헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προαιρετός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προαιρετός προαιρετή προαιρετόν

형태분석: προαιρετ (어간) + ος (어미)

어원: from proaire/omai

  1. deliberately chosen, purposed

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 προαιρετός

(이)가

προαιρετή

(이)가

προαιρετόν

(것)가

속격 προαιρετοῦ

(이)의

προαιρετῆς

(이)의

προαιρετοῦ

(것)의

여격 προαιρετῷ

(이)에게

προαιρετῇ

(이)에게

προαιρετῷ

(것)에게

대격 προαιρετόν

(이)를

προαιρετήν

(이)를

προαιρετόν

(것)를

호격 προαιρετέ

(이)야

προαιρετή

(이)야

προαιρετόν

(것)야

쌍수주/대/호 προαιρετώ

(이)들이

προαιρετᾱ́

(이)들이

προαιρετώ

(것)들이

속/여 προαιρετοῖν

(이)들의

προαιρεταῖν

(이)들의

προαιρετοῖν

(것)들의

복수주격 προαιρετοί

(이)들이

προαιρεταί

(이)들이

προαιρετά

(것)들이

속격 προαιρετῶν

(이)들의

προαιρετῶν

(이)들의

προαιρετῶν

(것)들의

여격 προαιρετοῖς

(이)들에게

προαιρεταῖς

(이)들에게

προαιρετοῖς

(것)들에게

대격 προαιρετούς

(이)들을

προαιρετᾱ́ς

(이)들을

προαιρετά

(것)들을

호격 προαιρετοί

(이)들아

προαιρεταί

(이)들아

προαιρετά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διστάσειε γὰρ ἄν τισ ἐν τῷ γένει πέφυκε καὶ ἐν ποίῳ θεῖναι αὐτὴν χρή, καὶ πότερον οὐ ταὐτὸν τὸ ἑκούσιον καὶ τὸ προαιρετὸν ἢ ταὐτὸν ἐστίν. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 2 162:3)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 2 162:3)

  • ὥστε τοῦτο μὲν φανερόν, ὅτι ἀνάγκη τὸ προαιρετὸν τῶν ἐφ’ αὑτῷ τι εἶναι. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 2 166:1)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 2 166:1)

  • τῶν γὰρ ἐφ’ αὑτῷ τι ἦν τὸ προαιρετόν, δοξάζομεν δὲ πολλὰ καὶ τῶν οὐκ ὄντων ἐφ’ ἡμῖν, οἱο͂ν τὴν διάμετρον σύμμετρον. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 2 168:2)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 2 168:2)

  • , τὰ δὲ προαιρετὰ καὶ πρακτὰ τῶν ἐφ’ ἡμῖν ὄντων ἐστίν. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 2 175:3)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 2 175:3)

  • ὥστ’ ἐπεὶ τὸ μὲν ἐφ’ αὑτῷ ὂν ἢ πράττειν ἢ μὴ πράττειν, ἐάν τισ πράττῃ ἢ ἀπρακτῇ δι’ αὑτὸν καὶ μὴ δι’ ἄγνοιαν, ἑκὼν πράττει ἢ ἀπρακτεῖ, πολλὰ δὲ τῶν τοιούτων πράττομεν οὐ βουλευσάμενοι οὐδὲ προνοήσαντεσ, ἀνάγκη τὸ μὲν προαιρετὸν ἅπαν ἑκούσιον εἶναι, τὸ δ’ ἑκούσιον μὴ προαιρετόν, καὶ τὰ μὲν κατὰ προαίρεσιν πάντα ἑκούσια εἶναι, τὰ δ’ ἀκούσια μὴ πάντα κατὰ προαίρεσιν. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 2 185:2)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 2 185:2)

유의어

  1. deliberately chosen

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION