헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσάπτω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσάπτω προσάψω

형태분석: προς (접두사) + ά̔πτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. ~때문이라고 생각하다, ~탓으로 돌리다, 원인으로 여기다, ~에 속한다고 여기다
  2. 적용하다, 바르다
  3. 닿다, 도달하다, 도착하다, 만지다, 달성하다
  4. 간섭하다, 건드리다
  1. to fasten or attach to, attribute, to fix upon
  2. to apply
  3. to deliver or confide to
  4. to be added
  5. to fasten oneself upon, to lay hold of, reach, touch
  6. to meddle with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσάπτω

(나는) ~때문이라고 생각한다

προσάπτεις

(너는) ~때문이라고 생각한다

προσάπτει

(그는) ~때문이라고 생각한다

쌍수 προσάπτετον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각한다

προσάπτετον

(그 둘은) ~때문이라고 생각한다

복수 προσάπτομεν

(우리는) ~때문이라고 생각한다

προσάπτετε

(너희는) ~때문이라고 생각한다

προσάπτουσιν*

(그들은) ~때문이라고 생각한다

접속법단수 προσάπτω

(나는) ~때문이라고 생각하자

προσάπτῃς

(너는) ~때문이라고 생각하자

προσάπτῃ

(그는) ~때문이라고 생각하자

쌍수 προσάπτητον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각하자

προσάπτητον

(그 둘은) ~때문이라고 생각하자

복수 προσάπτωμεν

(우리는) ~때문이라고 생각하자

προσάπτητε

(너희는) ~때문이라고 생각하자

προσάπτωσιν*

(그들은) ~때문이라고 생각하자

기원법단수 προσάπτοιμι

(나는) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

προσάπτοις

(너는) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

προσάπτοι

(그는) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

쌍수 προσάπτοιτον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

προσαπτοίτην

(그 둘은) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

복수 προσάπτοιμεν

(우리는) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

προσάπτοιτε

(너희는) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

προσάπτοιεν

(그들은) ~때문이라고 생각하기를 (바라다)

명령법단수 προσάπτε

(너는) ~때문이라고 생각해라

προσαπτέτω

(그는) ~때문이라고 생각해라

쌍수 προσάπτετον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각해라

προσαπτέτων

(그 둘은) ~때문이라고 생각해라

복수 προσάπτετε

(너희는) ~때문이라고 생각해라

προσαπτόντων, προσαπτέτωσαν

(그들은) ~때문이라고 생각해라

부정사 προσάπτειν

~때문이라고 생각하는 것

분사 남성여성중성
προσαπτων

προσαπτοντος

προσαπτουσα

προσαπτουσης

προσαπτον

προσαπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσάπτομαι

(나는) ~때문이라고 생각된다

προσάπτει, προσάπτῃ

(너는) ~때문이라고 생각된다

προσάπτεται

(그는) ~때문이라고 생각된다

쌍수 προσάπτεσθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각된다

προσάπτεσθον

(그 둘은) ~때문이라고 생각된다

복수 προσαπτόμεθα

(우리는) ~때문이라고 생각된다

προσάπτεσθε

(너희는) ~때문이라고 생각된다

προσάπτονται

(그들은) ~때문이라고 생각된다

접속법단수 προσάπτωμαι

(나는) ~때문이라고 생각되자

προσάπτῃ

(너는) ~때문이라고 생각되자

προσάπτηται

(그는) ~때문이라고 생각되자

쌍수 προσάπτησθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되자

προσάπτησθον

(그 둘은) ~때문이라고 생각되자

복수 προσαπτώμεθα

(우리는) ~때문이라고 생각되자

προσάπτησθε

(너희는) ~때문이라고 생각되자

προσάπτωνται

(그들은) ~때문이라고 생각되자

기원법단수 προσαπτοίμην

(나는) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

προσάπτοιο

(너는) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

προσάπτοιτο

(그는) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

쌍수 προσάπτοισθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

προσαπτοίσθην

(그 둘은) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

복수 προσαπτοίμεθα

(우리는) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

προσάπτοισθε

(너희는) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

προσάπτοιντο

(그들은) ~때문이라고 생각되기를 (바라다)

명령법단수 προσάπτου

(너는) ~때문이라고 생각되어라

προσαπτέσθω

(그는) ~때문이라고 생각되어라

쌍수 προσάπτεσθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되어라

προσαπτέσθων

(그 둘은) ~때문이라고 생각되어라

복수 προσάπτεσθε

(너희는) ~때문이라고 생각되어라

προσαπτέσθων, προσαπτέσθωσαν

(그들은) ~때문이라고 생각되어라

부정사 προσάπτεσθαι

~때문이라고 생각되는 것

분사 남성여성중성
προσαπτομενος

προσαπτομενου

προσαπτομενη

προσαπτομενης

προσαπτομενον

προσαπτομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσάψω

(나는) ~때문이라고 생각하겠다

προσάψεις

(너는) ~때문이라고 생각하겠다

προσάψει

(그는) ~때문이라고 생각하겠다

쌍수 προσάψετον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각하겠다

προσάψετον

(그 둘은) ~때문이라고 생각하겠다

복수 προσάψομεν

(우리는) ~때문이라고 생각하겠다

προσάψετε

(너희는) ~때문이라고 생각하겠다

προσάψουσιν*

(그들은) ~때문이라고 생각하겠다

기원법단수 προσάψοιμι

(나는) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

προσάψοις

(너는) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

προσάψοι

(그는) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

쌍수 προσάψοιτον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

προσαψοίτην

(그 둘은) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

복수 προσάψοιμεν

(우리는) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

προσάψοιτε

(너희는) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

προσάψοιεν

(그들은) ~때문이라고 생각하겠기를 (바라다)

부정사 προσάψειν

~때문이라고 생각할 것

분사 남성여성중성
προσαψων

προσαψοντος

προσαψουσα

προσαψουσης

προσαψον

προσαψοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσάψομαι

(나는) ~때문이라고 생각되겠다

προσάψει, προσάψῃ

(너는) ~때문이라고 생각되겠다

προσάψεται

(그는) ~때문이라고 생각되겠다

쌍수 προσάψεσθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되겠다

προσάψεσθον

(그 둘은) ~때문이라고 생각되겠다

복수 προσαψόμεθα

(우리는) ~때문이라고 생각되겠다

προσάψεσθε

(너희는) ~때문이라고 생각되겠다

προσάψονται

(그들은) ~때문이라고 생각되겠다

기원법단수 προσαψοίμην

(나는) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

προσάψοιο

(너는) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

προσάψοιτο

(그는) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

쌍수 προσάψοισθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

προσαψοίσθην

(그 둘은) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

복수 προσαψοίμεθα

(우리는) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

προσάψοισθε

(너희는) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

προσάψοιντο

(그들은) ~때문이라고 생각되겠기를 (바라다)

부정사 προσάψεσθαι

~때문이라고 생각될 것

분사 남성여성중성
προσαψομενος

προσαψομενου

προσαψομενη

προσαψομενης

προσαψομενον

προσαψομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 πρόσηπτον

(나는) ~때문이라고 생각하고 있었다

πρόσηπτες

(너는) ~때문이라고 생각하고 있었다

πρόσηπτεν*

(그는) ~때문이라고 생각하고 있었다

쌍수 προσῆπτετον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각하고 있었다

προσήπτετην

(그 둘은) ~때문이라고 생각하고 있었다

복수 προσῆπτομεν

(우리는) ~때문이라고 생각하고 있었다

προσῆπτετε

(너희는) ~때문이라고 생각하고 있었다

πρόσηπτον

(그들은) ~때문이라고 생각하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσήπτομην

(나는) ~때문이라고 생각되고 있었다

προσῆπτου

(너는) ~때문이라고 생각되고 있었다

προσῆπτετο

(그는) ~때문이라고 생각되고 있었다

쌍수 προσῆπτεσθον

(너희 둘은) ~때문이라고 생각되고 있었다

προσήπτεσθην

(그 둘은) ~때문이라고 생각되고 있었다

복수 προσήπτομεθα

(우리는) ~때문이라고 생각되고 있었다

προσῆπτεσθε

(너희는) ~때문이라고 생각되고 있었다

προσῆπτοντο

(그들은) ~때문이라고 생각되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ γὰρ τεθνῶσιν ἀμπλακημάτων τίσισ βροτοῖσ ὀπηδεῖ τῶν ἔδρασαν ἐν φάει, οὐ Τάνταλον ποτοῖσιν, οὐδ̓ Ἰξίονα τροχῷ στροβητόν, οὐδὲ Σίσυφον πέτρῳ ἔδει κολάζειν ἐν δόμοισι Πλουτέωσ, ἁπλῶσ δὲ πάντασ τοὺσ κακῶσ δεδρακότασ τοῖσ σοῖσ προσάπτειν ἀρθροκηδέσιν πόνοισ, ὥσ μου τὸ λυπρὸν καὶ ταλαίπωρον δέμασ χειρῶν ἀπ̓ ἄκρων εἰσ ἄκρασ ποδῶν βάσεισ ἰχῶρι φαύλῳ καὶ πικρῷ χυμῷ χολῆσ πνεύματι βιαίῳ τόδε διασφίγγον πόρουσ ἕστηκε καὶ μεμυκὸσ ἐπιτείνει πόνουσ. (Lucian, 3)

    (루키아노스, 3)

  • τοιαύτην δὴ καταλαβὼν τὴν πολιτικὴν λέξιν ὁ Δημοσθένησ οὕτω κεκινημένην ποικίλωσ, καὶ τηλικούτοισ ἐπεισελθὼν ἀνδράσιν ἑνὸσ μὲν οὐθενὸσ ἠξίωσε γενέσθαι ζηλωτὴσ οὔτε χαρακτῆροσ οὔτε ἀνδρόσ, ἡμιέργουσ τινὰσ ἅπαντασ οἰόμενοσ εἶναι καὶ ἀτελεῖσ, ἐξ ἁπάντων δ’ αὐτῶν ὅσα κράτιστα καὶ χρησιμώτατα ἦν, ἐκλεγόμενοσ συνύφαινε καὶ μίαν ἐκ πολλῶν διάλεκτον ἀπετέλει, μεγαλοπρεπῆ λιτήν, περιττὴν ἀπέριττον, ἐξηλλαγμένην συνήθη, πανηγυρικὴν ἀληθινήν, αὐστηρὰν ἱλαράν, σύντονον ἀνειμένην, ἡδεῖαν πικράν, ἠθικὴν παθητικήν, οὐδὲν διαλλάττουσαν τοῦ μεμυθευμένου παρὰ τοῖσ ἀρχαίοισ ποιηταῖσ Πρωτέωσ, ὃσ ἅπασαν ἰδέαν μορφῆσ ἀμογητὶ μετελάμβανεν, εἴτε θεὸσ ἢ δαίμων τισ ἐκεῖνοσ ἄρα ἦν παρακρουόμενοσ ὄψεισ τὰσ ἀνθρωπίνασ εἴτε διαλέκτου ποικίλον τι χρῆμα ἐν ἀνδρὶ σοφῷ, πάσησ ἀπατηλὸν ἀκοῆσ, ὃ μᾶλλον ἄν τισ εἰκάσειεν, ἐπειδὴ ταπεινὰσ καὶ ἀσχήμονασ ὄψεισ οὔτε θεοῖσ οὔτε δαίμοσι προσάπτειν ὅσιον. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 83)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 83)

  • οὑτοσὶ δ’, ὑπὲρ οὗ γράφεται ταῦτα, παιδείᾳ καὶ λόγῳ διὰ φιλοσοφίασ καταμίξασ τὸ ἦθοσ, καὶ τὴν φύσιν ἐμβριθῆ καὶ πρᾳεῖαν οὖσαν ἐπεγείρασ ταῖσ πρακτικαῖσ ὁρμαῖσ, ἐμμελέστατα δοκεῖ κραθῆναι πρὸσ τὸ καλόν, ὥστε καὶ τοὺσ ἀπεχθανομένουσ αὐτῷ διὰ τὴν ἐπὶ Καίσαρα συνωμοσίαν, εἰ μέν τι γενναῖον ἡ πρᾶξισ ἤνεγκε, Βρούτῳ προσάπτειν, τὰ δυσχερέστερα δὲ τῶν γεγονότων τρέπειν εἰσ Κάσσιον, οἰκεῖον μέν ὄντα Βρούτου καὶ φίλον, ἁπλοῦν δὲ τῷ τρόπῳ καὶ καθαρὸν οὐχ ὁμοίωσ. (Plutarch, Brutus, chapter 1 2:1)

    (플루타르코스, Brutus, chapter 1 2:1)

  • τὴν δὲ μανίαν τοὺσ πολλούσ φησιν ὁ Χρύσιπποσ ἐν τῇ Εἰσαγωγῇ, τῇ περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν Πραγματείᾳ, τοῖσ πλείστοισ προσάπτειν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 122)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 122)

  • λυπῶ δὲ τούτουσ, ὥστε τῷ τεθνηκότι τιμὰσ προσάπτειν, εἴ τισ ἔστ’ ἐκεῖ χάρισ. (Sophocles, episode 3:9)

    (소포클레스, episode 3:9)

유의어

  1. ~때문이라고 생각하다

  2. 적용하다

  3. to deliver or confide to

  4. to be added

  5. 닿다

  6. 간섭하다

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION