- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπίπτω?

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: diapiptō 고전 발음: [디아삡또:] 신약 발음: [디아삐]

기본형: διαπίπτω διαπεσοῦμαι

형태분석: δια (접두사) + πίπτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 탈출하다, 도망치다, 달아나다, 도망가다
  2. 뿌리다, 전시하다
  1. to fall away, slip away, escape
  2. to spread abroad
  3. to fall asunder, crumble in pieces
  4. to fail utterly, go quite wrong

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπίπτω

(나는) 탈출한다

διαπίπτεις

(너는) 탈출한다

διαπίπτει

(그는) 탈출한다

쌍수 διαπίπτετον

(너희 둘은) 탈출한다

διαπίπτετον

(그 둘은) 탈출한다

복수 διαπίπτομεν

(우리는) 탈출한다

διαπίπτετε

(너희는) 탈출한다

διαπίπτουσι(ν)

(그들은) 탈출한다

접속법단수 διαπίπτω

(나는) 탈출하자

διαπίπτῃς

(너는) 탈출하자

διαπίπτῃ

(그는) 탈출하자

쌍수 διαπίπτητον

(너희 둘은) 탈출하자

διαπίπτητον

(그 둘은) 탈출하자

복수 διαπίπτωμεν

(우리는) 탈출하자

διαπίπτητε

(너희는) 탈출하자

διαπίπτωσι(ν)

(그들은) 탈출하자

기원법단수 διαπίπτοιμι

(나는) 탈출하기를 (바라다)

διαπίπτοις

(너는) 탈출하기를 (바라다)

διαπίπτοι

(그는) 탈출하기를 (바라다)

쌍수 διαπίπτοιτον

(너희 둘은) 탈출하기를 (바라다)

διαπιπτοίτην

(그 둘은) 탈출하기를 (바라다)

복수 διαπίπτοιμεν

(우리는) 탈출하기를 (바라다)

διαπίπτοιτε

(너희는) 탈출하기를 (바라다)

διαπίπτοιεν

(그들은) 탈출하기를 (바라다)

명령법단수 διαπίπτε

(너는) 탈출해라

διαπιπτέτω

(그는) 탈출해라

쌍수 διαπίπτετον

(너희 둘은) 탈출해라

διαπιπτέτων

(그 둘은) 탈출해라

복수 διαπίπτετε

(너희는) 탈출해라

διαπιπτόντων, διαπιπτέτωσαν

(그들은) 탈출해라

부정사 διαπίπτειν

탈출하는 것

분사 남성여성중성
διαπιπτων

διαπιπτοντος

διαπιπτουσα

διαπιπτουσης

διαπιπτον

διαπιπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπίπτομαι

(나는) 탈출된다

διαπίπτει, διαπίπτῃ

(너는) 탈출된다

διαπίπτεται

(그는) 탈출된다

쌍수 διαπίπτεσθον

(너희 둘은) 탈출된다

διαπίπτεσθον

(그 둘은) 탈출된다

복수 διαπιπτόμεθα

(우리는) 탈출된다

διαπίπτεσθε

(너희는) 탈출된다

διαπίπτονται

(그들은) 탈출된다

접속법단수 διαπίπτωμαι

(나는) 탈출되자

διαπίπτῃ

(너는) 탈출되자

διαπίπτηται

(그는) 탈출되자

쌍수 διαπίπτησθον

(너희 둘은) 탈출되자

διαπίπτησθον

(그 둘은) 탈출되자

복수 διαπιπτώμεθα

(우리는) 탈출되자

διαπίπτησθε

(너희는) 탈출되자

διαπίπτωνται

(그들은) 탈출되자

기원법단수 διαπιπτοίμην

(나는) 탈출되기를 (바라다)

διαπίπτοιο

(너는) 탈출되기를 (바라다)

διαπίπτοιτο

(그는) 탈출되기를 (바라다)

쌍수 διαπίπτοισθον

(너희 둘은) 탈출되기를 (바라다)

διαπιπτοίσθην

(그 둘은) 탈출되기를 (바라다)

복수 διαπιπτοίμεθα

(우리는) 탈출되기를 (바라다)

διαπίπτοισθε

(너희는) 탈출되기를 (바라다)

διαπίπτοιντο

(그들은) 탈출되기를 (바라다)

명령법단수 διαπίπτου

(너는) 탈출되어라

διαπιπτέσθω

(그는) 탈출되어라

쌍수 διαπίπτεσθον

(너희 둘은) 탈출되어라

διαπιπτέσθων

(그 둘은) 탈출되어라

복수 διαπίπτεσθε

(너희는) 탈출되어라

διαπιπτέσθων, διαπιπτέσθωσαν

(그들은) 탈출되어라

부정사 διαπίπτεσθαι

탈출되는 것

분사 남성여성중성
διαπιπτομενος

διαπιπτομενου

διαπιπτομενη

διαπιπτομενης

διαπιπτομενον

διαπιπτομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπέσουμαι

(나는) 탈출하겠다

διαπέσει, διαπέσῃ

(너는) 탈출하겠다

διαπέσειται

(그는) 탈출하겠다

쌍수 διαπέσεισθον

(너희 둘은) 탈출하겠다

διαπέσεισθον

(그 둘은) 탈출하겠다

복수 διαπεσοῦμεθα

(우리는) 탈출하겠다

διαπέσεισθε

(너희는) 탈출하겠다

διαπέσουνται

(그들은) 탈출하겠다

기원법단수 διαπεσοίμην

(나는) 탈출하겠기를 (바라다)

διαπέσοιο

(너는) 탈출하겠기를 (바라다)

διαπέσοιτο

(그는) 탈출하겠기를 (바라다)

쌍수 διαπέσοισθον

(너희 둘은) 탈출하겠기를 (바라다)

διαπεσοίσθην

(그 둘은) 탈출하겠기를 (바라다)

복수 διαπεσοίμεθα

(우리는) 탈출하겠기를 (바라다)

διαπέσοισθε

(너희는) 탈출하겠기를 (바라다)

διαπέσοιντο

(그들은) 탈출하겠기를 (바라다)

부정사 διαπέσεισθαι

탈출할 것

분사 남성여성중성
διαπεσουμενος

διαπεσουμενου

διαπεσουμενη

διαπεσουμενης

διαπεσουμενον

διαπεσουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διέπιπτον

(나는) 탈출하고 있었다

διέπιπτες

(너는) 탈출하고 있었다

διέπιπτε(ν)

(그는) 탈출하고 있었다

쌍수 διεπίπτετον

(너희 둘은) 탈출하고 있었다

διεπιπτέτην

(그 둘은) 탈출하고 있었다

복수 διεπίπτομεν

(우리는) 탈출하고 있었다

διεπίπτετε

(너희는) 탈출하고 있었다

διέπιπτον

(그들은) 탈출하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπιπτόμην

(나는) 탈출되고 있었다

διεπίπτου

(너는) 탈출되고 있었다

διεπίπτετο

(그는) 탈출되고 있었다

쌍수 διεπίπτεσθον

(너희 둘은) 탈출되고 있었다

διεπιπτέσθην

(그 둘은) 탈출되고 있었다

복수 διεπιπτόμεθα

(우리는) 탈출되고 있었다

διεπίπτεσθε

(너희는) 탈출되고 있었다

διεπίπτοντο

(그들은) 탈출되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥστε καὶ ἐκ τοῦ σώματος τοῦ δυσσεβοῦς σκώληκας ἀναζεῖν, καὶ ζῶντος ἐν ὀδύναις καὶ ἀλγηδόσι τὰς σάρκας αὐτοῦ διαπίπτειν, ὑπὸ δὲ τῆς ὀσμῆς αὐτοῦ πᾶν τὸ στρατόπεδον βαρύνεσθαι τῇ σαπρίᾳ. (Septuagint, Liber Maccabees II 9:9)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 9:9)

  • ὑπὸ γάρ τινων εὐπόρων, καὶ στενῶν ἔνδοσιν ἀναλαμβανόντων, ἑκατέρῃ ἐπὴν ἐπιτύχωσι, εὐδοκιμέουσι, καὶ διαπιπτόντων ἐπὶ τὸ χεῖρον καταχλιδεῦσι, καταμεμεληκότες τὰ τῆς τέχνης ἀνυπεύθυνα, ἐφ οἷς ἂν ἰητρὸς ἀγαθὸς ἀκμάζοι ὁμότεχνος καλεόμενος. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, PARAGGELIAI, vii.3)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, PARAGGELIAI, vii.3)

  • Ἀλκιβιάδην δ ὁ Θεόφραστος ἱστορεῖ, μὴ μόνον ἃ δεῖ λέγειν ἀλλὰ καὶ ὡς δεῖ βουλευόμενον, πολλάκις ἐν αὐτῷ τῷ λέγειν ζητοῦντα καὶ συντιθέντα τὰς λέξεις ἐνίσχεσθαι καὶ διαπίπτειν. (Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 8 2:2)

    (플루타르코스, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 8 2:2)

  • ἐννοεῖς οὖν, ἔφη, ἐπειδὰν ἀποθάνῃ ὁ ἄνθρωπος, τὸ μὲν ὁρατὸν αὐτοῦ, τὸ σῶμα, καὶ ἐν ὁρατῷ κείμενον, ὃ δὴ νεκρὸν καλοῦμεν, ᾧ προσήκει διαλύεσθαι καὶ διαπίπτειν καὶ διαπνεῖσθαι, οὐκ εὐθὺς τούτων οὐδὲν πέπονθεν, ἀλλ ἐπιεικῶς συχνὸν ἐπιμένει χρόνον, ἐὰν μέν τις καὶ χαριέντως ἔχων τὸ σῶμα τελευτήσῃ καὶ ἐν τοιαύτῃ ὡρ´ᾳ, καὶ πάνυ μάλα: (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 439:1)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 439:1)

  • ὄντος δὲ παλαιοῦ νόμου παρὰ τοῖς Ἰνδοῖς τοὺς γαμοῦντας καὶ τὰς γαμουμένας παρθένους μὴ διὰ τῆς τῶν γονέων κρίσεως ποιεῖσθαι τὸν γάμον, ἀλλὰ πείσαντας ἀλλήλους, τὸν μὲν ἔμπροσθεν χρὸνον τῆς μνηστείας γενομένης διὰ νεωτέρων ταῖς ἡλικίαις ὡς ἐπὶ πολὺ συνέβαινε διαπίπτειν τὰς κρίσεις καὶ ταχὺ μεταμελομένων ἀμφοτέρων πολλὰς τῶν γυναικῶν διαφθείρεσθαι καὶ δι ἀκρασίαν φιλοστοργεῖν ἑτέρους, τέλος δὲ μὴ δυναμένας εὐσχημόνως ἀπολιπεῖν τοὺς ἐξ ἀρχῆς προκριθέντας διὰ φαρμάκων ἀναιρεῖν τοὺς συνοικοῦντας, καὶ τὴν χώραν δ οὐκ ὀλίγας ἀφορμὰς αὐταῖς δοῦναι, πολλὰς καὶ ποικίλας φέρουσαν φθαρτικὰς δυνάμεις, ἐξ ὧν ἐνίας προσχρωσθείσας μόνον τοῖς ἐδέσμασιν ἢ ποτηρίοις ἐπιφέρειν τὴν ἀπώλειαν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 33 2:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 33 2:1)

유의어

  1. 탈출하다

  2. 뿌리다

  3. to fall asunder

  4. to fail utterly

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION