고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: πελταστικός πελταστική πελταστικόν
형태분석: πελταστικ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | πελταστικός (이)가 | πελταστική (이)가 | πελταστικόν (것)가 |
속격 | πελταστικοῦ (이)의 | πελταστικῆς (이)의 | πελταστικοῦ (것)의 | |
여격 | πελταστικῷ (이)에게 | πελταστικῇ (이)에게 | πελταστικῷ (것)에게 | |
대격 | πελταστικόν (이)를 | πελταστικήν (이)를 | πελταστικόν (것)를 | |
호격 | πελταστικέ (이)야 | πελταστική (이)야 | πελταστικόν (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | πελταστικώ (이)들이 | πελταστικᾱ́ (이)들이 | πελταστικώ (것)들이 |
속/여 | πελταστικοῖν (이)들의 | πελταστικαῖν (이)들의 | πελταστικοῖν (것)들의 | |
복수 | 주격 | πελταστικοί (이)들이 | πελταστικαί (이)들이 | πελταστικά (것)들이 |
속격 | πελταστικῶν (이)들의 | πελταστικῶν (이)들의 | πελταστικῶν (것)들의 | |
여격 | πελταστικοῖς (이)들에게 | πελταστικαῖς (이)들에게 | πελταστικοῖς (것)들에게 | |
대격 | πελταστικούς (이)들을 | πελταστικᾱ́ς (이)들을 | πελταστικά (것)들을 | |
호격 | πελταστικοί (이)들아 | πελταστικαί (이)들아 | πελταστικά (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
πελταστικός πελταστικοῦ (이)의 |
πελταστικώτερος πελταστικωτεροῦ 더 (이)의 |
πελταστικώτατος πελταστικωτατοῦ 가장 (이)의 |
부사 | πελταστικώς | πελταστικώτερον | πελταστικώτατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(루키아노스, Zeuxis 15:2)
(아리아노스, chapter 3 1:2)
(루키아노스, Dialogi mortuorum,
(플루타르코스, Agesilaus, chapter 10 3:1)
(플루타르코스, Philopoemen, chapter 9 2:2)
(플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman,
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기