- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἡγεμών?

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: hēgemōn 고전 발음: [헤:게몬:] 신약 발음: [에개몬]

기본형: ἡγεμών ἡγεμόνος

형태분석: ἡγεμων (어간)

  1. 안내인, 가이드
  2. 지도자, 장, 우두머리
  3. 통치자, 왕자, 왕, 군
  1. one who goes first
  2. (Odyssey) guide
  3. leader, chief
  4. governor, prince, ruler

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἡγεῖσθαι μὲν τῆς πάσης στρατιᾶς τοὺς κατασκόπους ἱππέας ἐπὶ δυοῖν τεταγμένους σὺν τῷ οἰκείῳ ἡγεμόνι. (Arrian, Acies Contra Alanos 2:1)

    (아리아노스, Acies Contra Alanos 2:1)

  • αἱ δὲ τῶν σκευοφόρων ἀγωγαὶ σὺν ἡγεμόνι γιγνέσθων. (Arrian, chapter 29 18:1)

    (아리아노스, chapter 29 18:1)

  • τὴν δ εὐθεῖαν ἄγειν ἡγεμόνι χρώμενον τῷ νῷ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 77 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 77 1:2)

  • ἐπεὶ δὲ μεμφομένους ἀκούσας ἀφῆκε φωνὴν ἡγεμόνι μεγάλῳ πρέπουσαν, εἰπὼν εἰωθέναι καταλέγειν στρατιώτας, οὐκ ἀγοράζειν, πυθομένοις τοῦτο δεινὸν εἰσῆλθε μῖσος καί ἄγριον πρὸς αὐτόν, ἐδόκει γὰρ οὐκ αὐτὸς ἀποστερεῖν μόνος, ἀλλὰ νομοθετεῖν καί διδάσκειν τοὺς μεθ αὑτὸν αὐτοκράτορας. (Plutarch, Galba, chapter 18 2:1)

    (플루타르코스, Galba, chapter 18 2:1)

  • ἀποστάντος δὲ Γάλβα πρῶτος αὐτῷ προσεχώρησε τῶν ἡγεμόνων, καὶ φέρων ὅσον εἶχεν ἐν ἐκπώμασι καὶ τραπέζαις ἄργυρον καὶ χρυσὸν ἔδωκε κατακόψαι ποιουμένῳ νόμισμα, καὶ τῶν οἰκετῶν ἐδωρήσατο τοὺς εἰθισμένους περὶ δίαιταν ἡγεμόνι ἐμμελῶς ὑπουργεῖν. (Plutarch, Galba, chapter 20 2:1)

    (플루타르코스, Galba, chapter 20 2:1)

유의어

  1. one who goes first

  2. 안내인

  3. 지도자

  4. 통치자

관련어

명사

형용사

동사

대명사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION