σύνοδος
2군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
σύνοδος
συνόδου
형태분석:
συνοδ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 회의, 만남, 집합
- 부대, 회사, 일행
- 성교, 성관계
- 종합, 연합, 집합, 연방
- 건설, 건물
- assembly, meeting
- (in the plural) political associations, conspiracies
- (in the plural) synods
- company, guild
- the meeting of two armies
- sexual intercourse
- constriction
- union, assemblage, combination
- (grammar) construction
- incoming revenue
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- "τὴν δὲ πολλὴν θερμότητα καὶ συνεχῆ πύρωσιν ὑφ’ ἡλίου παύσῃ φοβούμενοσ, ἂν πρῶτον μὲν ἀντιθῇσ ταῖσ ἕνδεκα θεριναῖσ συνόδοισ τὰσ πανσελήνουσ· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2513)
(플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2513)
- πρὸσ δὲ τούτῳ ἐγὼ ὑμῖν τοὺσ παρόντασ ἑκάστοτε τῷ πατρὶ ἐν ταῖσ συνόδοισ ταῖσ πρὸσ τοῦτον, αἳ παρὰ τῷ Λυσιθείδῃ ἐγίγνοντο, μάρτυρασ παρέξομαι. (Demosthenes, Speeches 51-61, 20:2)
(데모스테네스, Speeches 51-61, 20:2)
- ἐκ γὰρ δυσμενέων ταχέωσ πολυήρατον ἄστυ τρύχεται ἐν συνόδοισ τοῖσ ἀδικοῦσι φίλαισ. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 30)
(작자 미상, 비가, , 30)
- ἢ πότε οὕτωσ ὁμονοήσουσιν, οἵ γε ἀντὶ μὲν τοῦ συνεργεῖν ἑαυτοῖσ τὰ συμφέροντα ἐπηρεάζουσιν ἀλλήλοισ καὶ φθονοῦσιν ἑαυτοῖσ μᾶλλον ἢ τοῖσ ἄλλοισ ἀνθρώποισ, μάλιστα δὲ πάντων ἔν τε ταῖσ ἰδίαισ συνόδοισ καὶ ταῖσ κοιναῖσ διαφέρονται καὶ πλείστασ δίκασ ἀλλήλοισ δικάζονται καὶ προαιροῦνται μᾶλλον οὕτω κερδαίνειν ἀπ’ ἀλλήλων ἢ συνωφελοῦντεσ αὑτούσ, τοῖσ δὲ κοινοῖσ ὥσπερ ἀλλοτρίοισ χρώμενοι περὶ τούτων αὖ μάχονται καὶ ταῖσ εἰσ τὰ τοιαῦτα δυνάμεσι μάλιστα χαίρουσιν; (Xenophon, Memorabilia, , chapter 5 17:2)
(크세노폰, Memorabilia, , chapter 5 17:2)
- ἐκ γὰρ δυσμενέων ταχέωσ πολυήρατον ἄστυτρύχεται ἐν συνόδοισ τοῖσ ἀδικοῦσι φίλαισ. (Demosthenes, Speeches 11-20, 335:17)
(데모스테네스, Speeches 11-20, 335:17)
유의어
-
회의
- συνηλυσίη (회의, 만남, 집합)
- συλλογή (회의, 만남, 집합)
- ὁμήγυρις (회의, 만남, 모임)
- συναγωγή (회의, 만남, 집합)
- ἐκκλησίᾱ (국회, 의원)
- συνάντησις (회의, 만남)
- ἄντηστις (회의, 만남)
- ἀπάντημα (회의, 만남)
-
부대
-
성교
-
건설