헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διατινάσσω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διατινάσσω διατινάξω

형태분석: δια (접두사) + τινάσς (어간) + ω (인칭어미)

  1. 뒤흔들다
  1. to shake asunder, shake to pieces
  2. to shake violently

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατινάσσω

διατινάσσεις

διατινάσσει

쌍수 διατινάσσετον

διατινάσσετον

복수 διατινάσσομεν

διατινάσσετε

διατινάσσουσιν*

접속법단수 διατινάσσω

διατινάσσῃς

διατινάσσῃ

쌍수 διατινάσσητον

διατινάσσητον

복수 διατινάσσωμεν

διατινάσσητε

διατινάσσωσιν*

기원법단수 διατινάσσοιμι

διατινάσσοις

διατινάσσοι

쌍수 διατινάσσοιτον

διατινασσοίτην

복수 διατινάσσοιμεν

διατινάσσοιτε

διατινάσσοιεν

명령법단수 διατίνασσε

διατινασσέτω

쌍수 διατινάσσετον

διατινασσέτων

복수 διατινάσσετε

διατινασσόντων, διατινασσέτωσαν

부정사 διατινάσσειν

분사 남성여성중성
διατινασσων

διατινασσοντος

διατινασσουσα

διατινασσουσης

διατινασσον

διατινασσοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατινάσσομαι

διατινάσσει, διατινάσσῃ

διατινάσσεται

쌍수 διατινάσσεσθον

διατινάσσεσθον

복수 διατινασσόμεθα

διατινάσσεσθε

διατινάσσονται

접속법단수 διατινάσσωμαι

διατινάσσῃ

διατινάσσηται

쌍수 διατινάσσησθον

διατινάσσησθον

복수 διατινασσώμεθα

διατινάσσησθε

διατινάσσωνται

기원법단수 διατινασσοίμην

διατινάσσοιο

διατινάσσοιτο

쌍수 διατινάσσοισθον

διατινασσοίσθην

복수 διατινασσοίμεθα

διατινάσσοισθε

διατινάσσοιντο

명령법단수 διατινάσσου

διατινασσέσθω

쌍수 διατινάσσεσθον

διατινασσέσθων

복수 διατινάσσεσθε

διατινασσέσθων, διατινασσέσθωσαν

부정사 διατινάσσεσθαι

분사 남성여성중성
διατινασσομενος

διατινασσομενου

διατινασσομενη

διατινασσομενης

διατινασσομενον

διατινασσομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατινάξω

διατινάξεις

διατινάξει

쌍수 διατινάξετον

διατινάξετον

복수 διατινάξομεν

διατινάξετε

διατινάξουσιν*

기원법단수 διατινάξοιμι

διατινάξοις

διατινάξοι

쌍수 διατινάξοιτον

διατιναξοίτην

복수 διατινάξοιμεν

διατινάξοιτε

διατινάξοιεν

부정사 διατινάξειν

분사 남성여성중성
διατιναξων

διατιναξοντος

διατιναξουσα

διατιναξουσης

διατιναξον

διατιναξοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατινάξομαι

διατινάξει, διατινάξῃ

διατινάξεται

쌍수 διατινάξεσθον

διατινάξεσθον

복수 διατιναξόμεθα

διατινάξεσθε

διατινάξονται

기원법단수 διατιναξοίμην

διατινάξοιο

διατινάξοιτο

쌍수 διατινάξοισθον

διατιναξοίσθην

복수 διατιναξοίμεθα

διατινάξοισθε

διατινάξοιντο

부정사 διατινάξεσθαι

분사 남성여성중성
διατιναξομενος

διατιναξομενου

διατιναξομενη

διατιναξομενης

διατιναξομενον

διατιναξομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to shake asunder

  2. 뒤흔들다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION