헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραμένω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παραμένω παραμενῶ παρέμεινα παραμεμένηκα

형태분석: παρα (접두사) + μέν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 머무르다, 기다리다, 묵다
  2. 뒤에 남다, 머무르다
  3. 살아남다, 살아오다
  4. 견디다, 참다, 인내하다
  1. I stay near, stand beside
  2. I stand my ground, stand fast
  3. I stay behind
  4. I survive
  5. (of things) I endure, last

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραμένω

παραμένεις

παραμένει

쌍수 παραμένετον

παραμένετον

복수 παραμένομεν

παραμένετε

παραμένουσιν*

접속법단수 παραμένω

παραμένῃς

παραμένῃ

쌍수 παραμένητον

παραμένητον

복수 παραμένωμεν

παραμένητε

παραμένωσιν*

기원법단수 παραμένοιμι

παραμένοις

παραμένοι

쌍수 παραμένοιτον

παραμενοίτην

복수 παραμένοιμεν

παραμένοιτε

παραμένοιεν

명령법단수 παραμένε

παραμενέτω

쌍수 παραμένετον

παραμενέτων

복수 παραμένετε

παραμενόντων, παραμενέτωσαν

부정사 παραμένειν

분사 남성여성중성
παραμενων

παραμενοντος

παραμενουσα

παραμενουσης

παραμενον

παραμενοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραμένομαι

παραμένει, παραμένῃ

παραμένεται

쌍수 παραμένεσθον

παραμένεσθον

복수 παραμενόμεθα

παραμένεσθε

παραμένονται

접속법단수 παραμένωμαι

παραμένῃ

παραμένηται

쌍수 παραμένησθον

παραμένησθον

복수 παραμενώμεθα

παραμένησθε

παραμένωνται

기원법단수 παραμενοίμην

παραμένοιο

παραμένοιτο

쌍수 παραμένοισθον

παραμενοίσθην

복수 παραμενοίμεθα

παραμένοισθε

παραμένοιντο

명령법단수 παραμένου

παραμενέσθω

쌍수 παραμένεσθον

παραμενέσθων

복수 παραμένεσθε

παραμενέσθων, παραμενέσθωσαν

부정사 παραμένεσθαι

분사 남성여성중성
παραμενομενος

παραμενομενου

παραμενομενη

παραμενομενης

παραμενομενον

παραμενομενου

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρέμεινα

παρέμεινας

παρέμεινεν*

쌍수 παρεμείνατον

παρεμεινάτην

복수 παρεμείναμεν

παρεμείνατε

παρέμειναν

접속법단수 παραμείνω

παραμείνῃς

παραμείνῃ

쌍수 παραμείνητον

παραμείνητον

복수 παραμείνωμεν

παραμείνητε

παραμείνωσιν*

기원법단수 παραμείναιμι

παραμείναις

παραμείναι

쌍수 παραμείναιτον

παραμειναίτην

복수 παραμείναιμεν

παραμείναιτε

παραμείναιεν

명령법단수 παραμείνον

παραμεινάτω

쌍수 παραμείνατον

παραμεινάτων

복수 παραμείνατε

παραμεινάντων

부정사 παραμείναι

분사 남성여성중성
παραμεινᾱς

παραμειναντος

παραμεινᾱσα

παραμεινᾱσης

παραμειναν

παραμειναντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρεμεινάμην

παρεμείνω

παρεμείνατο

쌍수 παρεμείνασθον

παρεμεινάσθην

복수 παρεμεινάμεθα

παρεμείνασθε

παρεμείναντο

접속법단수 παραμείνωμαι

παραμείνῃ

παραμείνηται

쌍수 παραμείνησθον

παραμείνησθον

복수 παραμεινώμεθα

παραμείνησθε

παραμείνωνται

기원법단수 παραμειναίμην

παραμείναιο

παραμείναιτο

쌍수 παραμείναισθον

παραμειναίσθην

복수 παραμειναίμεθα

παραμείναισθε

παραμείναιντο

명령법단수 παραμείναι

παραμεινάσθω

쌍수 παραμείνασθον

παραμεινάσθων

복수 παραμείνασθε

παραμεινάσθων

부정사 παραμείνεσθαι

분사 남성여성중성
παραμειναμενος

παραμειναμενου

παραμειναμενη

παραμειναμενης

παραμειναμενον

παραμειναμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ θᾶσσον ἢ ὡσ ἄν τισ ἤλπισε συνελέχθησαν γῆσ τε τῆσ πατρίδοσ πόθῳ καὶ διὰ τὸ ἐσ Λακεδαιμονίουσ μῖσοσ παραμεῖναν ἀεί σφισιν. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 26 8:2)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 26 8:2)

유의어

  1. I stay near

  2. 머무르다

  3. 뒤에 남다

  4. 살아남다

  5. 견디다

관련어

파생어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION