헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δίωγμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δίωγμα

형태분석: διωγματ (어간)

어원: diw/kw

  1. 추격, 사냥, 설계
  1. a pursuit, chase
  2. that which is chased, "the chase, "

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δίωγμα

추격이

διώγματε

추격들이

διώγματα

추격들이

속격 διώγματος

추격의

διωγμάτοιν

추격들의

διωγμάτων

추격들의

여격 διώγματι

추격에게

διωγμάτοιν

추격들에게

διώγμασιν*

추격들에게

대격 δίωγμα

추격을

διώγματε

추격들을

διώγματα

추격들을

호격 δίωγμα

추격아

διώγματε

추격들아

διώγματα

추격들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔστιν δὲ δὴ λόγοσ τισ ὡσ Ζεὺσ μητέρ’ ἔπτατ’ εἰσ ἐμὴν Λήδαν κύκνου μορφώματ’ ὄρνιθοσ λαβών, ὃσ δόλιον εὐνὴν ἐξέπραξ’ ὑπ’ αἰετοῦ δίωγμα φεύγων, εἰ σαφὴσ οὗτοσ λόγοσ· (Euripides, Helen, episode 2:2)

    (에우리피데스, Helen, episode 2:2)

  • ‐ φόνιον αἰώρημα διὰ δέρησ ὀρέξομαι, ἢ ξιφοκτόνον δίωγμα λαιμορρύτου σφαγᾶσ αὐτοσίδαρον ἔσω πελάσω διὰ σαρκὸσ ἅμιλλαν, θῦμα τριζύγοισ θεαῖσι τῷ τε σήραγγασ Ἰδαί ασ ἐνίζοντι Πριαμί δᾳ ποτ’ ἀμφὶ βουστάθμουσ. (Euripides, Helen, episode, lyric11)

    (에우리피데스, Helen, episode, lyric11)

  • μόλοιμι τὰν οὐρανοῦ μέσον χθονόσ <τε> τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν, ἁλύσεσιν χρυσέαισι φερομέναν δίναισι, βῶλον ἐξ Ὀλύμπου, ἵν’ ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατρὶ Ταντάλῳ ὃσ ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορασ ἐμέθεν δόμων, οἳ κατεῖδον ἄτασ, ποτανὸν μὲν δίωγμα πώλων τεθριπποβάμονι στόλῳ Πέλοψ ὅτε πελάγεσι διεδίφρευσε, Μυρτίλου φόνον δικὼν ἐσ οἶδμα πόντου, λευκοκύμοσιν πρὸσ Γεραιστίαισ ποντίων σάλων ᾐόσιν ἁρματεύσασ. (Euripides, choral, epode1)

    (에우리피데스, choral, epode1)

  • πολλαὶ δὲ τὰ διώγματα ἀφιεῖσαι ἐπανέρχονται διὰ τὸ μισόθηρον, πολλαὶ δὲ διὰ τὸ φιλάνθρωπον· (Xenophon, Minor Works, , chapter 3 11:1)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 3 11:1)

  • τὰ μὲν πλούτου καὶ δυνάμεων ἐν τοῖσ τοιούτοισ διώγματα τί καί τισ ἂν ὡσ ἄξια λόγου σπουδάζοι μεμφόμενοσ; (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 320:5)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 320:5)

  • ἐμὸν δίωγμά γ’ οὐδαμῶσ ὀνήσετε. (Sophocles, Ichneutae 11:3)

    (소포클레스, Ichneutae 11:3)

  • γενομένων δὲ τούτων οἱ Ῥωμαῖοι συνεγγίσαντεσ κατὰ τὸ δίωγμα τῷ τῶν Καρχηδονίων χάρακι καὶ κατοπτεύσαντεσ αὖθισ ἐξ ὑποστροφῆσ ἠπείγοντο, διασαφήσοντεσ τῷ στρατηγῷ τὴν παρουσίαν τῶν πολεμίων· (Polybius, Histories, book 3, chapter 45 3:1)

    (폴리비오스, Histories, book 3, chapter 45 3:1)

유의어

  1. 추격

  2. that which is chased

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION