- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

οἰκεῖος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: oikeios 고전 발음: [] 신약 발음: [위끼오]

기본형: οἰκεῖος

형태분석: οἰκει (어간) + ος (어미)

  1. 사육되는, 길들여진, 타고난
  2. 친척의, 혈족의, 친족의, 동족의
  3. 친한, 친절한
  4. 비밀의, 숨겨진, 숨은, 병사의
  5. 적절한, 어울리는, 알맞는, 적합한
  1. in the house, at home
  2. of the house, domestic
  3. of the same household; familial, related
  4. friendly
  5. belonging to one's house or family
  6. belonging to oneself, personal, private
  7. proper, fitting, suitable
  8. (with dative) belonging to
  9. (astrology) domiciliary
  10. (Stoicism) endeared by nature

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 οἰκεῖος

(이)가

οἰκεία

(이)가

οἴκειον

(것)가

속격 οἰκείου

(이)의

οἰκείας

(이)의

οἰκείου

(것)의

여격 οἰκείῳ

(이)에게

οἰκείᾳ

(이)에게

οἰκείῳ

(것)에게

대격 οἰκεῖον

(이)를

οἰκείαν

(이)를

οἴκειον

(것)를

호격 οἰκεῖε

(이)야

οἰκεία

(이)야

οἴκειον

(것)야

쌍수주/대/호 οἰκείω

(이)들이

οἰκεία

(이)들이

οἰκείω

(것)들이

속/여 οἰκείοιν

(이)들의

οἰκείαιν

(이)들의

οἰκείοιν

(것)들의

복수주격 οἰκεῖοι

(이)들이

οἰκεῖαι

(이)들이

οἴκεια

(것)들이

속격 οἰκείων

(이)들의

οἰκειῶν

(이)들의

οἰκείων

(것)들의

여격 οἰκείοις

(이)들에게

οἰκείαις

(이)들에게

οἰκείοις

(것)들에게

대격 οἰκείους

(이)들을

οἰκείας

(이)들을

οἴκεια

(것)들을

호격 οἰκεῖοι

(이)들아

οἰκεῖαι

(이)들아

οἴκεια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ὁ δὲ εἰς τὴν οἰκείαν ἐπανελθὼν καταλαμβάνει τὸ περὶ τοῦ πατρῴου φόνου ἔτι φλεγμαῖνον καὶ πολλοὺς τοὺς ἐπανατεινομένους τὴν κατηγορίαν. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:26)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:26)

  • παρακαλεῖ τε τὴν τῶν Ἑλλήνων εὔνοιαν οἰκείαν ποιεῖν τῇ πόλει, μεγίστην ἡγουμένους μερίδα πρὸς εὐδαιμονίαν, καὶ πολεμικοὺς μὲν εἶναι ταῖς παρασκευαῖς καὶ ταῖς μελέταις, εἰρηνικοὺς δὲ τῷ μηδένα μηδὲν ἀδικεῖν, διδάσκων ὡς οὔτε πρὸς πλοῦτον οὔτε πρὸς δόξαν οὔθ ὅλως πρὸς εὐδαιμονίαν οὐθὲν ἂν συμβάλοιτο τηλικαύτην δύναμιν, ὅσην ἀρετὴ καὶ τὰ μέρη ταύτης: (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 7 1:2)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 7 1:2)

  • καὶ ἀνοίξας ἅμα τὸν ταῦρον κατὰ τὰ νῶτα, Ἤν τινα, ἔφη, κολάζειν ἐθέλῃς, ἐμβιβάσας εἰς τὸ μηχάνημα τοῦτο καὶ κατακλείσας προστιθέναι μὲν τοὺς αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός, πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν, καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις ταῖς ὀδύναις ἐχόμενος, ἡ βοὴ δὲ διὰ τῶν αὐλῶν μέλη σοι ἀποτελέσει οἱᾶ λιγυρώτατα καὶ ἐπαυλήσει θρηνῶδες καὶ μυκήσεται γοερώτατον, ὡς τὸν μὲν κολάζεσθαι, σὲ δὲ τέρπεσθαι μεταξὺ καταυλούμενον, ἐγὼ δὲ ὡς τοῦτο ἤκουσα, ἐμυσάχθην τὴν κακομηχανίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὴν ἐπίνοιαν ἐμίσησα τοῦ κατασκευάσματος καὶ οἰκείαν αὐτῷ τιμωρίαν ἐπέθηκα: (Lucian, Phalaris, book 1 11:8)

    (루키아노스, Phalaris, book 1 11:8)

  • οὐ γὰρ διανοουμένους μόνον ὑποτίθεται χρηστὰ καὶ ἐπιεικῆ καὶ μέτρια τοὺς λέγοντας, ὥστε εἰκόνας εἶναι δοκεῖν τῶν ἠθῶν τοὺς λόγους, ἀλλὰ καὶ τὴν λέξιν ἀποδίδωσι τοῖς ἤθεσιν οἰκείαν, ᾗ πέφυκεν αὐτὰ ἑαυτῶν κράτιστα δηλοῦσθαι, τὴν σαφῆ καὶ κυρίαν καὶ κοινὴν καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις συνηθεστάτην: (Dionysius of Halicarnassus, chapter 84)

    (디오니시오스, chapter 84)

  • Ἔχει τινὰ καὶ ταῦτα κατανόησιν οὐκ ἄχαριν, τὸ δὲ σπουδάζειν πρός τινα τὴν οἰκείαν ὠφέλειαν τοῦ σπουδάζοντος ἐμφαίνει, τὸ δὲ περί τινα τὴν ἐκείνου περὶ ὅν σπουδάζει. (Lucian, 10:23)

    (루키아노스, 10:23)

유의어

  1. in the house

  2. 사육되는

  3. 친척의

  4. 친한

  5. belonging to one's house or family

  6. 비밀의

  7. 적절한

관련어

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION