προσπίπτουσιν*

(그들은) 내리누른다

접속법단수 προσπίπτω

(나는) 내리누르자

προσπίπτῃς

(너는) 내리누르자

προσπίπτῃ

(그는) 내리누르자

쌍수 προσπίπτητον

(너희 둘은) 내리누르자

προσπίπτητον

(그 둘은) 내리누르자

복수 προσπίπτωμεν

(우리는) 내리누르자

προσπίπτητε

(너희는) 내리누르자

προσπίπτωσιν*

(그들은) 내리누르자

기원법단수 προσπίπτοιμι

(나는) 내리누르기를 (바라다)

προσπίπτοις

(너는) 내리누르기를 (바라다)

προσπίπτοι

(그는) 내리누르기를 (바라다)

쌍수 προσπίπτοιτον

(너희 둘은) 내리누르기를 (바라다)

προσπιπτοίτην

(그 둘은) 내리누르기를 (바라다)

복수 προσπίπτοιμεν

(우리는) 내리누르기를 (바라다)

προσπίπτοιτε

(너희는) 내리누르기를 (바라다)

προσπίπτοιεν

(그들은) 내리누르기를 (바라다)

명령법단수 προσπίπτε

(너는) 내리눌러라

προσπιπτέτω

(그는) 내리눌러라

쌍수 προσπίπτετον

(너희 둘은) 내리눌러라

προσπιπτέτων

(그 둘은) 내리눌러라

복수 προσπίπτετε

(너희는) 내리눌러라

προσπιπτόντων, προσπιπτέτωσαν

(그들은) 내리눌러라

부정사 προσπίπτειν

내리누르는 것

분사 남성여성중성
προσπιπτων

προσπιπτοντος

προσπιπτουσα

προσπιπτουσης

προσπιπτον

προσπιπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσπίπτομαι

(나는) 내리눌러진다

προσπίπτει, προσπίπτῃ

(너는) 내리눌러진다

προσπίπτεται

(그는) 내리눌러진다

쌍수 προσπίπτεσθον

(너희 둘은) 내리눌러진다

προσπίπτεσθον

(그 둘은) 내리눌러진다

복수 προσπιπτόμεθα

(우리는) 내리눌러진다

προσπίπτεσθε

(너희는) 내리눌러진다

προσπίπτονται

(그들은) 내리눌러진다

접속법단수 προσπίπτωμαι

(나는) 내리눌러지자

προσπίπτῃ

(너는) 내리눌러지자

προσπίπτηται

(그는) 내리눌러지자

쌍수 προσπίπτησθον

(너희 둘은) 내리눌러지자

προσπίπτησθον

(그 둘은) 내리눌러지자

복수 προσπιπτώμεθα

(우리는) 내리눌러지자

προσπίπτησθε

(너희는) 내리눌러지자

προσπίπτωνται

(그들은) 내리눌러지자

기원법단수 προσπιπτοίμην

(나는) 내리눌러지기를 (바라다)

προσπίπτοιο

(너는) 내리눌러지기를 (바라다)

προσπίπτοιτο

(그는) 내리눌러지기를 (바라다)

쌍수 προσπίπτοισθον

(너희 둘은) 내리눌러지기를 (바라다)

προσπιπτοίσθην

(그 둘은) 내리눌러지기를 (바라다)

복수 προσπιπτοίμεθα

(우리는) 내리눌러지기를 (바라다)

προσπίπτοισθε

(너희는) 내리눌러지기를 (바라다)

προσπίπτοιντο

(그들은) 내리눌러지기를 (바라다)

명령법단수 προσπίπτου

(너는) 내리눌러져라

προσπιπτέσθω

(그는) 내리눌러져라

쌍수 προσπίπτεσθον

(너희 둘은) 내리눌러져라

προσπιπτέσθων

(그 둘은) 내리눌러져라

복수 προσπίπτεσθε

(너희는) 내리눌러져라

προσπιπτέσθων, προσπιπτέσθωσαν

(그들은) 내리눌러져라

부정사 προσπίπτεσθαι

내리눌러지는 것

분사 남성여성중성
προσπιπτομενος

προσπιπτομενου

προσπιπτομενη

προσπιπτομενης

προσπιπτομενον

προσπιπτομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσπέσουμαι

(나는) 내리누르겠다

προσπέσει, προσπέσῃ

(너는) 내리누르겠다

προσπέσειται

(그는) 내리누르겠다

쌍수 προσπέσεισθον

(너희 둘은) 내리누르겠다

προσπέσεισθον

(그 둘은) 내리누르겠다

복수 προσπεσοῦμεθα

(우리는) 내리누르겠다

προσπέσεισθε

(너희는) 내리누르겠다

προσπέσουνται

(그들은) 내리누르겠다

기원법단수 προσπεσοίμην

(나는) 내리누르겠기를 (바라다)

προσπέσοιο

(너는) 내리누르겠기를 (바라다)

προσπέσοιτο

(그는) 내리누르겠기를 (바라다)

쌍수 προσπέσοισθον

(너희 둘은) 내리누르겠기를 (바라다)

προσπεσοίσθην

(그 둘은) 내리누르겠기를 (바라다)

복수 προσπεσοίμεθα

(우리는) 내리누르겠기를 (바라다)

προσπέσοισθε

(너희는) 내리누르겠기를 (바라다)

προσπέσοιντο

(그들은) 내리누르겠기를 (바라다)

부정사 προσπέσεισθαι

내리누를 것

분사 남성여성중성
προσπεσουμενος

προσπεσουμενου

προσπεσουμενη

προσπεσουμενης

προσπεσουμενον

προσπεσουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσέπιπτον

(나는) 내리누르고 있었다

προσέπιπτες

(너는) 내리누르고 있었다

προσέπιπτεν*

(그는) 내리누르고 있었다

쌍수 προσεπίπτετον

(너희 둘은) 내리누르고 있었다

προσεπιπτέτην

(그 둘은) 내리누르고 있었다

복수 προσεπίπτομεν

(우리는) 내리누르고 있었다

προσεπίπτετε

(너희는) 내리누르고 있었다

προσέπιπτον

(그들은) 내리누르고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεπιπτόμην

(나는) 내리눌러지고 있었다

προσεπίπτου

(너는) 내리눌러지고 있었다

προσεπίπτετο

(그는) 내리눌러지고 있었다

쌍수 προσεπίπτεσθον

(너희 둘은) 내리눌러지고 있었다

προσεπιπτέσθην

(그 둘은) 내리눌러지고 있었다

복수 προσεπιπτόμεθα

(우리는) 내리눌러지고 있었다

προσεπίπτεσθε

(너희는) 내리눌러지고 있었다

προσεπίπτοντο

(그들은) 내리눌러지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλὰ ταῦτα προβόλοισ ξύλων μεγάλων διὰ τοῦ πόρου καταπεπηγότων ἀναδεχόμενοσ, Καὶ χαλινώσασ τὸ προσπῖπτον ῥεῦμα τῷ ζεύγματι, πίστεωσ πάσησ θέαμα κρεῖττον ἐπεδείξατο τὴν γέφυραν ἡμέραισ δέκα συντελεσθεῖσαν. (Plutarch, Caesar, chapter 22 5:1)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 22 5:1)

  • τὸ δὲ προσπῖπτον οὐ φθόγγον ἀλλὰ λόγον ἄν τισ εἰκάσειε δαίμονοσ, ἄνευ φωνῆσ ἐφαπτόμενον αὐτῷ τῷ δηλουμένῳ τοῦ νοοῦντοσ πληγῇ γὰρ ἡ φωνὴ προσέοικε τῆσ ψυχῆσ, δι’ ὤτων βίᾳ τὸν λόγον εἰσδεχομένησ, ὅταν ἀλλήλοισ ἐντυγχάνωμεν. (Plutarch, De genio Socratis, section 20 9:1)

    (플루타르코스, De genio Socratis, section 20 9:1)

  • ὄψισ ἐν αὐτῷ τῷ πεφωτισμένῳ κατὰ τὴν ἀνάκλασιν τόπῳ γένηται, τὰ τρία καθορᾷ, τὴν τ’ ἀνακλωμένην αὐγὴν καὶ τὸ ποιοῦν ὕδωρ τὴν ἀνάκλασιν καὶ τὸν ἣλιον αὐτόν, ἀφ’ οὗ τὸ φῶσ τῷ ὕδατι προσπίπτον ἀνακέκλασται. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 23 2:1)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 23 2:1)

  • πλειόνων γὰρ ὄντων κόσμων ἰδίᾳ δ’ ἑκάστου συνειληχότοσ οὐσίᾳ καὶ ὕλῃ μέτρον ὡρισμένον ἐχούσῃ καὶ πέρασ, οὐδὲν ἄτακτον οὐδ’ ἀκατακόσμητον οἱο͂ν περίττωμα λειφθήσεται προσπίπτον ἔξωθεν. (Plutarch, De defectu oraculorum, section 252)

    (플루타르코스, De defectu oraculorum, section 252)

  • ὃ τὰσ μὲν Ἑλληνικὰσ οὐκ ἔβλαπτε ναῦσ ἁλιτενεῖσ οὔσασ καὶ ταπεινοτέρασ, τὰσ δὲ βαρβαρικὰσ ταῖσ τε πρύμναισ ἀνεστώσασ καὶ τοῖσ καταστρώμασιν ὑψορόφουσ καὶ βαρείασ ἐπιφερομένασ ἔσφαλλε προσπῖπτον καὶ παρεδίδου πλαγίασ τοῖσ Ἕλλησιν ὀξέωσ προσφερομένοισ καὶ τῷ Θεμιστοκλεῖ προσέχουσιν, ὡσ ὁρῶντι μάλιστα τὸ συμφέρον, καὶ ὅτι κατ’ ἐκεῖνον ὁ Ξέρξου ναύαρχοσ Ἀριαμένησ ναῦν ἔχων μεγάλην ὥσπερ ἀπὸ τείχουσ ἐτόξευε καὶ ἠκόντιζεν, ἀνὴρ ἀγαθὸσ ὢν καὶ τῶν βασιλέωσ ἀδελφῶν πολὺ κράτιστόσ τε καὶ δικαιότατοσ. (Plutarch, , chapter 14 2:2)

    (플루타르코스, , chapter 14 2:2)

유의어

  1. 내리누르다

  2. 공격하다

  3. 달려가다

  4. 마주치다

  5. 발생하다

  6. 내리누르다

  7. to fall down at

  8. 간청하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION