- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μακρός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: makros 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μακρός μακρά μακρόν

형태분석: μακρ (어간) + ος (어미)

어원: (from ΜΑΚ, Root of μῆκος)

  1. 깊은, 높은
  2. 먼, 먼 거리의
  3. 장모음의
  1. long
  2. tall, deep
  3. far, distant
  4. (time) long
  5. (grammar, of vowels) long

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μακρός

긴 (이)가

μακρά

긴 (이)가

μακρόν

긴 (것)가

속격 μακροῦ

긴 (이)의

μακρᾶς

긴 (이)의

μακροῦ

긴 (것)의

여격 μακρῷ

긴 (이)에게

μακρᾷ

긴 (이)에게

μακρῷ

긴 (것)에게

대격 μακρόν

긴 (이)를

μακράν

긴 (이)를

μακρόν

긴 (것)를

호격 μακρέ

긴 (이)야

μακρά

긴 (이)야

μακρόν

긴 (것)야

쌍수주/대/호 μακρώ

긴 (이)들이

μακρά

긴 (이)들이

μακρώ

긴 (것)들이

속/여 μακροῖν

긴 (이)들의

μακραῖν

긴 (이)들의

μακροῖν

긴 (것)들의

복수주격 μακροί

긴 (이)들이

μακραί

긴 (이)들이

μακρά

긴 (것)들이

속격 μακρῶν

긴 (이)들의

μακρῶν

긴 (이)들의

μακρῶν

긴 (것)들의

여격 μακροῖς

긴 (이)들에게

μακραῖς

긴 (이)들에게

μακροῖς

긴 (것)들에게

대격 μακρούς

긴 (이)들을

μακράς

긴 (이)들을

μακρά

긴 (것)들을

호격 μακροί

긴 (이)들아

μακραί

긴 (이)들아

μακρά

긴 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἐν μέντοι τῷ ἄρθρῳ τῷ κάτω οὐχ ὁμοίη ἡ ὑπότασις τοῦ ὀστέου τοῦ μακροτέρου‧ ἀνομοίως γὰρ ὁ ἀγκὼν καὶ ἡ ἰγνύη κάμπτεται. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 18.4)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 18.4)

  • ἐγὼ τὸν μὲν ἴδιον βίον τὸν Δημοσθένους ἐξετάζειν μακροτέρου λόγου ἔργον ἡγοῦμαι. (Aeschines, Speeches, , section 51 1:2)

    (아이스키네스, 연설, , section 51 1:2)

  • τὸ μὲν τοίνυν εἴ ποτέ ἐστίν που τὸ χεῖρον κρεῖττον τοῦ ἀμείνονος ἐάσωμεν - μακροτέρου γὰρ λόγου - τὸ δὲ ὑπὸ σοῦ λεγόμενον μανθάνω νῦν, ὥς ποτε πολῖται, συγγενεῖς καὶ τῆς αὐτῆς πόλεως γεγονότες, ἄδικοι καὶ πολλοὶ συνελθόντες, δικαίους ἐλάττους ὄντας βιάσονται δουλούμενοι, καὶ ὅταν μὲν κρατήσωσιν, ἥττων ἡ πόλις αὑτῆς ὀρθῶς αὕτη λέγοιτ ἂν ἅμα καὶ κακή, ὅπου δ ἂν ἡττῶνται, κρείττων τε καὶ ἀγαθή. (Plato, Laws, book 1 18:1)

    (플라톤, Laws, book 1 18:1)

  • καὶ μὴν ὅτι γε οὔτ ἀληθῆ λέγουσιν οὔτ ἀληθέσι προσόμοια, ἀλλὰ τῷ μέλλοντι καὶ πείσειν ἀνθρώπους καὶ ὅλως ὑποχειρίους ἕξειν, τὴν βελτίστην καὶ τὴν ἐρρωμενεστάτην καὶ πάντως ἀδιάφθορον καὶ ἄμεμπτον ἐκ τῶν δυνατῶν ἰτέον καὶ προαιρετέον, καὶ συχνοῦ λόγου δεῖξαι καὶ βραχέος πάνυ, βραχέος μὲν λέγω, διὰ τὸ σφόδρα οὕτω σαφὲς εἶναι, μακροτέρου δὲ, ὅτι μυρίοις ἄν τις ἔχοι καὶ τεκμηρίοις καὶ παραδείγμασι δεικνύναι. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:4)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 6:4)

유의어

  1. 깊은

  2. 장모음의

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION