헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπονομάζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπονομάζω ἐπονομάσω

형태분석: ἐπ (접두사) + ὀνομάζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 불리다, 울다, 히힝 울다
  2. 발음하다, 말하다
  1. to give a surname: to name or call, to be named, after, to be surnamed
  2. to pronounce

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπονομάζω

(나는) 불린다

ἐπονομάζεις

(너는) 불린다

ἐπονομάζει

(그는) 불린다

쌍수 ἐπονομάζετον

(너희 둘은) 불린다

ἐπονομάζετον

(그 둘은) 불린다

복수 ἐπονομάζομεν

(우리는) 불린다

ἐπονομάζετε

(너희는) 불린다

ἐπονομάζουσιν*

(그들은) 불린다

접속법단수 ἐπονομάζω

(나는) 불리자

ἐπονομάζῃς

(너는) 불리자

ἐπονομάζῃ

(그는) 불리자

쌍수 ἐπονομάζητον

(너희 둘은) 불리자

ἐπονομάζητον

(그 둘은) 불리자

복수 ἐπονομάζωμεν

(우리는) 불리자

ἐπονομάζητε

(너희는) 불리자

ἐπονομάζωσιν*

(그들은) 불리자

기원법단수 ἐπονομάζοιμι

(나는) 불리기를 (바라다)

ἐπονομάζοις

(너는) 불리기를 (바라다)

ἐπονομάζοι

(그는) 불리기를 (바라다)

쌍수 ἐπονομάζοιτον

(너희 둘은) 불리기를 (바라다)

ἐπονομαζοίτην

(그 둘은) 불리기를 (바라다)

복수 ἐπονομάζοιμεν

(우리는) 불리기를 (바라다)

ἐπονομάζοιτε

(너희는) 불리기를 (바라다)

ἐπονομάζοιεν

(그들은) 불리기를 (바라다)

명령법단수 ἐπονόμαζε

(너는) 불려라

ἐπονομαζέτω

(그는) 불려라

쌍수 ἐπονομάζετον

(너희 둘은) 불려라

ἐπονομαζέτων

(그 둘은) 불려라

복수 ἐπονομάζετε

(너희는) 불려라

ἐπονομαζόντων, ἐπονομαζέτωσαν

(그들은) 불려라

부정사 ἐπονομάζειν

불리는 것

분사 남성여성중성
ἐπονομαζων

ἐπονομαζοντος

ἐπονομαζουσα

ἐπονομαζουσης

ἐπονομαζον

ἐπονομαζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπονομάζομαι

(나는) 분다

ἐπονομάζει, ἐπονομάζῃ

(너는) 분다

ἐπονομάζεται

(그는) 분다

쌍수 ἐπονομάζεσθον

(너희 둘은) 분다

ἐπονομάζεσθον

(그 둘은) 분다

복수 ἐπονομαζόμεθα

(우리는) 분다

ἐπονομάζεσθε

(너희는) 분다

ἐπονομάζονται

(그들은) 분다

접속법단수 ἐπονομάζωμαι

(나는) 불자

ἐπονομάζῃ

(너는) 불자

ἐπονομάζηται

(그는) 불자

쌍수 ἐπονομάζησθον

(너희 둘은) 불자

ἐπονομάζησθον

(그 둘은) 불자

복수 ἐπονομαζώμεθα

(우리는) 불자

ἐπονομάζησθε

(너희는) 불자

ἐπονομάζωνται

(그들은) 불자

기원법단수 ἐπονομαζοίμην

(나는) 불기를 (바라다)

ἐπονομάζοιο

(너는) 불기를 (바라다)

ἐπονομάζοιτο

(그는) 불기를 (바라다)

쌍수 ἐπονομάζοισθον

(너희 둘은) 불기를 (바라다)

ἐπονομαζοίσθην

(그 둘은) 불기를 (바라다)

복수 ἐπονομαζοίμεθα

(우리는) 불기를 (바라다)

ἐπονομάζοισθε

(너희는) 불기를 (바라다)

ἐπονομάζοιντο

(그들은) 불기를 (바라다)

명령법단수 ἐπονομάζου

(너는) 불어라

ἐπονομαζέσθω

(그는) 불어라

쌍수 ἐπονομάζεσθον

(너희 둘은) 불어라

ἐπονομαζέσθων

(그 둘은) 불어라

복수 ἐπονομάζεσθε

(너희는) 불어라

ἐπονομαζέσθων, ἐπονομαζέσθωσαν

(그들은) 불어라

부정사 ἐπονομάζεσθαι

부는 것

분사 남성여성중성
ἐπονομαζομενος

ἐπονομαζομενου

ἐπονομαζομενη

ἐπονομαζομενης

ἐπονομαζομενον

ἐπονομαζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπονομάσω

(나는) 불리겠다

ἐπονομάσεις

(너는) 불리겠다

ἐπονομάσει

(그는) 불리겠다

쌍수 ἐπονομάσετον

(너희 둘은) 불리겠다

ἐπονομάσετον

(그 둘은) 불리겠다

복수 ἐπονομάσομεν

(우리는) 불리겠다

ἐπονομάσετε

(너희는) 불리겠다

ἐπονομάσουσιν*

(그들은) 불리겠다

기원법단수 ἐπονομάσοιμι

(나는) 불리겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοις

(너는) 불리겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοι

(그는) 불리겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπονομάσοιτον

(너희 둘은) 불리겠기를 (바라다)

ἐπονομασοίτην

(그 둘은) 불리겠기를 (바라다)

복수 ἐπονομάσοιμεν

(우리는) 불리겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοιτε

(너희는) 불리겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοιεν

(그들은) 불리겠기를 (바라다)

부정사 ἐπονομάσειν

불릴 것

분사 남성여성중성
ἐπονομασων

ἐπονομασοντος

ἐπονομασουσα

ἐπονομασουσης

ἐπονομασον

ἐπονομασοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπονομάσομαι

(나는) 불겠다

ἐπονομάσει, ἐπονομάσῃ

(너는) 불겠다

ἐπονομάσεται

(그는) 불겠다

쌍수 ἐπονομάσεσθον

(너희 둘은) 불겠다

ἐπονομάσεσθον

(그 둘은) 불겠다

복수 ἐπονομασόμεθα

(우리는) 불겠다

ἐπονομάσεσθε

(너희는) 불겠다

ἐπονομάσονται

(그들은) 불겠다

기원법단수 ἐπονομασοίμην

(나는) 불겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοιο

(너는) 불겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοιτο

(그는) 불겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπονομάσοισθον

(너희 둘은) 불겠기를 (바라다)

ἐπονομασοίσθην

(그 둘은) 불겠기를 (바라다)

복수 ἐπονομασοίμεθα

(우리는) 불겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοισθε

(너희는) 불겠기를 (바라다)

ἐπονομάσοιντο

(그들은) 불겠기를 (바라다)

부정사 ἐπονομάσεσθαι

불 것

분사 남성여성중성
ἐπονομασομενος

ἐπονομασομενου

ἐπονομασομενη

ἐπονομασομενης

ἐπονομασομενον

ἐπονομασομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπώνομαζον

(나는) 불리고 있었다

ἐπώνομαζες

(너는) 불리고 있었다

ἐπώνομαζεν*

(그는) 불리고 있었다

쌍수 ἐπωνο͂μαζετον

(너희 둘은) 불리고 있었다

ἐπωνόμαζετην

(그 둘은) 불리고 있었다

복수 ἐπωνο͂μαζομεν

(우리는) 불리고 있었다

ἐπωνο͂μαζετε

(너희는) 불리고 있었다

ἐπώνομαζον

(그들은) 불리고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπωνόμαζομην

(나는) 불고 있었다

ἐπωνο͂μαζου

(너는) 불고 있었다

ἐπωνο͂μαζετο

(그는) 불고 있었다

쌍수 ἐπωνο͂μαζεσθον

(너희 둘은) 불고 있었다

ἐπωνόμαζεσθην

(그 둘은) 불고 있었다

복수 ἐπωνόμαζομεθα

(우리는) 불고 있었다

ἐπωνο͂μαζεσθε

(너희는) 불고 있었다

ἐπωνο͂μαζοντο

(그들은) 불고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καταλέξω τούτων ἃ πάσχειν ἢ ποιεῖν ἀνάγκη τοὺσ ἐπὶ μισθῷ συνόντασ κἀν ταῖσ τῶν εὐδαιμόνων τούτων φιλίαισ ἐξεταζομένουσ ‐ εἰ χρὴ φιλίαν τὴν τοιαύτην αὐτῶν δουλείαν ἐπονομάζειν; (Lucian, De mercede, (no name) 1:2)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 1:2)

  • ὅτι δὲ μέγασ τε καὶ καλὸσ ὁ λιμὴν Νεάρχῳ ἔδοξεν, ἐπονομάζει αὐτὸν Ἀλεξάνδρου λιμένα. (Arrian, Indica, chapter 21 11:2)

    (아리아노스, Indica, chapter 21 11:2)

  • "μνημονεύει δ’ αὐτῶν Ἀγαθοκλῆσ ὁ Κυζικηνὸσ ἐν γ’ τῶν περὶ τῆσ πατρίδοσ λέγων οὕτωσ κεραυνοῦ δὲ σκήψαντοσ εἰσ τὸν τάφον ἀνεβλάστησεν ἐκ τοῦ σήματοσ δενδρίον, ὃ ἐκεῖνοι κόνναρον ἐπονομάζουσιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 623)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 623)

  • πότερον ὅτι τῶν μὲν θεῶν τῶν γεννητῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων πατήρ ἐστιν, ὡσ Ὅμηροσ ἐπονομάζει, ποιητὴσ δὲ τῶν ἀλόγων καὶ ἀψύχων; (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 2, section 1 1:1)

    (플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 2, section 1 1:1)

  • ἐπιφύσιεσ βλεφάρων ἔξωθεν, ἔσωθεν, πολλῶν φθείροντα τὰσ ὄψιασ, ἃ σῦκα ἐπονομάζουσιν. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 200)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 200)

유의어

  1. 불리다

  2. 발음하다

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION