헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυσμίμητος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δυσμίμητος δυσμίμητον

형태분석: δυσμιμητ (어간) + ος (어미)

어원: mi_me/omai

  1. hard to imitate

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δυσμίμητος

(이)가

δυσμίμητον

(것)가

속격 δυσμιμήτου

(이)의

δυσμιμήτου

(것)의

여격 δυσμιμήτῳ

(이)에게

δυσμιμήτῳ

(것)에게

대격 δυσμίμητον

(이)를

δυσμίμητον

(것)를

호격 δυσμίμητε

(이)야

δυσμίμητον

(것)야

쌍수주/대/호 δυσμιμήτω

(이)들이

δυσμιμήτω

(것)들이

속/여 δυσμιμήτοιν

(이)들의

δυσμιμήτοιν

(것)들의

복수주격 δυσμίμητοι

(이)들이

δυσμίμητα

(것)들이

속격 δυσμιμήτων

(이)들의

δυσμιμήτων

(것)들의

여격 δυσμιμήτοις

(이)들에게

δυσμιμήτοις

(것)들에게

대격 δυσμιμήτους

(이)들을

δυσμίμητα

(것)들을

호격 δυσμίμητοι

(이)들아

δυσμίμητα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "πόθεν γὰρ οὗτοσ ἠπίστατο ἃ ἐγὼ πάνυ ἀσφαλῶσ σημηνάμενοσ αὐτῷ ἔδωκα ὑπὸ σφραγῖσιν δυσμιμήτοισ, εἰ μὴ θεόσ τισ ὡσ ἀληθῶσ ὁ πάντα γιγνώσκων ἦν· (Lucian, Alexander, (no name) 20:3)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 20:3)

  • χαλεπὰ δὲ ταῦτα καὶ δυσμίμητα φαίη τισ ἄν. (Plutarch, De liberis educandis, section 14 13:1)

    (플루타르코스, De liberis educandis, section 14 13:1)

  • ὁ δὲ Γέλλιοσ ἀριστεῖα καὶ τιμὰσ αὐτῷ διαπρεπεῖσ ἔγραψεν, ἃσ ἐκεῖνοσ οὐκ ἔλαβεν οὐδὲ προσήκατο, φήσασ ἄξιον μηθὲν εἰργάσθαι τιμῶν, ἔκ τε δὴ τούτων ἀλλόκοτοσ ἐδόκει, καὶ νόμου γραφέντοσ ὅπωσ τοῖσ παραγγέλλουσιν εἰσ ἀρχὴν ὀνοματολόγοι μὴ παρῶσι, χιλιαρχίαν μετιὼν μόνοσ ἐπείθετο τῷ νόμῳ καὶ δι’ αὑτοῦ ποιησάμενοσ ἔργον ἀσπάζεσθαι καὶ προσαγορεύειν τοὺσ ἐντυγχάνοντασ, οὐδὲ αὐτοῖσ ἀνεπαχθὴσ ἦν τοῖσ ἐπαινοῦσιν, ὅσον μᾶλλον ἐνόουν τὸ καλὸν ὧν ἐπετήδευε, τὸ δυσμίμητον αὐτῶν βαρυνομένοισ. (Plutarch, Cato the Younger, chapter 8 2:1)

    (플루타르코스, Cato the Younger, chapter 8 2:1)

  • τὸ γὰρ αὐτὸ χάριν καὶ βάροσ καὶ φόβον καὶ ὡρ́αν εἶχε, καὶ συνεκέκρατο τῷ νεαρῷ καὶ ἰταμῷ δυσμίμητοσ ἡρωϊκή τισ ἐπιφάνεια καὶ βασιλικὴ σεμνότησ. (Plutarch, Demetrius, chapter 2 2:3)

    (플루타르코스, Demetrius, chapter 2 2:3)

  • δοκεῖ δὲ κατὰ τὴν λέξιν εὔκολοσ εἶναι, δυσμίμητοσ ὤν. (Plutarch, Vitae decem oratorum, , section 1 16:3)

    (플루타르코스, Vitae decem oratorum, , section 1 16:3)

유의어

  1. hard to imitate

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION