헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραβαίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παραβαίνω παραβήσομαι παρέβην παραβέβαα

형태분석: παρα (접두사) + βαίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 위반하다, 초과하다, 어기다, 넘다, 죄를 짓다, 앞으로 내보내다, 전진시키다
  2. 무시하다, 생략하다, 못 보고 넘어가다, 지나치다
  1. to go by the side of, standing beside
  2. to pass beside or beyond, to overstep, transgress, the transgressors, to be transgressed, though offences are committed
  3. to pass over, omit, escaped
  4. to come forward, to step forward

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραβαίνω

παραβαίνεις

παραβαίνει

쌍수 παραβαίνετον

παραβαίνετον

복수 παραβαίνομεν

παραβαίνετε

παραβαίνουσιν*

접속법단수 παραβαίνω

παραβαίνῃς

παραβαίνῃ

쌍수 παραβαίνητον

παραβαίνητον

복수 παραβαίνωμεν

παραβαίνητε

παραβαίνωσιν*

기원법단수 παραβαίνοιμι

παραβαίνοις

παραβαίνοι

쌍수 παραβαίνοιτον

παραβαινοίτην

복수 παραβαίνοιμεν

παραβαίνοιτε

παραβαίνοιεν

명령법단수 παραβαίνε

παραβαινέτω

쌍수 παραβαίνετον

παραβαινέτων

복수 παραβαίνετε

παραβαινόντων, παραβαινέτωσαν

부정사 παραβαίνειν

분사 남성여성중성
παραβαινων

παραβαινοντος

παραβαινουσα

παραβαινουσης

παραβαινον

παραβαινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραβαίνομαι

παραβαίνει, παραβαίνῃ

παραβαίνεται

쌍수 παραβαίνεσθον

παραβαίνεσθον

복수 παραβαινόμεθα

παραβαίνεσθε

παραβαίνονται

접속법단수 παραβαίνωμαι

παραβαίνῃ

παραβαίνηται

쌍수 παραβαίνησθον

παραβαίνησθον

복수 παραβαινώμεθα

παραβαίνησθε

παραβαίνωνται

기원법단수 παραβαινοίμην

παραβαίνοιο

παραβαίνοιτο

쌍수 παραβαίνοισθον

παραβαινοίσθην

복수 παραβαινοίμεθα

παραβαίνοισθε

παραβαίνοιντο

명령법단수 παραβαίνου

παραβαινέσθω

쌍수 παραβαίνεσθον

παραβαινέσθων

복수 παραβαίνεσθε

παραβαινέσθων, παραβαινέσθωσαν

부정사 παραβαίνεσθαι

분사 남성여성중성
παραβαινομενος

παραβαινομενου

παραβαινομενη

παραβαινομενης

παραβαινομενον

παραβαινομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡσ οὖν εὖ βεβουλευμένοσ οὐκ ἔστιν ὅπου παραβήσομαι. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 11 2:5)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 11 2:5)

유의어

  1. to go by the side of

  2. 무시하다

  3. to come forward

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION