헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

περιβαίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: περιβαίνω περιβήσομαι περιέβην

형태분석: περι (접두사) + βαίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 돌다, 둘러가다, 돌아다니다
  1. to go round, to walk round and round, to bestride, astride of, to bestride
  2. to come round

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιβαίνω

(나는) 돈다

περιβαίνεις

(너는) 돈다

περιβαίνει

(그는) 돈다

쌍수 περιβαίνετον

(너희 둘은) 돈다

περιβαίνετον

(그 둘은) 돈다

복수 περιβαίνομεν

(우리는) 돈다

περιβαίνετε

(너희는) 돈다

περιβαίνουσιν*

(그들은) 돈다

접속법단수 περιβαίνω

(나는) 돌자

περιβαίνῃς

(너는) 돌자

περιβαίνῃ

(그는) 돌자

쌍수 περιβαίνητον

(너희 둘은) 돌자

περιβαίνητον

(그 둘은) 돌자

복수 περιβαίνωμεν

(우리는) 돌자

περιβαίνητε

(너희는) 돌자

περιβαίνωσιν*

(그들은) 돌자

기원법단수 περιβαίνοιμι

(나는) 돌기를 (바라다)

περιβαίνοις

(너는) 돌기를 (바라다)

περιβαίνοι

(그는) 돌기를 (바라다)

쌍수 περιβαίνοιτον

(너희 둘은) 돌기를 (바라다)

περιβαινοίτην

(그 둘은) 돌기를 (바라다)

복수 περιβαίνοιμεν

(우리는) 돌기를 (바라다)

περιβαίνοιτε

(너희는) 돌기를 (바라다)

περιβαίνοιεν

(그들은) 돌기를 (바라다)

명령법단수 περιβαίνε

(너는) 돌아라

περιβαινέτω

(그는) 돌아라

쌍수 περιβαίνετον

(너희 둘은) 돌아라

περιβαινέτων

(그 둘은) 돌아라

복수 περιβαίνετε

(너희는) 돌아라

περιβαινόντων, περιβαινέτωσαν

(그들은) 돌아라

부정사 περιβαίνειν

도는 것

분사 남성여성중성
περιβαινων

περιβαινοντος

περιβαινουσα

περιβαινουσης

περιβαινον

περιβαινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιβαίνομαι

(나는) 돌려진다

περιβαίνει, περιβαίνῃ

(너는) 돌려진다

περιβαίνεται

(그는) 돌려진다

쌍수 περιβαίνεσθον

(너희 둘은) 돌려진다

περιβαίνεσθον

(그 둘은) 돌려진다

복수 περιβαινόμεθα

(우리는) 돌려진다

περιβαίνεσθε

(너희는) 돌려진다

περιβαίνονται

(그들은) 돌려진다

접속법단수 περιβαίνωμαι

(나는) 돌려지자

περιβαίνῃ

(너는) 돌려지자

περιβαίνηται

(그는) 돌려지자

쌍수 περιβαίνησθον

(너희 둘은) 돌려지자

περιβαίνησθον

(그 둘은) 돌려지자

복수 περιβαινώμεθα

(우리는) 돌려지자

περιβαίνησθε

(너희는) 돌려지자

περιβαίνωνται

(그들은) 돌려지자

기원법단수 περιβαινοίμην

(나는) 돌려지기를 (바라다)

περιβαίνοιο

(너는) 돌려지기를 (바라다)

περιβαίνοιτο

(그는) 돌려지기를 (바라다)

쌍수 περιβαίνοισθον

(너희 둘은) 돌려지기를 (바라다)

περιβαινοίσθην

(그 둘은) 돌려지기를 (바라다)

복수 περιβαινοίμεθα

(우리는) 돌려지기를 (바라다)

περιβαίνοισθε

(너희는) 돌려지기를 (바라다)

περιβαίνοιντο

(그들은) 돌려지기를 (바라다)

명령법단수 περιβαίνου

(너는) 돌려져라

περιβαινέσθω

(그는) 돌려져라

쌍수 περιβαίνεσθον

(너희 둘은) 돌려져라

περιβαινέσθων

(그 둘은) 돌려져라

복수 περιβαίνεσθε

(너희는) 돌려져라

περιβαινέσθων, περιβαινέσθωσαν

(그들은) 돌려져라

부정사 περιβαίνεσθαι

돌려지는 것

분사 남성여성중성
περιβαινομενος

περιβαινομενου

περιβαινομενη

περιβαινομενης

περιβαινομενον

περιβαινομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιβήσομαι

(나는) 돌겠다

περιβήσει, περιβήσῃ

(너는) 돌겠다

περιβήσεται

(그는) 돌겠다

쌍수 περιβήσεσθον

(너희 둘은) 돌겠다

περιβήσεσθον

(그 둘은) 돌겠다

복수 περιβησόμεθα

(우리는) 돌겠다

περιβήσεσθε

(너희는) 돌겠다

περιβήσονται

(그들은) 돌겠다

기원법단수 περιβησοίμην

(나는) 돌겠기를 (바라다)

περιβήσοιο

(너는) 돌겠기를 (바라다)

περιβήσοιτο

(그는) 돌겠기를 (바라다)

쌍수 περιβήσοισθον

(너희 둘은) 돌겠기를 (바라다)

περιβησοίσθην

(그 둘은) 돌겠기를 (바라다)

복수 περιβησοίμεθα

(우리는) 돌겠기를 (바라다)

περιβήσοισθε

(너희는) 돌겠기를 (바라다)

περιβήσοιντο

(그들은) 돌겠기를 (바라다)

부정사 περιβήσεσθαι

돌 것

분사 남성여성중성
περιβησομενος

περιβησομενου

περιβησομενη

περιβησομενης

περιβησομενον

περιβησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιέβαινον

(나는) 돌고 있었다

περιέβαινες

(너는) 돌고 있었다

περιέβαινεν*

(그는) 돌고 있었다

쌍수 περιεβαίνετον

(너희 둘은) 돌고 있었다

περιεβαινέτην

(그 둘은) 돌고 있었다

복수 περιεβαίνομεν

(우리는) 돌고 있었다

περιεβαίνετε

(너희는) 돌고 있었다

περιέβαινον

(그들은) 돌고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 περιεβαινόμην

(나는) 돌려지고 있었다

περιεβαίνου

(너는) 돌려지고 있었다

περιεβαίνετο

(그는) 돌려지고 있었다

쌍수 περιεβαίνεσθον

(너희 둘은) 돌려지고 있었다

περιεβαινέσθην

(그 둘은) 돌려지고 있었다

복수 περιεβαινόμεθα

(우리는) 돌려지고 있었다

περιεβαίνεσθε

(너희는) 돌려지고 있었다

περιεβαίνοντο

(그들은) 돌려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κακόν τι περιβαίνει με κἀναπείθομαι. (Aristophanes, Wasps, Episode 2:22)

    (아리스토파네스, Wasps, Episode 2:22)

  • τῷ δ’ ἀθλίασ ἄσημα περιβαίνει βοῆσ ἑρ́ποντι μᾶλλον ἆσσον, οἰμώξασ δ’ ἔποσ ἱήσι δυσθρήνητον· (Sophocles, Antigone, episode 1:11)

    (소포클레스, Antigone, episode 1:11)

  • τὸ δὲ τρῆμα τοῦ σανιδώματοσ ἦν παράμηκεσ καὶ περιέβαινε περὶ τὸν στῦλον μετὰ τὰσ πρώτασ εὐθέωσ τῆσ κλίμακοσ δύ’ ὀργυιάσ. (Polybius, Histories, book 1, chapter 22 6:1)

    (폴리비오스, Histories, book 1, chapter 22 6:1)

유의어

  1. to come round

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION