헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συμβαίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συμβαίνω συμβήσω συμβέβηκα συμβέβαμαι

형태분석: συμ (접두사) + βαίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 만나다, 접하다
  1. to stand with the feet together
  2. to stand with or beside, so as to assist
  3. to meet

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμβαίνω

συμβαίνεις

συμβαίνει

쌍수 συμβαίνετον

συμβαίνετον

복수 συμβαίνομεν

συμβαίνετε

συμβαίνουσιν*

접속법단수 συμβαίνω

συμβαίνῃς

συμβαίνῃ

쌍수 συμβαίνητον

συμβαίνητον

복수 συμβαίνωμεν

συμβαίνητε

συμβαίνωσιν*

기원법단수 συμβαίνοιμι

συμβαίνοις

συμβαίνοι

쌍수 συμβαίνοιτον

συμβαινοίτην

복수 συμβαίνοιμεν

συμβαίνοιτε

συμβαίνοιεν

명령법단수 συμβαίνε

συμβαινέτω

쌍수 συμβαίνετον

συμβαινέτων

복수 συμβαίνετε

συμβαινόντων, συμβαινέτωσαν

부정사 συμβαίνειν

분사 남성여성중성
συμβαινων

συμβαινοντος

συμβαινουσα

συμβαινουσης

συμβαινον

συμβαινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμβαίνομαι

συμβαίνει, συμβαίνῃ

συμβαίνεται

쌍수 συμβαίνεσθον

συμβαίνεσθον

복수 συμβαινόμεθα

συμβαίνεσθε

συμβαίνονται

접속법단수 συμβαίνωμαι

συμβαίνῃ

συμβαίνηται

쌍수 συμβαίνησθον

συμβαίνησθον

복수 συμβαινώμεθα

συμβαίνησθε

συμβαίνωνται

기원법단수 συμβαινοίμην

συμβαίνοιο

συμβαίνοιτο

쌍수 συμβαίνοισθον

συμβαινοίσθην

복수 συμβαινοίμεθα

συμβαίνοισθε

συμβαίνοιντο

명령법단수 συμβαίνου

συμβαινέσθω

쌍수 συμβαίνεσθον

συμβαινέσθων

복수 συμβαίνεσθε

συμβαινέσθων, συμβαινέσθωσαν

부정사 συμβαίνεσθαι

분사 남성여성중성
συμβαινομενος

συμβαινομενου

συμβαινομενη

συμβαινομενης

συμβαινομενον

συμβαινομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡμᾶσ συμβαῖνον ἱκανὴν μαρτυρίαν δίδωσι μετὰ γὰρ τὰ λουτρὰ καὶ τὰσ ἐξιδρώσεισ περιψυχόμεθα μᾶλλον, τοῖσ σώμασιν ἀνειμένοισ καὶ διακεχυμένοισ πολλὴν ψυχρότητα μετὰ τοῦ ἀέροσ καταδεχόμενοι. (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 12 7:2)

    (플루타르코스, De primo frigido, chapter, section 12 7:2)

  • ὁμοῦ δὲ τούτων πάντων ἀγωνιζομένων ἄλεκτον ἦν τὸ συμβαῖνον, περὶ δὲ τῶν τραγῳδῶν, φησὶν ὁ Πολύβιοσ, ὅ τι ἂν ἐπιβάλωμαι λέγειν, δόξω τισὶν διαχλευάζειν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 4 1:8)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 4 1:8)

  • κυβερνήτῃ γὰρ οὔτε κῦμα πραῧναι τραχὺ καὶ πνεῦμα δυνατόν ἐστιν, οὔθ’ ὅποι βούλεται δεομένῳ λιμένοσ τυχεῖν οὔτε θαρραλέωσ καὶ ἀτρόμωσ ὑπομεῖναι τὸ συμβαῖνον ἀλλ’ ἑώσ οὐκ ἀπέγνωκε τῇ τέχνῃ χρώμενοσ, φεύγει μέγα λαῖφοσ ὑποστολίσασ εἰσ ἐνέρτερον ἰστὸν ἐρεβώδεοσ ἐκ θαλάσσησ, ἐπειδὰν δὲ τὸ πέλαγοσ ὑπέρσχῃ, τρέμων κάθηται καὶ παλλόμενοσ. (Plutarch, De tranquilitate animi, section 17 4:1)

    (플루타르코스, De tranquilitate animi, section 17 4:1)

  • "ἀλλὰ τὸ συμβαῖνον οὐχ ὅμοιον· (Plutarch, De virtute morali, section 7 18:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 7 18:1)

  • ὁμολογῶν τὸ συμβαῖνον ἐκ τῆσ πρὸσ τὸν λόγον τοῦ πάθουσ διαφορᾶσ. (Plutarch, De virtute morali, section 10 20:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 10 20:1)

유의어

  1. to stand with or beside

  2. 만나다

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION