- Greek-English Dictionary

Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀγωνιστέος?

First/Second declension Adjective; Transliteration: agōnisteos

Principal Part: ἀγωνιστέος ἀγωνιστέη ἀγωνιστέον

Structure: ἀγωνιστε (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. one must contend

Examples

  • καὶ γὰρ ἂν ἅπαντες δήπου δουλεύειν συγχωρήσωσιν οἱ ἄλλοι, ἡμῖν γ ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας ἀγωνιστέον: (Demosthenes, Speeches, 84:5)
  • ἀλλά τοι, ἔφη, ὦ παῖ, ἔνιά ἐστιν ἃ οὐ πρὸς ἀνθρώπους ἀγωνιστέον, ἀλλὰ πρὸς αὐτὰ τὰ πράγματα, ὧν οὐ ῥᾴδιον εὐπόρως περιγενέσθαι. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 6 12:1)
  • ἀγωνιστέον μὲν ἄρα ἡμῖν πρὸς τοὺς ἄνδρας. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 1 5:3)
  • ἐπεὶ δ οὖν, ἔφη, αὕτη ἡ μάχη καταλείπεται, ἐν ᾗ προθυμίας μᾶλλον ἢ τέχνης ἔργον ἐστί, πῶς ἡμῖν οὐχ ἡδέως πρὸς τούσδε τοὺς ὁμοτίμους ἀγωνιστέον· (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 3 14:1)
  • Ἀλεξάνδρου γὰρ ἀεθλεύειν ἑλομένου καὶ καταβάντος ἐπ αὐτὸ τοῦτο, οἱ ἀντιθευσόμενοι Ἑλλήνων ἐξεῖργόν μιν, φάμενοι οὐ βαρβάρων ἀγωνιστέων εἶναι τὸν ἀγῶνα ἀλλὰ Ἑλλήνων: (Herodotus, The Histories, book 5, chapter 22 3:1)

Synonyms

  1. one must contend

Related

명사

형용사

동사

부사

감탄사

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION