πρᾶξις
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πρᾶξις
πράξεως
형태분석:
πραξι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 소송, 활동, 행동, 활성
- 성공, 운
- 업무, 일, 상업
- 일, 작업, 업무
- 성교, 성관계
- 길, 실제, 실용
- 정부, 사정, 현상
- deed, action, activity
- business dealing
- success
- collection of debts, arrears
- business, office
- work, treatise
- magic spell
- sexual intercourse
- conduct, practice
- state, condition
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ταῦτα δὲ ἀναγέγραπται ἐν τῇ βίβλῳ τῶν ἱστορουμένων περὶ τῶν βασιλέων τῆσ Ἰουδαίασ. καὶ τὸ καθ̓ ἓν πραχθὲν τῆσ πράξεωσ Ἰωσίου καὶ τῆσ δόξησ αὐτοῦ καὶ τῆσ συνέσεωσ αὐτοῦ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου, τά τε προπραχθέντα ὑπ̓ αὐτοῦ καὶ τὰ νῦν, ἱστόρηται ἐν τῷ βιβλίῳ τῶν βασιλέων Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδα. (Septuagint, Liber Esdrae I 1:31)
(70인역 성경, 에즈라기 1:31)
- Ἀρχὴ παντὸσ ἔργου λόγοσ, καὶ πρὸ πάσησ πράξεωσ βουλή. (Septuagint, Liber Sirach 37:16)
(70인역 성경, Liber Sirach 37:16)
- ὅταν δέ τισ ἀνέλῃ τῶν πραγμάτων τὸν καιρόν, ἀνταναιρεῖται καὶ τὸ δίκαιον τῆσ πράξεωσ. (Demades, On the Twelve Years, 59:3)
(데마데스, On the Twelve Years, 59:3)
- διαλιπὼν δὲ δύο ἢ τρεῖσ ἡμέρασ, ὡσ διημαρτηκὼσ τῆσ πράξεωσ, ἐπαινέσασ αὐτοὺσ ἀπέδωκεν ἑκάστῳ ὃ εἰσήνεγκαν. (Aristotle, Economics, Book 2 68:4)
(아리스토텔레스, 경제학, Book 2 68:4)
- ἀλλ’ οὐκ ἐμὲ ταῦτα ἐφόβησεν οὐδὲ τὸ δυσχερὲσ τῆσ πράξεωσ λογισάμενοσ ἀπώκνησα οὐδὲ πρὸσ τὸν κίνδυνον ἀπεδειλίασα, μόνοσ δέ, μόνοσ πρὸσ οὕτωσ ἰσχυρὰν καὶ πολλὴν τυραννίδα, μᾶλλον δὲ οὐ μόνοσ, ἀλλὰ μετὰ τοῦ ξίφουσ ἀνῄειν τοῦ συμμεμαχημένου καὶ τὸ μέροσ συντετυραννοκτονηκότοσ, πρὸ ὀφθαλμῶν μὲν τὴν τελευτὴν ἔχων, ἀλλαξόμενοσ δὲ ὅμωσ τὴν κοινὴν ἐλευθερίαν τῆσ σφαγῆσ τῆσ ἐμῆσ. (Lucian, Tyrannicida, (no name) 7:1)
(루키아노스, Tyrannicida, (no name) 7:1)
유의어
-
소송
-
성공
-
업무
- χωρίον (업무, 판공실, 사무실)
- χοροδιδασκαλία (업무, 판공실)
- τελωνία (업무, 판공실)
- σιτομετρία (업무, 판공실)
- πωλητήριον (the office of the)
- πρόεδρος (the, in office)
- προεδρία (업무, 판공실)
- παιδονομία (업무, 판공실)
- κανηφορία (업무, 판공실)
- ἱππαρχία (업무, 판공실)
- φυλαρχία (업무, 판공실)
- ἐπισκοπή (업무, 판공실, 사무실)
- ἀστυνομία (업무, 판공실)
-
일
-
magic spell
- κήλημα (주문, 마법, 마법 주문)
- μάγευμα (애교)
- υἱύς ( Alternative spelling of υἱός )
- μᾶκος ( Alternative spelling of μῆκος )
- οἰήϊον ( Alternative spelling of οἴαξ )
- ὄνυμα ( Alternative spelling of ὄνομᾰ )
- ὄρανος ( Alternative spelling of οὐρανός .)
- ὀστοῦν ( Alternative spelling of ὀστέον )
- πυλεών (Alternative spelling of πυλών .)
- ὡροσκόπιον (Alternative spelling of ὡροσκοπεῖον )
- σπόνδυλος (Alternative spelling of σφόνδυλος )
- συγγενεύς (Alternative spelling of συγγενής )
- ὠρανός ( Alternative spelling of οὐρανός .)
- σωρείτης (Alternative spelling of σωρίτης )
- σύρφος (Alternative spelling of σέρφος )
- λάγηνος (Alternative spelling of λάγυνος )
- ἀββᾶς (Alternative spelling of ἀββα )
- ἄνισον (Alternative spelling of ἄνηθον )
- ἀρτύς (Alternative spelling of ἀρθμός )
- ξῖ (Alternative spelling of ξεῖ "xi")
- Ἰερουσαλήμ ([[Ierousalhm2|]])
- ἴλαρχος (Alternative spelling of ἰλάρχης )
- καστάνεια (Alternative spelling of κάστανον )
- κρῖ ( Alternative spelling of κριθή )
- κοπάδιον (Alternative spelling of κόπαιον )
- κόλυμβος (Alternative spelling of κολυμβήθρα )
- κόλυμβος (Alternative spelling of κολύμβησις )
- κόλυμβος (Alternative spelling of κολυμβίς )
-
성교
-
정부
- σχέσις (정부, 사정, 현상)
- ῥυθμός (정부, 사정, 현상)
- πάθος (정부, 사정, 현상)
- κατάστημα (a condition or state)
- κατάστασις (정부, 사정, 현상)
- πονηρία (저질, 나쁜 상태, 불량)
- κατασκευή (사정, 특별, 모양)
- ἀντιστοιχίᾱ (the state or condition of standing opposite in pairs)
- ὑγίεια (건강, 건전, 견실)