- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τέλειος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: teleios 고전 발음: [뗄레] 신약 발음: [땔리오]

기본형: τέλειος τέλεια τέλειον

형태분석: τελει (어간) + ος (어미)

어원: τέλος

  1. 끝난, 완성된, 완벽한, 결점이 없는
  2. 다 큰, 다 자란
  3. 절대적인, 완전한, 성취된, 완성된
  1. having reached its end, finished, (of victims) complete, perfect, entire, without blemish
  2. (of animals) full-grown
  3. (of persons) absolute, complete, accomplished, perfect

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 τέλειος

끝난 (이)가

τελεία

끝난 (이)가

τέλειον

끝난 (것)가

속격 τελείου

끝난 (이)의

τελείας

끝난 (이)의

τελείου

끝난 (것)의

여격 τελείῳ

끝난 (이)에게

τελείᾳ

끝난 (이)에게

τελείῳ

끝난 (것)에게

대격 τέλειον

끝난 (이)를

τελείαν

끝난 (이)를

τέλειον

끝난 (것)를

호격 τέλειε

끝난 (이)야

τελεία

끝난 (이)야

τέλειον

끝난 (것)야

쌍수주/대/호 τελείω

끝난 (이)들이

τελεία

끝난 (이)들이

τελείω

끝난 (것)들이

속/여 τελείοιν

끝난 (이)들의

τελείαιν

끝난 (이)들의

τελείοιν

끝난 (것)들의

복수주격 τέλειοι

끝난 (이)들이

τέλειαι

끝난 (이)들이

τέλεια

끝난 (것)들이

속격 τελείων

끝난 (이)들의

τελειῶν

끝난 (이)들의

τελείων

끝난 (것)들의

여격 τελείοις

끝난 (이)들에게

τελείαις

끝난 (이)들에게

τελείοις

끝난 (것)들에게

대격 τελείους

끝난 (이)들을

τελείας

끝난 (이)들을

τέλεια

끝난 (것)들을

호격 τέλειοι

끝난 (이)들아

τέλειαι

끝난 (이)들아

τέλεια

끝난 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Αὗται δὲ αἱ γενέσεις Νῶε. Νῶε ἄνθρωπος δίκαιος, τέλειος ὢν ἐν τῇ γενεᾷ αὐτοῦ. τῷ Θεῷ εὐηρέστησε Νῶε. (Septuagint, Liber Genesis 6:9)

    (70인역 성경, 창세기 6:9)

  • πρόβατον τέλειον, ἄρσεν, ἐνιαύσιον ἔσται ὑμῖν. ἀπὸ τῶν ἀρνῶν καὶ τῶν ἐρίφων λήψεσθε. (Septuagint, Liber Exodus 12:5)

    (70인역 성경, 탈출기 12:5)

  • τέλειος ἔσῃ ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. (Septuagint, Liber Deuteronomii 18:13)

    (70인역 성경, 신명기 18:13)

  • μετὰ ὁσίου ὁσιωθήσῃ καὶ μετὰ ἀνδρὸς τελείου τελειωθήσῃ (Septuagint, Liber II Samuelis 22:26)

    (70인역 성경, 사무엘기 하권 22:26)

  • καὶ ἔστρωσαν οἱ καρδίαι ἡμῶν τέλειαι πρὸς Κύριον Θεὸν ἡμῶν καὶ ὁσίως πορεύεσθαι ἐν τοῖς προστάγμασιν αὐτοῦ καὶ φυλάσσειν ἐντολὰς αὐτοῦ ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη. (Septuagint, Liber I Regum 8:60)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 8:60)

  • κἂν γάρ τις ᾖ τέλειος ἐν υἱοῖς ἀνθρώπων, τῆς ἀπὸ σοῦ σοφίας ἀπούσης, εἰς οὐδὲν λογισθήσεται. (Septuagint, Liber Sapientiae 9:6)

    (70인역 성경, 지혜서 9:6)

  • Νῶε εὑρέθη τέλειος δίκαιος, ἐν καιρῷ ὀργῆς ἐγένετο ἀντάλλαγμα. διὰ τοῦτον ἐγενήθη κατάλειμμα τῇ γῇ, ὅτε ἐγένετο κατακλυσμός. (Septuagint, Liber Sirach 44:17)

    (70인역 성경, Liber Sirach 44:17)

  • ἤδη δ οὖν μοι τοῦ τολμήματος ἐκμεμελετημένου τέλειός τε καὶ ὑψιπέτης γενόμενος οὐκέτι τὰ νεοττῶν ἐφρόνουν, ἀλλ ἐπὶ τὸν Ὄλυμπον ἀναβὰς καὶ ὡς ἐνῆν μάλιστα κούφως ἐπισιτισάμενος τὸ λοιπὸν ἔτεινον εὐθὺ τοῦ οὐρανοῦ, τὸ μὲν πρῶτον ἰλιγγιῶν ὑπὸ τοῦ βάθους, μετὰ δὲ ἔφερον καὶ τοῦτο εὐμαρῶς. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 11:3)

유의어

  1. 다 큰

관련어

명사

형용사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION