- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλέως?

형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: pleōs 고전 발음: [레오:] 신약 발음: [래오]

기본형: πλέως

  1. 가득한, 완전한
  2. 가득한, 완전한
  3. 완전한, 가득한, 완성하다, 채우다
  1. full of
  2. infected with
  3. full
  4. full, complete, full

예문

  • τὰ δ ἄλλα ποικίλος εἶ καὶ θορύβου πλέως τὴν ψυχήν, πρὸς ἕκαστα τῶν πραττομένων ἐκπεπληγμένος, καὶ ἄρτι μὲν εὐδαιμονίζεις τὸν πλούσιον τοῦ χρυσοῦ καὶ τοῦ ἐλέφαντος καὶ τῆς τοσαύτης τρυφῆς, ἄρτι δὲ οἰκτείρεις σεαυτόν, ὡς τὸ μηδὲν ὢν εἶτα ζῆν ὑπολαμβάνεις. (Lucian, De mercede, (no name) 16:1)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 16:1)

  • "ἀπειρόκαλος ἄνθρωπος καὶ λιμοῦ πλέως, οὐδ ὄναρ λευκοῦ ποτε ἄρτου ἐμφορηθείς, οὔτι γε Νομαδικοῦ ἢ Φασιανοῦ ὄρνιθος, ὧν μόλις τὰ ὀστᾶ ἡμῖν καταλέλοιπεν. (Lucian, De mercede, (no name) 17:8)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 17:8)

  • ἀσκὸς ἐγένεθ ἡ κόρη οἴνου πλέως καὶ ταῦτα Περσικὰς ἔχων. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Episode7)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Episode7)

  • πολλῶν δ ὅδ ἁνὴρ θαυμάτων ἥκει πλέως ἐς τάσδε Θήβας. (Euripides, episode 1:3)

    (에우리피데스, episode 1:3)

  • πλόκαμός τε γάρ σου ταναός, οὐ πάλης ὕπο, γένυν παρ αὐτὴν κεχυμένος, πόθου πλέως: (Euripides, episode 2:2)

    (에우리피데스, episode 2:2)

유의어

  1. 가득한

  2. infected with

  3. 가득한

  4. 완전한

관련어

명사

형용사

동사

부사

접속사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION