- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκληρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: sklēros 고전 발음: [레:로] 신약 발음: [레로]

기본형: σκληρός

형태분석: σκληρ (어간) + ος (어미)

어원: σκέλλω

  1. 굳은, 어려운
  2. 사나운, 쓴 맛의
  1. hard
  2. harsh

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 σκληρός

굳은 (이)가

σκληρά

굳은 (이)가

σκλῆρον

굳은 (것)가

속격 σκληροῦ

굳은 (이)의

σκληρᾶς

굳은 (이)의

σκλήρου

굳은 (것)의

여격 σκληρῷ

굳은 (이)에게

σκληρᾷ

굳은 (이)에게

σκλήρῳ

굳은 (것)에게

대격 σκληρόν

굳은 (이)를

σκληράν

굳은 (이)를

σκλῆρον

굳은 (것)를

호격 σκληρέ

굳은 (이)야

σκληρά

굳은 (이)야

σκλῆρον

굳은 (것)야

쌍수주/대/호 σκληρώ

굳은 (이)들이

σκληρά

굳은 (이)들이

σκλήρω

굳은 (것)들이

속/여 σκληροῖν

굳은 (이)들의

σκληραῖν

굳은 (이)들의

σκλήροιν

굳은 (것)들의

복수주격 σκληροί

굳은 (이)들이

σκληραί

굳은 (이)들이

σκλῆρα

굳은 (것)들이

속격 σκληρῶν

굳은 (이)들의

σκληρῶν

굳은 (이)들의

σκλήρων

굳은 (것)들의

여격 σκληροῖς

굳은 (이)들에게

σκληραῖς

굳은 (이)들에게

σκλήροις

굳은 (것)들에게

대격 σκληρούς

굳은 (이)들을

σκληράς

굳은 (이)들을

σκλῆρα

굳은 (것)들을

호격 σκληροί

굳은 (이)들아

σκληραί

굳은 (이)들아

σκλῆρα

굳은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μαχόμενος καὶ ὀνειδίζων ἐξαποστελεῖ αὐτούς. οὐ σὺ ἦσθα ὁ μελετῶν τῷ πνεύματι τῷ σκληρῷ ἀνελεῖν αὐτοὺς πνεύματι θυμοῦ; (Septuagint, Liber Isaiae 27:8)

    (70인역 성경, 이사야서 27:8)

  • ἐκεῖναι γὰρ ποιμένι μὲν οὐκ ἂν ὤκνησαν φανῆναι σκληρῷ ἀνδρὶ καὶ δασεῖ καὶ πολὺν τὸν ἥλιον ἐπὶ τῷ σώματι ἐμφαίνοντι, οἱῴ δὲ σοὶ - καί μοι πρὸς τῆς Λιβανίτιδος ἄφες ἐν τῷ παρόντι τὸ μὴ σύμπαντα σαφῶς εἰπεῖν - οὐδὲ ἐγγὺς γενέσθαι ποτ ἂν εὖ οἶδ ὅτι ἠξίωσαν, ἀλλ ἀντὶ τῆς δάφνης μυρρίνῃ ἂν ἢ καὶ μαλάχης φύλλοις μαστιγοῦσαι ἀπήλλαξαν ἂν τῶν τοιούτων, ὡς μὴ μιᾶναι μήτε τὸν Ὀλμειὸν μήτε τὴν τοῦ Ἵππου κρήνην, ἅπερ ἢ ποιμνίοις διψῶσιν ἢ ποιμένων στόμασι καθαροῖς πότιμα. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 3:6)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 3:6)

  • ἐν γὰρ ἱερῷ Νίκης ἀνδριὰς εἱστήκει Καίσαρος, καὶ τὸ περὶ αὐτῷ χωρίον αὐτό τε στερεὸν φύσει καὶ λίθῳ σκληρῷ κατεστρωμένον ἦν ἄνωθεν ἐκ τούτου λέγουσιν ἀνατεῖλαι φοίνικα παρὰ τὴν βάσιν τοῦ ἀνδριάντος. (Plutarch, Caesar, chapter 47 1:2)

    (플루타르코스, Caesar, chapter 47 1:2)

  • εἰ μὲν γὰρ μένει ὁποῖὸς γ ἐστι φύσει, πῶς τὸ μέλαν ἐν τῷ μὴ λευκῷ λευκότης γίγνεται καὶ τὸ μαλθακὸν ἐν τῷ μὴ σκληρῷ σκληρότης καὶ τὸ μανὸν ἐν τῷ μὴ πυκνῷ πυκνότης· (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 43 3:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 43 3:1)

  • τὸν δ ἥλιον ἀκράτῳ πυρὶ καὶ σκληρῷ καταθάλπειν τε καὶ καταυαίνειν τὰ φυόμενα καὶ τεθηλότα, καὶ τὸ πολὺ μέρος τῆς γῆς παντάπασιν ὑπὸ φλογμοῦ ποιεῖν ἀοίκητον καὶ κατακρατεῖν πολλαχοῦ καὶ τῆς σελήνης. (Plutarch, De Iside et Osiride, section 41 2:2)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 41 2:2)

유의어

  1. 굳은

  2. 사나운

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION