헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θιασώτης

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θιασώτης θιασώτου

형태분석: θιασωτ (어간) + ης (어미)

  1. 지도자, 무정부 상태
  1. the member of a qi/asos, followers
  2. leader of

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀξιοῦσι γοῦν ὑπ’ ἐμοὶ τάττεσθαι καὶ τοὔνομα τὸ ἡμέτερον ἐπιγράφονται, μαθηταὶ καὶ ὁμιληταὶ καὶ θιασῶται ἡμῶν εἶναι λέγοντεσ· (Lucian, Fugitivi, (no name) 4:5)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 4:5)

  • τοῖσ δὲ θιασώταισ ἕτερα χωρία, τὰ δημόσια, ὅσα ἦν περὶ τὸ γυμνάσιον ἢ τὴν ἀγορὰν ἢ τὸν λιμένα, τούσ τε τόπουσ τοὺσ ἀγοραίουσ, ἐν οἷσ ἐπώλει τίσ τι· (Aristotle, Economics, Book 2 22:4)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 22:4)

  • μουσικόσ τε γάρ εἰμι καὶ συρίζω πάνυ καπυρόν, καὶ ὁ Διόνυσοσ οὐδὲν ἐμοῦ ἄνευ ποιεῖν δύναται, ἀλλὰ ἑταῖρον καὶ θιασώτην πεποίηταί με, καὶ ἡγοῦμαι αὐτῷ τοῦ χοροῦ· (Lucian, Dialogi deorum, 6:2)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 6:2)

  • καλεῖται δ’ ὁ αὐτὸσ καὶ ἔρανοσ καὶ θίασοσ καὶ οἱ συνιόντεσ ἐρανισταὶ καὶ θιασῶται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 1:3)

  • οἶδα δέ τινασ, ἄνδρεσ θιασῶται, καὶ μέγα φρονήσαντασ οὐχ οὕτωσ ἐπὶ πλούτῳ ὡσ ἐπὶ τῷ κεκτῆσθαι πολλὰ ἐκπώματα ἀργυρᾶ τε καὶ χρυσᾶ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 14 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 14 1:1)

유의어

  1. 지도자

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION