헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διακαρτερέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διακαρτερέω διακαρτερήσω

형태분석: δια (접두사) + καρτερέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 끝까지 참다, 참아내다
  1. to endure to the end, last out

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διακαρτέρω

(나는) 끝까지 참는다

διακαρτέρεις

(너는) 끝까지 참는다

διακαρτέρει

(그는) 끝까지 참는다

쌍수 διακαρτέρειτον

(너희 둘은) 끝까지 참는다

διακαρτέρειτον

(그 둘은) 끝까지 참는다

복수 διακαρτέρουμεν

(우리는) 끝까지 참는다

διακαρτέρειτε

(너희는) 끝까지 참는다

διακαρτέρουσιν*

(그들은) 끝까지 참는다

접속법단수 διακαρτέρω

(나는) 끝까지 참자

διακαρτέρῃς

(너는) 끝까지 참자

διακαρτέρῃ

(그는) 끝까지 참자

쌍수 διακαρτέρητον

(너희 둘은) 끝까지 참자

διακαρτέρητον

(그 둘은) 끝까지 참자

복수 διακαρτέρωμεν

(우리는) 끝까지 참자

διακαρτέρητε

(너희는) 끝까지 참자

διακαρτέρωσιν*

(그들은) 끝까지 참자

기원법단수 διακαρτέροιμι

(나는) 끝까지 참기를 (바라다)

διακαρτέροις

(너는) 끝까지 참기를 (바라다)

διακαρτέροι

(그는) 끝까지 참기를 (바라다)

쌍수 διακαρτέροιτον

(너희 둘은) 끝까지 참기를 (바라다)

διακαρτεροίτην

(그 둘은) 끝까지 참기를 (바라다)

복수 διακαρτέροιμεν

(우리는) 끝까지 참기를 (바라다)

διακαρτέροιτε

(너희는) 끝까지 참기를 (바라다)

διακαρτέροιεν

(그들은) 끝까지 참기를 (바라다)

명령법단수 διακαρτε͂ρει

(너는) 끝까지 참아라

διακαρτερεῖτω

(그는) 끝까지 참아라

쌍수 διακαρτέρειτον

(너희 둘은) 끝까지 참아라

διακαρτερεῖτων

(그 둘은) 끝까지 참아라

복수 διακαρτέρειτε

(너희는) 끝까지 참아라

διακαρτεροῦντων, διακαρτερεῖτωσαν

(그들은) 끝까지 참아라

부정사 διακαρτέρειν

끝까지 참는 것

분사 남성여성중성
διακαρτερων

διακαρτερουντος

διακαρτερουσα

διακαρτερουσης

διακαρτερουν

διακαρτερουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διακαρτέρουμαι

(나는) 끝까지 참긴다

διακαρτέρει, διακαρτέρῃ

(너는) 끝까지 참긴다

διακαρτέρειται

(그는) 끝까지 참긴다

쌍수 διακαρτέρεισθον

(너희 둘은) 끝까지 참긴다

διακαρτέρεισθον

(그 둘은) 끝까지 참긴다

복수 διακαρτεροῦμεθα

(우리는) 끝까지 참긴다

διακαρτέρεισθε

(너희는) 끝까지 참긴다

διακαρτέρουνται

(그들은) 끝까지 참긴다

접속법단수 διακαρτέρωμαι

(나는) 끝까지 참기자

διακαρτέρῃ

(너는) 끝까지 참기자

διακαρτέρηται

(그는) 끝까지 참기자

쌍수 διακαρτέρησθον

(너희 둘은) 끝까지 참기자

διακαρτέρησθον

(그 둘은) 끝까지 참기자

복수 διακαρτερώμεθα

(우리는) 끝까지 참기자

διακαρτέρησθε

(너희는) 끝까지 참기자

διακαρτέρωνται

(그들은) 끝까지 참기자

기원법단수 διακαρτεροίμην

(나는) 끝까지 참기기를 (바라다)

διακαρτέροιο

(너는) 끝까지 참기기를 (바라다)

διακαρτέροιτο

(그는) 끝까지 참기기를 (바라다)

쌍수 διακαρτέροισθον

(너희 둘은) 끝까지 참기기를 (바라다)

διακαρτεροίσθην

(그 둘은) 끝까지 참기기를 (바라다)

복수 διακαρτεροίμεθα

(우리는) 끝까지 참기기를 (바라다)

διακαρτέροισθε

(너희는) 끝까지 참기기를 (바라다)

διακαρτέροιντο

(그들은) 끝까지 참기기를 (바라다)

명령법단수 διακαρτέρου

(너는) 끝까지 참겨라

διακαρτερεῖσθω

(그는) 끝까지 참겨라

쌍수 διακαρτέρεισθον

(너희 둘은) 끝까지 참겨라

διακαρτερεῖσθων

(그 둘은) 끝까지 참겨라

복수 διακαρτέρεισθε

(너희는) 끝까지 참겨라

διακαρτερεῖσθων, διακαρτερεῖσθωσαν

(그들은) 끝까지 참겨라

부정사 διακαρτέρεισθαι

끝까지 참기는 것

분사 남성여성중성
διακαρτερουμενος

διακαρτερουμενου

διακαρτερουμενη

διακαρτερουμενης

διακαρτερουμενον

διακαρτερουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διακαρτερήσω

(나는) 끝까지 참겠다

διακαρτερήσεις

(너는) 끝까지 참겠다

διακαρτερήσει

(그는) 끝까지 참겠다

쌍수 διακαρτερήσετον

(너희 둘은) 끝까지 참겠다

διακαρτερήσετον

(그 둘은) 끝까지 참겠다

복수 διακαρτερήσομεν

(우리는) 끝까지 참겠다

διακαρτερήσετε

(너희는) 끝까지 참겠다

διακαρτερήσουσιν*

(그들은) 끝까지 참겠다

기원법단수 διακαρτερήσοιμι

(나는) 끝까지 참겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοις

(너는) 끝까지 참겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοι

(그는) 끝까지 참겠기를 (바라다)

쌍수 διακαρτερήσοιτον

(너희 둘은) 끝까지 참겠기를 (바라다)

διακαρτερησοίτην

(그 둘은) 끝까지 참겠기를 (바라다)

복수 διακαρτερήσοιμεν

(우리는) 끝까지 참겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοιτε

(너희는) 끝까지 참겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοιεν

(그들은) 끝까지 참겠기를 (바라다)

부정사 διακαρτερήσειν

끝까지 참을 것

분사 남성여성중성
διακαρτερησων

διακαρτερησοντος

διακαρτερησουσα

διακαρτερησουσης

διακαρτερησον

διακαρτερησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διακαρτερήσομαι

(나는) 끝까지 참기겠다

διακαρτερήσει, διακαρτερήσῃ

(너는) 끝까지 참기겠다

διακαρτερήσεται

(그는) 끝까지 참기겠다

쌍수 διακαρτερήσεσθον

(너희 둘은) 끝까지 참기겠다

διακαρτερήσεσθον

(그 둘은) 끝까지 참기겠다

복수 διακαρτερησόμεθα

(우리는) 끝까지 참기겠다

διακαρτερήσεσθε

(너희는) 끝까지 참기겠다

διακαρτερήσονται

(그들은) 끝까지 참기겠다

기원법단수 διακαρτερησοίμην

(나는) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοιο

(너는) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοιτο

(그는) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

쌍수 διακαρτερήσοισθον

(너희 둘은) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

διακαρτερησοίσθην

(그 둘은) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

복수 διακαρτερησοίμεθα

(우리는) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοισθε

(너희는) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

διακαρτερήσοιντο

(그들은) 끝까지 참기겠기를 (바라다)

부정사 διακαρτερήσεσθαι

끝까지 참길 것

분사 남성여성중성
διακαρτερησομενος

διακαρτερησομενου

διακαρτερησομενη

διακαρτερησομενης

διακαρτερησομενον

διακαρτερησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεκαρτε͂ρουν

(나는) 끝까지 참고 있었다

διεκαρτε͂ρεις

(너는) 끝까지 참고 있었다

διεκαρτε͂ρειν*

(그는) 끝까지 참고 있었다

쌍수 διεκαρτέρειτον

(너희 둘은) 끝까지 참고 있었다

διεκαρτερεῖτην

(그 둘은) 끝까지 참고 있었다

복수 διεκαρτέρουμεν

(우리는) 끝까지 참고 있었다

διεκαρτέρειτε

(너희는) 끝까지 참고 있었다

διεκαρτε͂ρουν

(그들은) 끝까지 참고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεκαρτεροῦμην

(나는) 끝까지 참기고 있었다

διεκαρτέρου

(너는) 끝까지 참기고 있었다

διεκαρτέρειτο

(그는) 끝까지 참기고 있었다

쌍수 διεκαρτέρεισθον

(너희 둘은) 끝까지 참기고 있었다

διεκαρτερεῖσθην

(그 둘은) 끝까지 참기고 있었다

복수 διεκαρτεροῦμεθα

(우리는) 끝까지 참기고 있었다

διεκαρτέρεισθε

(너희는) 끝까지 참기고 있었다

διεκαρτέρουντο

(그들은) 끝까지 참기고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ διεκαρτέρει τοὺσ αἰκισμούσ, καὶ καθάπερ γενναῖοσ ἀθλητὴσ τυπτόμενοσ ἐνίκα τοὺσ βασανίζοντασ ὁ γέρων. (Septuagint, Liber Maccabees IV 6:10)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 6:10)

  • "οὕτω δὴ ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα ἐλθὼν ἄρτι μὲν Ἠλείοισ ἐλοιδορεῖτο, ἄρτι δὲ τοὺσ Ἕλληνασ ἔπειθεν ἀντάρασθαι ὅπλα Ῥωμαίοισ, ἄρτι δὲ ἄνδρα παιδείᾳ καὶ ἀξιώματι προὔχοντα, διότι καὶ ἐν τοῖσ ἄλλοισ εὖ ἐποίησεν τὴν Ἑλλάδα καὶ ὕδωρ ἐπήγαγεν τῇ Ὀλυμπίᾳ καὶ ἔπαυσε δίψει ἀπολλυμένουσ τοὺσ πανηγυριστάσ, κακῶσ ἠγόρευεν ὡσ καταθηλύναντα τοὺσ Ἕλληνασ, δέον τοὺσ θεατὰσ τῶν Ὀλυμπίων διακαρτερεῖν διψῶντασ καὶ νὴ Δία γε καὶ ἀποθνήσκειν πολλοὺσ αὐτῶν ὑπὸ σφοδρῶν τῶν νόσων, αἳ τέωσ διὰ τὸ ξηρὸν τοῦ χωρίου ἐν πολλῷ τῷ πλήθει ἐπεπόλαζον. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:44)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:44)

  • ὥστε διὰ ταῦτα ὑγιαίνεισ τε καὶ ἔρρωσαι τὸ σῶμα καὶ διακαρτερεῖσ πρὸσ τὸ κρύοσ· (Lucian, Gallus, (no name) 23:1)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 23:1)

  • τὰσ μὲν οὖν πρώτασ ἡμέρασ κτείνοντεσ τούτουσ καὶ συγκλείοντεσ τὰσ οἰκίασ διεκαρτέρουν ὡσ δ’ οὐδὲν ἤνυον, ἀλλὰ τά τε σκεύη ἐπληροῦτο καὶ μετὰ τῶν ἐδεσμάτων εὑρίσκοντο συνεψόμενοι καὶ συνοπτώμενοι οἱ βάτραχοι καὶ πρὸσ τούτοισ οὔτε τοῖσ ὕδασιν ἦν χρῆσθαι οὔτε τοὺσ πόδασ ἐπὶ τὴν γῆν θεῖναι συσσεσωρευμένων αὐτῶν, ἐνοχλούμενοι δὲ καὶ ὑπὸ τῆσ τῶν τετελευτηκότων ὀδμῆσ ἔφυγον τὴν χώραν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 6 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 6 3:1)

  • μετὰ τὴν ἐπ’ Ἀλλίᾳ ποταμῷ Ῥωμαίων μεγάλην ἧτταν οἱ μὲν εἰσ Ῥώμην κατάραντεσ ἀπὸ τῆσ φυγῆσ καὶ ταραχῆσ συναναπλήσαντεσ τὸν δῆμον ἐξεπτόησαν καὶ διεσκέδασαν, ὀλίγων εἰσ τὸ Καπετώλιον ἀνασκευασαμένων καὶ διακαρτερούντων. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 124)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 124)

유의어

  1. 끝까지 참다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION