σύνοδος
2군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
σύνοδος
συνόδου
형태분석:
συνοδ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 회의, 만남, 집합
- 부대, 회사, 일행
- 성교, 성관계
- 종합, 연합, 집합, 연방
- 건설, 건물
- assembly, meeting
- (in the plural) political associations, conspiracies
- (in the plural) synods
- company, guild
- the meeting of two armies
- sexual intercourse
- constriction
- union, assemblage, combination
- (grammar) construction
- incoming revenue
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ καθ̓ ὥραν γενημάτων ἡλίου τροπῶν καὶ ἀπὸ συνόδων μηνῶν, (Septuagint, Liber Deuteronomii 33:14)
(70인역 성경, 신명기 33:14)
- καὶ τὴν Ἀνὰ τὴν μητέρα ἑαυτοῦ μετέστησε τοῦ μὴ εἶναι ἡγουμένην, καθὼσ ἐποίησε σύνοδον ἐν τῷ ἄλσει αὐτῆσ, καὶ ἐξέκοψεν Ἀσὰ τὰσ καταδύσεισ αὐτῆσ καὶ ἐνέπρησε πυρὶ ἐν τῷ χειμάρρῳ Κέδρων. (Septuagint, Liber I Regum 15:12)
(70인역 성경, 열왕기 상권 15:12)
- τίσ δῴη μοι ἐν τῇ ἐρήμῳ σταθμὸν ἔσχατον καὶ καταλείψω τὸν λαόν μου καὶ ἀπελεύσομαι ἀπ’ αὐτῶν̣ ὅτι πάντεσ μοιχῶνται, σύνοδοσ ἀθετούντων. (Septuagint, Liber Ieremiae 9:2)
(70인역 성경, 예레미야서 9:2)
- ἀπέλαυσε τῶν ἱστοριῶν, ἐν μιᾷ συνόδῳ πάνδημόν τινα καὶ κοινὴν ψῆφον τῆσ Ἑλλάδοσ λαβὼν καὶ ἀνακηρυχθεὶσ οὐχ ὑφ̓ ἑνὸσ μὰ Δία κήρυκοσ, ἀλλ̓ ἐν ἁπάσῃ πόλει, ὅθεν ἕκαστοσ ἦν τῶν πανηγυριστῶν. (Lucian, Herodotus 5:1)
(루키아노스, Herodotus 5:1)
- καὶ ὁ μὲν ἔρωσ οὗτοσ ἦν ἅπασιν ὑμῖν γνωσθῆναι καὶ ὅτι πλείστοισ Μακεδόνων δεῖξαι τἀμά, τὸ δὲ αὐτὸν περιιόντα τηνικαῦτα τοῦ ἔτουσ συγγενέσθαι τῇ πόλει ἑκάστῃ οὐκ εὐμαρὲσ ἐφαίνετο, εἰ δὲ τηρήσαιμι τήνδε ὑμῶν τὴν σύνοδον, εἶτα παρελθὼν ἐσ μέσον δείξαιμι τὸν λόγον, ἐσ δέον οὕτωσ ἀποβήσεσθαί μοι τὰ τῆσ εὐχῆσ. (Lucian, Herodotus 13:2)
(루키아노스, Herodotus 13:2)
- ἐφ’ ὅ τι δ’ ἦν αὐτοῖσ ἡ σύνοδοσ οὐκ ἐγίνωσκον οἱ συλλεγόμενοι. (Flavius Josephus, 334:2)
(플라비우스 요세푸스, 334:2)
- "οὕτωσ ἡ τῆσ πεμπάδοσ πρὸσ ἑαυτὴν σύνοδοσ οὐδὲν οὔτ’ ἀτελὲσ οὔτ’ ἀλλότριον γεννᾶν πέφυκεν, ἀλλ’ ὡρισμένασ ἔχει μεταβολάσ· (Plutarch, De E apud Delphos, section 817)
(플루타르코스, De E apud Delphos, section 817)
- ἄλλη δὲ μείζων ἐμηνύθη συνωμοσία καὶ σύνοδοσ ἀνδρῶν Σπαρτιατῶν ἐπὶ πράγμασι νεωτέροισ εἰσ οἰκίαν κρύφα συνερχομένων, οὓσ καὶ κρίνειν ἄπορον ἦν ἐν ταραχῇ τοσαύτῃ καὶ περιορᾶν ἐπιβουλεύοντασ. (Plutarch, Agesilaus, chapter 32 6:1)
(플루타르코스, Agesilaus, chapter 32 6:1)
- ἐνόμιζον δ’ ἐν ἅπασι τοῖσ δείπνοισ, μάλιστα δὲ τοῖσ λεγομένοισ μαζῶσι τοῦτο γὰρ ἔτι καὶ νῦν ἡ Διονυσιακὴ σύνοδοσ ἔχει τοὔνομα ‐ τοῖσ ἐσθίουσι τῶν νέων ἀνδρικώτερον ζωμὸν τ’ ἐγχεῖν πλείω καὶ μάζασ καὶ ἄρτουσ παραβάλλειν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 317)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 317)
유의어
-
회의
- συνηλυσίη (회의, 만남, 집합)
- συλλογή (회의, 만남, 집합)
- ὁμήγυρις (회의, 만남, 모임)
- συναγωγή (회의, 만남, 집합)
- ἐκκλησίᾱ (국회, 의원)
- συνάντησις (회의, 만남)
- ἄντηστις (회의, 만남)
- ἀπάντημα (회의, 만남)
-
부대
-
성교
-
건설