- Greek-English Dictionary

Ancient Greek-English Dictionary Language

λαμπρός?

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration: lampros

Principal Part: λαμπρός λαμπρή λαμπρόν

Structure: λαμπρ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: λάμπω

Sense

  1. bright, brilliant, radiant
  2. bright
  3. bright, limpid
  4. clear, sonorous, distinct
  5. a fresh keen, a fresh, vigorously, vigorously
  6. clear, manifest, decisive, without concealment
  7. well-known, illustrious, magnificent, munificent
  8. bright, joyous
  9. splendid, brilliant, most splendidly

Examples

  • Λαμπρὰ καὶ ἀμάραντός ἐστιν ἡ σοφία και εὐχερῶς θεωρεῖται ὑπὸ τῶν ἀγαπώντων αὐτὴν καὶ εὑρίσκεται ὑπὸ τῶν ζητούντων αὐτήν, (Septuagint, Liber Sapientiae 6:12)
  • ὅλος γὰρ ὁ κόσμος λαμπρῷ καταλάμπετο φωτὶ καὶ ἀνεμποδίστοις συνείχετο ἔργοις. (Septuagint, Liber Sapientiae 17:20)
  • κρείσσων βίος πτωχοῦ ὑπὸ σκέπην δοκῶν ἢ ἐδέσματα λαμπρὰ ἐν ἀλλοτρίοις. (Septuagint, Liber Sirach 29:21)
  • λαμπρὰ καρδία καὶ ἀγαθὴ ἐπὶ ἐδέσμασι τῶν βρωμάτων αὐτῆς ἐπιμελήσεται. (Septuagint, Liber Sirach 30:25)
  • λαμπρὸν ἐπ᾿ ἄρτοις εὐλογήσει χείλη, καὶ μαρτυρία τῆς καλλονῆς αὐτοῦ πιστή. (Septuagint, Liber Sirach 31:23)
  • ἧκεν οὖν εἰς τοὺς Δελφοὺς τοῖς τε ἄλλοις λαμπρὸς καὶ δὴ καὶ ἐσθῆτα χρυσόπαστον ποιησάμενος καὶ στέφανον δάφνης χρυσῆς κάλλιστον, ὡς ἀντὶ καρποῦ τῆς δάφνης σμαράγδους εἶναι ἰσομεγέθεις τῷ καρπῷ: (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 8:4)
  • εἰσβαλὼν οὖν ὁ Ἀλέξανδρος μετὰ τοιαύτης τραγῳδίας διὰ πολλοῦ εἰς τὴν πατρίδα περίβλεπτός τε καὶ λαμπρὸς ἦν, μεμηνέναι προσποιούμενος ἐνίοτε καὶ ἀφροῦ ὑποπιμπλάμενος τὸ στόμα ῥᾳδίως δὲ τοῦτο ὑπῆρχεν αὐτῷ, στρουθίου τῆς βαφικῆς βοτάνης τὴν ῥίζαν διαμασησαμένῳ τοῖς δὲ θεῖόν τι καὶ φοβερὸν ἐδόκει καὶ ὁ ἀφρός. (Lucian, Alexander, (no name) 12:1)
  • "τίνος ἕνεκα, ὦ θεοί, ἢ τίς ὁ λαμπρὸς οὗτος μισθός ἐστιν· (Lucian, De mercede, (no name) 30:3)
  • καὶ ταῦθ ὁ χρῄζων λαμπρός ἐσθ, ὁ μὴ θέλων σιγᾷ. (Euripides, Suppliants, episode 2:9)
  • οὐκ ἐν λόγοις ἦν λαμπρός, ἀλλ ἐν ἀσπίδι δεινὸς σοφιστής, πολλά τ ἐξευρεῖν σοφά. (Euripides, Suppliants, episode 1:8)

Synonyms

  1. bright

  2. bright

  3. clear

  4. well-known

  5. bright

  6. splendid

Related

명사

형용사

동사

부사

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION