헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φάλαγξ

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φάλαγξ φάλαγγος

형태분석: φαλαγγ (어간) + ς (어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 대형, 배열
  2. 중앙, 중, 중심
  3. 그루, 줄기, 트렁크, 통나무
  4. 거미
  1. battle order, array
  2. line or rank of an army
  3. phalanx: a clustered mass of infantry
  4. main body, center (as opposed to the periphery)
  5. round piece of wood: trunk, log
  6. (in the plural) rollers (Latin: palangae)
  7. the beam of a balance
  8. the bone between two joints of a finger or toe
  9. spider

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 φάλαγξ

대형이

φάλαγγε

대형들이

φάλαγγες

대형들이

속격 φάλαγγος

대형의

φαλάγγοιν

대형들의

φαλάγγων

대형들의

여격 φάλαγγι

대형에게

φαλάγγοιν

대형들에게

φάλαγξιν*

대형들에게

대격 φάλαγγα

대형을

φάλαγγε

대형들을

φάλαγγας

대형들을

호격 φάλαγξ

대형아

φάλαγγε

대형들아

φάλαγγες

대형들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐνέβαλεν αὐτὴν εἰσ τὴν πήραν τῶν βρωμάτων αὐτῆσ. καὶ ἐξῆλθον αἱ δύο ἅμα κατὰ τὸν ἐθισμὸν αὐτῶν ἐπὶ τὴν προσευχήν. καὶ διελθοῦσαι τὴν παρεμβολὴν ἐκύκλωσαν τὴν φάλαγγα ἐκείνην καὶ προσανέβησαν τὸ ὄροσ Βαιτυλούα καὶ ἤλθοσαν πρὸσ τὰσ πύλασ αὐτῆσ. (Septuagint, Liber Iudith 13:10)

    (70인역 성경, 유딧기 13:10)

  • ἐπεὶ δὲ πλησίον ἐγένοντο καὶ εἶδον ἀλλήλουσ, οἱ μὲν Ἰνδοὶ προτάξαντεσ τοὺσ ἐλέφαντασ ἐπῆγον τὴν φάλαγγα, ὁ Διόνυσοσ δὲ τὸ μέσον μὲν αὐτὸσ εἶχε, τοῦ κέρωσ δὲ αὐτῷ τοῦ δεξιοῦ μὲν ὁ Σιληνόσ, τοῦ εὐωνύμου δὲ ὁ Πὰν ἡγοῦντο· (Lucian, (no name) 4:1)

    (루키아노스, (no name) 4:1)

  • ἔστων δὲ ἀμφ̓ αὐτὸν ασ ἑκατὸν κούφων λογχοφόρων, ὡσ πᾶσαν ἐπιφοιτῶν τὴν φάλαγγα ὅπου τι ἐνδεὲσ καταμανθάνοι, ἐκεῖνο ἴδῃ καὶ θεραπεύσῃ. (Arrian, Acies Contra Alanos 31:1)

    (아리아노스, Acies Contra Alanos 31:1)

  • ἐπεὶ δὲ φήσ, ὦ Ἀνάχαρσι, καὶ τὴν ἄλλην Ἑλλάδα ἐπελεύσεσθαι, μέμνησο ἤν ποτε καὶ εἰσ Λακεδαίμονα ἔλθῃσ, μὴ καταγελάσαι μηδὲ ἐκείνων μηδὲ οἰέσθαι μάτην πονεῖν αὐτούσ, ὁπόταν ἢ σφαίρασ πέρι ἐν τῷ θεάτρῳ συμπεσόντεσ παίωσιν ἀλλήλουσ ἢ εἰσ χωρίον εἰσελθόντεσ ὕδατι περιγεγραμμένον, εἰσ φάλαγγα διαστάντεσ, τὰ πολεμίων ἀλλήλουσ ἐργάζωνται γυμνοὶ καὶ αὐτοί, ἄχρισ ἂν ἐκβάλωσι τοῦ περιγράμματοσ τὸ ἕτερον σύνταγμα οἱ ἕτεροι, τοὺσ κατὰ Λυκοῦργον οἱ καθ’ Ἡρακλέα ἢ ἔμπαλιν, συνωθοῦντεσ εἰσ τὸ ὕδωρ· (Lucian, Anacharsis, (no name) 38:1)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 38:1)

  • εἰδὼσ γὰρ τούτουσ ἀλκίμουσ ὄντασ καὶ πλήθει παμπόλλουσ ὁρῶν καὶ τὴν φάλαγγα καρτερῶσ συναραρυῖαν καὶ ἐπὶ μετώπου μὲν προασπίζοντασ τοὺσ χαλκοθώρακασ αὐτῶν, ἐσ βάθοσ δὲ ἐπὶ τεττάρων καὶ εἴκοσι τεταγμένουσ ὁπλίτασ, ἐπὶ κέρωσ δ̓ ἑκατέρωθεν τὴν ἵππον δισμυρίαν οὖσαν, ἐκ δὲ τοῦ μέσου τὰ ἁρ́ματα ἐκπηδήσεσθαι μέλλοντα δρεπανηφόρα ὀγδοήκοντα καὶ συνωρίδασ ἐπ̓ αὐτοῖσ δὶσ τοσαύτασ, ταῦτα ὁρῶν πάνυ πονηρὰσ εἶχε τὰσ ἐλπίδασ, ὡσ ἀμάχων ὄντων ἐκείνων αὐτῷ· (Lucian, Zeuxis 15:1)

    (루키아노스, Zeuxis 15:1)

유의어

  1. 대형

  2. line or rank of an army

  3. 그루

  4. rollers

  5. the beam of a balance

  6. the bone between two joints of a finger or toe

  7. 거미

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION