헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παράπτω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παράπτω παράψω

형태분석: παρ (접두사) + ά̔πτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to fasten beside, fitted to, plied, flying.

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παράπτω

παράπτεις

παράπτει

쌍수 παράπτετον

παράπτετον

복수 παράπτομεν

παράπτετε

παράπτουσιν*

접속법단수 παράπτω

παράπτῃς

παράπτῃ

쌍수 παράπτητον

παράπτητον

복수 παράπτωμεν

παράπτητε

παράπτωσιν*

기원법단수 παράπτοιμι

παράπτοις

παράπτοι

쌍수 παράπτοιτον

παραπτοίτην

복수 παράπτοιμεν

παράπτοιτε

παράπτοιεν

명령법단수 παράπτε

παραπτέτω

쌍수 παράπτετον

παραπτέτων

복수 παράπτετε

παραπτόντων, παραπτέτωσαν

부정사 παράπτειν

분사 남성여성중성
παραπτων

παραπτοντος

παραπτουσα

παραπτουσης

παραπτον

παραπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παράπτομαι

παράπτει, παράπτῃ

παράπτεται

쌍수 παράπτεσθον

παράπτεσθον

복수 παραπτόμεθα

παράπτεσθε

παράπτονται

접속법단수 παράπτωμαι

παράπτῃ

παράπτηται

쌍수 παράπτησθον

παράπτησθον

복수 παραπτώμεθα

παράπτησθε

παράπτωνται

기원법단수 παραπτοίμην

παράπτοιο

παράπτοιτο

쌍수 παράπτοισθον

παραπτοίσθην

복수 παραπτοίμεθα

παράπτοισθε

παράπτοιντο

명령법단수 παράπτου

παραπτέσθω

쌍수 παράπτεσθον

παραπτέσθων

복수 παράπτεσθε

παραπτέσθων, παραπτέσθωσαν

부정사 παράπτεσθαι

분사 남성여성중성
παραπτομενος

παραπτομενου

παραπτομενη

παραπτομενης

παραπτομενον

παραπτομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION