헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔρχομαι

비축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἔρχομαι ἐλεύσομαι ἦλθον ἐλήλυθα

형태분석: ί̓ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 오다, 가다
  1. I come, go

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
접속법단수 ί̓ω

(나는) 오자

ί̓ῃς

(너는) 오자

ί̓ῃ

(그는) 오자

쌍수 ί̓ητον

(너희 둘은) 오자

ί̓ητον

(그 둘은) 오자

복수 ί̓ωμεν

(우리는) 오자

ί̓ητε

(너희는) 오자

ί̓ωσιν*

(그들은) 오자

기원법단수 ί̓οιμι

(나는) 오기를 (바라다)

ί̓οις

(너는) 오기를 (바라다)

ί̓οι

(그는) 오기를 (바라다)

쌍수 ί̓οιτον

(너희 둘은) 오기를 (바라다)

ἰοίτην

(그 둘은) 오기를 (바라다)

복수 ί̓οιμεν

(우리는) 오기를 (바라다)

ί̓οιτε

(너희는) 오기를 (바라다)

ί̓οιεν

(그들은) 오기를 (바라다)

명령법단수 ἴθι

(너는) 와라

ἴτω

(그는) 와라

쌍수 ἴτον

(너희 둘은) 와라

ἴτων

(그 둘은) 와라

복수 ἴτε

(너희는) 와라

ἰόντων

(그들은) 와라

부정사 ἰέναι

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 έ̓ρχομαι

(나는) 온다

έ̓ρχει, έ̓ρχῃ

(너는) 온다

έ̓ρχεται

(그는) 온다

쌍수 έ̓ρχεσθον

(너희 둘은) 온다

έ̓ρχεσθον

(그 둘은) 온다

복수 ἐρχόμεθα

(우리는) 온다

έ̓ρχεσθε

(너희는) 온다

έ̓ρχονται

(그들은) 온다

부정사 έ̓ρχεσθαι

오는 것

분사 남성여성중성
ἐρχομενος

ἐρχομενου

ἐρχομενη

ἐρχομενης

ἐρχομενον

ἐρχομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εἶμι

(나는) 오겠다

εἶ

(너는) 오겠다

εἶσιν*

(그는) 오겠다

쌍수 ἴτον

(너희 둘은) 오겠다

ἴτον

(그 둘은) 오겠다

복수 ἴμεν

(우리는) 오겠다

ἴτε

(너희는) 오겠다

ἴᾱσιν*

(그들은) 오겠다

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐλεύσομαι

(나는) 오겠다

ἐλεύσει, ἐλεύσῃ

(너는) 오겠다

ἐλεύσεται

(그는) 오겠다

쌍수 ἐλεύσεσθον

(너희 둘은) 오겠다

ἐλεύσεσθον

(그 둘은) 오겠다

복수 ἐλευσόμεθα

(우리는) 오겠다

ἐλεύσεσθε

(너희는) 오겠다

ἐλεύσονται

(그들은) 오겠다

기원법단수 ἐλευσοίμην

(나는) 오겠기를 (바라다)

ἐλεύσοιο

(너는) 오겠기를 (바라다)

ἐλεύσοιτο

(그는) 오겠기를 (바라다)

쌍수 ἐλεύσοισθον

(너희 둘은) 오겠기를 (바라다)

ἐλευσοίσθην

(그 둘은) 오겠기를 (바라다)

복수 ἐλευσοίμεθα

(우리는) 오겠기를 (바라다)

ἐλεύσοισθε

(너희는) 오겠기를 (바라다)

ἐλεύσοιντο

(그들은) 오겠기를 (바라다)

부정사 ἐλεύσεσθαι

올 것

분사 남성여성중성
ἐλευσομενος

ἐλευσομενου

ἐλευσομενη

ἐλευσομενης

ἐλευσομενον

ἐλευσομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἠρχόμην

(나는) 오고 있었다

ή̓ρχου

(너는) 오고 있었다

ή̓ρχετο

(그는) 오고 있었다

쌍수 ή̓ρχεσθον

(너희 둘은) 오고 있었다

ἠρχέσθην

(그 둘은) 오고 있었다

복수 ἠρχόμεθα

(우리는) 오고 있었다

ή̓ρχεσθε

(너희는) 오고 있었다

ή̓ρχοντο

(그들은) 오고 있었다

완료(Perfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐλήλυθα

(나는) 왔다

ἐλήλυθας

(너는) 왔다

ἐλήλυθεν*

(그는) 왔다

쌍수 ἐληλύθατον

(너희 둘은) 왔다

ἐληλύθατον

(그 둘은) 왔다

복수 ἐληλύθαμεν

(우리는) 왔다

ἐληλύθατε

(너희는) 왔다

ἐληλύθᾱσιν*

(그들은) 왔다

접속법단수 ἐληλύθω

(나는) 왔자

ἐληλύθῃς

(너는) 왔자

ἐληλύθῃ

(그는) 왔자

쌍수 ἐληλύθητον

(너희 둘은) 왔자

ἐληλύθητον

(그 둘은) 왔자

복수 ἐληλύθωμεν

(우리는) 왔자

ἐληλύθητε

(너희는) 왔자

ἐληλύθωσιν*

(그들은) 왔자

기원법단수 ἐληλύθοιμι

(나는) 왔기를 (바라다)

ἐληλύθοις

(너는) 왔기를 (바라다)

ἐληλύθοι

(그는) 왔기를 (바라다)

쌍수 ἐληλύθοιτον

(너희 둘은) 왔기를 (바라다)

ἐληλυθοίτην

(그 둘은) 왔기를 (바라다)

복수 ἐληλύθοιμεν

(우리는) 왔기를 (바라다)

ἐληλύθοιτε

(너희는) 왔기를 (바라다)

ἐληλύθοιεν

(그들은) 왔기를 (바라다)

명령법단수 ἐλήλυθε

(너는) 왔어라

ἐληλυθέτω

(그는) 왔어라

쌍수 ἐληλύθετον

(너희 둘은) 왔어라

ἐληλυθέτων

(그 둘은) 왔어라

복수 ἐληλύθετε

(너희는) 왔어라

ἐληλυθόντων

(그들은) 왔어라

부정사 ἐληλυθέναι

왔는 것

분사 남성여성중성
ἐληλυθως

ἐληλυθοντος

ἐληλυθυῑα

ἐληλυθυῑᾱς

ἐληλυθον

ἐληλυθοντος

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Καὶ ἔσται ἐὰν μὴ εἰσακούσῃσ τῆσ φωνῆσ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, φυλάσσειν καὶ ποιεῖν πάσασ τὰσ ἐντολὰσ αὐτοῦ, ὅσασ ἐγὼ ἐντέλλομαί σοι σήμερον, καὶ ἐλεύσονται ἐπὶ σὲ πᾶσαι αἱ κατάραι αὗται καὶ καταλήψονταί σε. (Septuagint, Liber Deuteronomii 28:15)

    (70인역 성경, 신명기 28:15)

  • καὶ ἐλεύσονται ἐπί σὲ πᾶσαι αἱ κατάραι αὗται καὶ καταδιώξονταί σε καὶ καταλήψονταί σε, ἕωσ ἂν ἐξολοθρεύσῃ σε καὶ ἓωσ ἂν ἀπολέσῃ σε, ὅτι οὐκ εἰσήκουσασ τῆσ φωνῆσ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, φυλάξαι τὰσ ἐντολὰσ αὐτοῦ καὶ τὰ δικαιώματα, ὅσα ἐνετείλατό σοι. (Septuagint, Liber Deuteronomii 28:45)

    (70인역 성경, 신명기 28:45)

  • ἐλεύσονται ἐν συλλογισμῷ ἁμαρτημάτων αὐτῶν δειλοί, καὶ ἐλέγξει αὐτοὺσ ἐξεναντίασ τὰ ἀνομήματα αὐτῶν. (Septuagint, Liber Sapientiae 4:20)

    (70인역 성경, 지혜서 4:20)

  • καὶ ἐλεύσονται πάντεσ καὶ ἀναπαύσονται ἐν ταῖσ φάραγξι τῆσ χώρασ καὶ ἐν ταῖσ τρώγλαισ τῶν πετρῶν καὶ εἰσ τὰ σπήλαια καὶ εἰσ πᾶσαν ραγάδα καὶ ἐν παντὶ ξύλῳ. (Septuagint, Liber Isaiae 7:19)

    (70인역 성경, 이사야서 7:19)

  • ἔνθα δὲ πολλαὶ ψυχαὶ ἐλεύσονται νεκύων κατατεθνηώτων. (Homer, Odyssey, Book 10 66:10)

    (호메로스, 오디세이아, Book 10 66:10)

유의어

  1. 오다

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION