헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προστάσσω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προστάσσω προστάξω

형태분석: προς (접두사) + τάσς (어간) + ω (인칭어미)

  1. 할당하다, 부여하다, 있다, 함께하다, 덧붙다
  2. 지정하다, 표시하다
  3. 명하다, 지시하다, 명령하다, 처방하다, 규정하다, 매기다, 청구하다, 추천하다
  4. 명령하다, 지시하다, 명하다
  1. to place or post at
  2. to attach to, assign to, to assign, to
  3. to appoint
  4. to give as a command, prescribe, enjoin, orders had been given, orders given, orders that will be given, the order having been given
  5. to command, order
  6. to be ordered, to receive orders

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστάσσω

προστάσσεις

προστάσσει

쌍수 προστάσσετον

προστάσσετον

복수 προστάσσομεν

προστάσσετε

προστάσσουσιν*

접속법단수 προστάσσω

προστάσσῃς

προστάσσῃ

쌍수 προστάσσητον

προστάσσητον

복수 προστάσσωμεν

προστάσσητε

προστάσσωσιν*

기원법단수 προστάσσοιμι

προστάσσοις

προστάσσοι

쌍수 προστάσσοιτον

προστασσοίτην

복수 προστάσσοιμεν

προστάσσοιτε

προστάσσοιεν

명령법단수 προστάσσε

προστασσέτω

쌍수 προστάσσετον

προστασσέτων

복수 προστάσσετε

προστασσόντων, προστασσέτωσαν

부정사 προστάσσειν

분사 남성여성중성
προστασσων

προστασσοντος

προστασσουσα

προστασσουσης

προστασσον

προστασσοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προστάσσομαι

προστάσσει, προστάσσῃ

προστάσσεται

쌍수 προστάσσεσθον

προστάσσεσθον

복수 προστασσόμεθα

προστάσσεσθε

προστάσσονται

접속법단수 προστάσσωμαι

προστάσσῃ

προστάσσηται

쌍수 προστάσσησθον

προστάσσησθον

복수 προστασσώμεθα

προστάσσησθε

προστάσσωνται

기원법단수 προστασσοίμην

προστάσσοιο

προστάσσοιτο

쌍수 προστάσσοισθον

προστασσοίσθην

복수 προστασσοίμεθα

προστάσσοισθε

προστάσσοιντο

명령법단수 προστάσσου

προστασσέσθω

쌍수 προστάσσεσθον

προστασσέσθων

복수 προστάσσεσθε

προστασσέσθων, προστασσέσθωσαν

부정사 προστάσσεσθαι

분사 남성여성중성
προστασσομενος

προστασσομενου

προστασσομενη

προστασσομενης

προστασσομενον

προστασσομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ. ἐγὼ ἀρχιστράτηγοσ δυνάμεωσ Κυρίου νυνὶ παραγέγονα. καὶ Ἰησοῦσ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν καὶ εἶπεν αὐτῷ. δέσποτα, τί προστάσσεισ τῷ σῷ οἰκέτῃ̣ (Septuagint, Liber Iosue 5:14)

    (70인역 성경, 여호수아기 5:14)

  • Πελοπίαν παρεὶσ χθόνα πῶσ ταῖσ Ἀθήναισ τόνδε προστάσσεισ πόνον; (Euripides, Suppliants, episode 2:18)

    (에우리피데스, Suppliants, episode 2:18)

  • τί δῆτ’ ἀμαυρῷ φωτὶ προστάσσεισ ποεῖν; (Sophocles, Oedipus at Colonus, episode 7:4)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, episode 7:4)

  • εὑρεθείην γὰρ ἂν οὕτωσ ἀγαθὸσ ὑπηρέτησ ὧν σὺ προστάσσεισ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 4 61:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 4 61:2)

유의어

  1. to place or post at

  2. 할당하다

  3. 지정하다

  4. 명하다

  5. 명령하다

  6. to be ordered

관련어

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION