헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κοινός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κοινός κοινή κοινόν

형태분석: κοιν (어간) + ος (어미)

어원: from cu/n su/n, cf. cuno/s

  1. 흔한, 평범한
  2. 공중의, 공공의, 일반적
  1. common
  2. public, general

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κοινός

흔한 (이)가

κοινή

흔한 (이)가

κοινόν

흔한 (것)가

속격 κοινοῦ

흔한 (이)의

κοινῆς

흔한 (이)의

κοινοῦ

흔한 (것)의

여격 κοινῷ

흔한 (이)에게

κοινῇ

흔한 (이)에게

κοινῷ

흔한 (것)에게

대격 κοινόν

흔한 (이)를

κοινήν

흔한 (이)를

κοινόν

흔한 (것)를

호격 κοινέ

흔한 (이)야

κοινή

흔한 (이)야

κοινόν

흔한 (것)야

쌍수주/대/호 κοινώ

흔한 (이)들이

κοινᾱ́

흔한 (이)들이

κοινώ

흔한 (것)들이

속/여 κοινοῖν

흔한 (이)들의

κοιναῖν

흔한 (이)들의

κοινοῖν

흔한 (것)들의

복수주격 κοινοί

흔한 (이)들이

κοιναί

흔한 (이)들이

κοινά

흔한 (것)들이

속격 κοινῶν

흔한 (이)들의

κοινῶν

흔한 (이)들의

κοινῶν

흔한 (것)들의

여격 κοινοῖς

흔한 (이)들에게

κοιναῖς

흔한 (이)들에게

κοινοῖς

흔한 (것)들에게

대격 κοινούς

흔한 (이)들을

κοινᾱ́ς

흔한 (이)들을

κοινά

흔한 (것)들을

호격 κοινοί

흔한 (이)들아

κοιναί

흔한 (이)들아

κοινά

흔한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ μὴ ὑπακούσῃ ὁ κακὸσ αὐτῇ, οὐδὲ μὴ εἴπῃ καίριόν τι καὶ καλὸν τῷ κοινῷ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 15:24)

    (70인역 성경, 잠언 15:24)

  • κρεῖσσον οἰκεῖν ἐπὶ γωνίασ ὑπαίθρου ἢ ἐν κεκονιαμένοισ μετὰ ἀδικίασ καὶ ἐν οἴκῳ κοινῷ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 21:8)

    (70인역 성경, 잠언 21:8)

  • ἡ ^ περίνοια δὲ καὶ ἐν τῷ κοινῷ τούτῳ σύνεσισ θαυμαστή. (Lucian, (no name) 4:3)

    (루키아노스, (no name) 4:3)

  • πρὸσ δὲ τούτοισ, ὦ ἄνδρεσ δικασταί, ἡμεῖσ μὲν τοὺσ συγγενεῖσ μάρτυρασ καὶ ἐπὶ τῶν διαιτητῶν καὶ ἐφ’ ὑμῶν παρεχόμεθα, οἷσ οὐκ ἄξιον ἀπιστεῖν, οὗτοι δέ, ἐπειδὴ ἔλαχεν Εὐφίλητοσ τὴν δίκην τὴν προτέραν τῷ κοινῷ τῶν δημοτῶν καὶ τῷ τότε δημαρχοῦντι, ὃσ νῦν τετελεύτηκε, δύο ἔτη τοῦ διαιτητοῦ τὴν δίαιταν ἔχοντοσ οὐκ ἠδυνήθησαν οὐδεμίαν μαρτυρίαν εὑρεῖν, ὡσ οὑτοσὶ ἄλλου τινὸσ πατρόσ ἐστιν ἢ τοῦ ἡμετέρου. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 17 5:3)

    (디오니시오스, chapter 17 5:3)

  • δοκεῖτε δέ μοι, ὦ ἄνδρεσ Δελφοί, ἄριστα βουλεύσεσθαι περὶ τῶν παρόντων, εἰ λογίσαισθε ὑπὲρ ὅσων καὶ ἡλίκων ἐστὶν ἡ σκέψισ, πρῶτον μὲν ὑπὲρ τοῦ θεοῦ καὶ τοῦ ἱεροῦ καὶ θυσιῶν καὶ ἀναθημάτων καὶ ἐθῶν ἀρχαίων καὶ θεσμῶν παλαιῶν καὶ δόξησ τοῦ μαντείου, ἔπειτα ὑπὲρ τῆσ πόλεωσ ὅλησ καὶ τῶν συμφερόντων τῷ τε κοινῷ ἡμῶν καὶ ἰδίᾳ ἑκάστῳ Δελφῶν, ἐπὶ πᾶσι δὲ τῆσ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποισ εὐκλείασ ἢ κακοδοξίασ· (Lucian, Phalaris, book 2 10:1)

    (루키아노스, Phalaris, book 2 10:1)

유의어

  1. 흔한

  2. 공중의

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION