헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μύραινα

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μύραινα

형태분석: μυραιν (어간) + α (어미)

  1. a sea-serpent

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοία Στυγόσ σε μελανοκάρδιοσ πέτρα Ἀχερόντιόσ τε σκόπελοσ αἱματοσταγὴσ φρουροῦσι, Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνεσ, ἔχιδνά θ’ ἑκατογκέφαλοσ, ἣ τὰ σπλάγχνα σου διασπαράξει, πλευμόνων τ’ ἀνθάψεται Ταρτησία μύραινα· (Aristophanes, Frogs, Lyric-Scene10)

    (아리스토파네스, Frogs, Lyric-Scene10)

  • "σὺ μυραίνησ ἐν ζωγρείῳ σοι τρεφομένησ εἶτ’ ἀποθανούσησ ἔκλαυσασ; (Plutarch, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 5 6:1)

    (플루타르코스, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 5 6:1)

  • μύραιναν δ’ ἐπέθηκε φέρων, προκάλυμμα τραπέζησ, ζώνην θ’, ἣν φορέεσκεν ἀγαλλομένη περὶ δειρήν, εἰσ λέχοσ ἡνίκ’ ἔβαινε Δρακοντιάδῃ μεγαθύμῳ σάνδαλα δ’ αὖ παρέθηκεν ἀειγενῆ ἀθανατάων, βούγλωσσὸν θ’,6 ὃσ ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ, κίχλασ δ’ ἑξείησ ἡβήτορασ ὑψιπετήεισ καὶ πέτρασ κάτα βοσκομένασ, ὑάδασ θ’ ὑδατινούσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 13:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 13:1)

  • "ἰχθύοσ δὲ γίνεται καὶ Ἡσυχίασ τῆσ ἀδελφῆσ Γαλήνη καὶ Μύραινα καὶ Ἠλακατῆνεσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 628)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 628)

  • ι Ἀριστοτέλησ δ’ ἐν τῷ περὶ ζῴων ἠθῶν καὶ βίων φησὶν ὅτι ζῶσιν οἱ κεστρεῖσ κἂν ἀφαιρεθῶσι τὰσ κέρκουσ, ἀπεσθίεται δ’ ὁ μὲν κεστρεὺσ ὑπὸ λάβρακοσ, ὁ δὲ γόγγροσ ὑπὸ μυραίνησ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 78 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 78 1:2)

  • Ἰταλίασ τε μεταξὺ κατὰ στενοκύμονα πορθμὸν ἡ πλωτὴ μύραινα καλουμένη ἄν ποτε ληφθῇ, ὠνοῦ τοῦτο γάρ ἐστιν ἐκεῖ θαυμαστὸν ἔδεσμα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 91 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 91 2:1)

  • μύραινά γ’ εἴτ’ ἔχιδν’ ἔφυ σήπειν θιγοῦσ’ ἂν ἄλλον οὐ δεδηγμένον τόλμησ ἕκατι κἀκδίκου φρονήματοσ. (Aeschylus, Libation Bearers, episode 2:2)

    (아이스킬로스, Libation Bearers, episode 2:2)

유의어

  1. a sea-serpent

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION