- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καρτερός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: karteros 고전 발음: [떼로] 신약 발음: [때로]

기본형: καρτερός καρτερή καρτερόν

형태분석: καρτερ (어간) + ος (어미)

어원: κάρτος

  1. 강한, 강력한, 튼튼한, 진한, 힘센, 센, 힘 있는
  2. 유일신의, 움직여진, 홀린
  3. 고집센, 완고한, 확고한, 끈기 있는
  4. 강한, 강력한, 힘센, 진한, 튼튼한, 할 수 있는, 센, 힘 있는, 능력있는
  5. 강한, 강력한
  1. strong, staunch, stout, sturdy;, strong, the strongest
  2. possessed of, lord or master of
  3. steadfast, patient, obstinate
  4. strong, mighty, potent, of might, strongly contested, desperate, the extremity of, by force
  5. strong
  6. strongly, soundly

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 καρτερός

강한 (이)가

καρτερά

강한 (이)가

καρτερόν

강한 (것)가

속격 καρτεροῦ

강한 (이)의

καρτερᾶς

강한 (이)의

καρτεροῦ

강한 (것)의

여격 καρτερῷ

강한 (이)에게

καρτερᾷ

강한 (이)에게

καρτερῷ

강한 (것)에게

대격 καρτερόν

강한 (이)를

καρτεράν

강한 (이)를

καρτερόν

강한 (것)를

호격 καρτερέ

강한 (이)야

καρτερά

강한 (이)야

καρτερόν

강한 (것)야

쌍수주/대/호 καρτερώ

강한 (이)들이

καρτερά

강한 (이)들이

καρτερώ

강한 (것)들이

속/여 καρτεροῖν

강한 (이)들의

καρτεραῖν

강한 (이)들의

καρτεροῖν

강한 (것)들의

복수주격 καρτεροί

강한 (이)들이

καρτεραί

강한 (이)들이

καρτερά

강한 (것)들이

속격 καρτερῶν

강한 (이)들의

καρτερῶν

강한 (이)들의

καρτερῶν

강한 (것)들의

여격 καρτεροῖς

강한 (이)들에게

καρτεραῖς

강한 (이)들에게

καρτεροῖς

강한 (것)들에게

대격 καρτερούς

강한 (이)들을

καρτεράς

강한 (이)들을

καρτερά

강한 (것)들을

호격 καρτεροί

강한 (이)들아

καρτεραί

강한 (이)들아

καρτερά

강한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὕτως σύ, ἡ νομοφύλαξ, πανταχόθεν ἐν τῷ τῶν παθῶν περιαντλουμένη κατακλυσμῷ καὶ καρτεροῖς ἀνέμοις, ταῖς τῶν υἱῶν βασάνοις συνεχομένη γενναίως ὑπέμεινας τοὺς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας χειμῶνας. (Septuagint, Liber Maccabees IV 15:32)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 15:32)

  • εἶτα διαδήσας καὶ κατὰ τοὺς ὤμους τελαμῶσι καρτεροῖς ἁρμοσάμενος καὶ πρὸς ἄκροις τοῖς ὠκυπτέροις λαβάς τινας ταῖς χερσὶ παρασκευάσας ἐπειρώμην ἐμαυτοῦ τὸ πρῶτον ἀναπηδῶν καὶ ταῖς χερσὶ ὑπηρετῶν καὶ ὥσπερ οἱ χῆνες ἔτι χαμαιπετῶς ἐπαιρόμενος καὶ ἀκροβατῶν ἅμα μετὰ τῆς πτήσεως: (Lucian, Icaromenippus, (no name) 10:9)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 10:9)

  • οὐ μὴν ἀλλὰ τοῦ Ἱκέτου φιλομαχοῦντος ἔτι καὶ τὴν λαβὴν οὐ προϊεμένου τῆς πόλεως, ἀλλὰ ἐμπεφυκότος οἷς κατεῖχε μέρεσι καρτεροῖς οὖσι καὶ δυσπροσμάχοις, διελὼν ὁ Τιμολέων τὴν δύναμιν αὐτὸς μὲν ᾗ βιαιότατον ἦν παρὰ τὸ ῥεῖθρον τοῦ Ἀνάπου προσέβαλλεν, ἄλλους δ ἐκ τῆς Ἀχραδινῆς ἐκέλευεν ἐπιχειρεῖν, ὧν Ἰσίας ἡγεῖτο ὁ Κορίνθιος, τοὺς δὲ τρίτους ἐπῆγον ἐπὶ τὰς Ἐπιπολὰς Δείναρχος καὶ Δημάρετος, οἱ τὴν ὑστέραν ἀγαγόντες ἐκ Κορίνθου βοήθειαν. (Plutarch, Timoleon, chapter 21 2:1)

    (플루타르코스, Timoleon, chapter 21 2:1)

  • αἱμύλας δὲ μηχανὰς ἀτιμάσαντες καρτεροῖς φρονήμασιν ᾤοντ ἀμοχθεὶ πρὸς βίαν τε δεσπόσειν: (Aeschylus, Prometheus Bound, episode5)

    (아이스킬로스, 결박된 프로메테우스, episode5)

  • οἱ δὲ πλεῖστοι καὶ δυνατώτατοι γενεὰς μὲν αὑτῶν καὶ χρήματα καὶ τὸν ἄχρηστον ὄχλον ἐν φρουρίοις καὶ πολίσμασι καρτεροῖς περὶ τὸν Ταῦρον εἶχον ἀποκείμενα, τὰς δὲ ναῦς πληρώσαντες αὐτοὶ περὶ τὸ Κορακήσιον τῆς Κιλικίας ἐπιπλέοντα τὸν Πομπήϊον ἐδέξαντο: (Plutarch, Pompey, chapter 28 1:1)

    (플루타르코스, Pompey, chapter 28 1:1)

유의어

  1. 강한

  2. 유일신의

  3. 고집센

  4. 강한

  5. strongly

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION