- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ψιλός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: psīlos 고전 발음: [실:로] 신약 발음: [실로]

기본형: ψιλός ψιλή ψιλόν

형태분석: ψιλ (어간) + ος (어미)

  1. 단순한, 순수한, 나체의
  2. 매끄러운, 대머리인, 친절한
  3. 작은, 섬세한, 부드러운, 미미한
  4. 가벼운, 밝은
  5. 무기가 없는, 비무장의
  1. naked, bare
  2. bald, smooth
  3. unclad, uncovered
  4. small, frail, delicate
  5. (military) light (troops)
  6. unarmed
  7. (of words) without meter (i.e. prose)
  8. (poetry) without music (Epic vs Lyrical)
  9. (singing) without music (a capella)
  10. (music) without singing (instrumentals)
  11. (grammar) without the rough breathing (i.e. with the smooth breathing)
  12. (grammar) describing the unaspirated voiceless stops, π ‎(p), τ ‎(t), κ ‎(k), as opposed to the aspirated voiceless stops, φ ‎(ph), χ ‎(kh), θ ‎(th)

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ψιλός

단순한 (이)가

ψιλή

단순한 (이)가

ψιλόν

단순한 (것)가

속격 ψιλοῦ

단순한 (이)의

ψιλῆς

단순한 (이)의

ψιλοῦ

단순한 (것)의

여격 ψιλῷ

단순한 (이)에게

ψιλῇ

단순한 (이)에게

ψιλῷ

단순한 (것)에게

대격 ψιλόν

단순한 (이)를

ψιλήν

단순한 (이)를

ψιλόν

단순한 (것)를

호격 ψιλέ

단순한 (이)야

ψιλή

단순한 (이)야

ψιλόν

단순한 (것)야

쌍수주/대/호 ψιλώ

단순한 (이)들이

ψιλά

단순한 (이)들이

ψιλώ

단순한 (것)들이

속/여 ψιλοῖν

단순한 (이)들의

ψιλαῖν

단순한 (이)들의

ψιλοῖν

단순한 (것)들의

복수주격 ψιλοί

단순한 (이)들이

ψιλαί

단순한 (이)들이

ψιλά

단순한 (것)들이

속격 ψιλῶν

단순한 (이)들의

ψιλῶν

단순한 (이)들의

ψιλῶν

단순한 (것)들의

여격 ψιλοῖς

단순한 (이)들에게

ψιλαῖς

단순한 (이)들에게

ψιλοῖς

단순한 (것)들에게

대격 ψιλούς

단순한 (이)들을

ψιλάς

단순한 (이)들을

ψιλά

단순한 (것)들을

호격 ψιλοί

단순한 (이)들아

ψιλαί

단순한 (이)들아

ψιλά

단순한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ψιλός

ψιλοῦ

단순한 (이)의

ψιλότερος

ψιλοτεροῦ

더 단순한 (이)의

ψιλότατος

ψιλοτατοῦ

가장 단순한 (이)의

부사 ψιλώς

ψιλότερον

ψιλότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • παῖδα γάρ ς εἰκὸς καλεῖν, ἑώς ἂν οὕτως τὰς γνάθους ψιλὰς ἔχῃς. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Episode6)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Episode6)

  • αὐξήσεις δὲ περιβολήν, ἐὰν μὴ ψιλὰς τὰς παραλείψεις λέγῃς, ἀλλὰ καὶ τὰς αἰτιολογίας αὐτῶν προστιθῇς, ὡς ἐν τῷ πρὸς Λεπτίνην, ὃν μὲν οὖν τρόπον ὑμᾶς ἔχων πρὸς Πελοποννησίους ἅπαντας παρετάξατο ἐν Θήβαις, καὶ ὡς Γοργώπαν ἀπέκτεινεν ἐν Αἰγίνῃ, καὶ ὅσα ἐν Κύπρῳ ἐποίησε, καὶ μετὰ ταῦτα ἐν Αἰγύπτῳ, καὶ ὅτι πᾶσαν ἐπελθὼν ὀλίγου χώραν, οὐδαμοῦ τὸ τῆς πόλεως ὄνομα οὐδ αὑτὸν κατῄσχυνε, καὶ ἡ αἰτιολογία, δι ἣν παραλείπει, ὅτι ἀδύνατον κατὰ τὴν ἀξίαν εἰπεῖν, πολλή τε αἰσχύνη λέγοντος ἐμοῦ ταῦτα ἐλάττω φανῆναι τῆς παρ ἑκάστῳ περὶ αὐτοῦ δόξης ὑπαρχούσης. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 14:7)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 14:7)

  • τὸ μὲν οὖν ἐκ τούτων καθιστάναι ταύτην τὴν δύναμιν ἐφ ἑαυτούς ἐστι καθιστάναι, δεῖ δὲ διῃρημένης τῆς ἡλικίας, καὶ τῶν μὲν ὄντων πρεσβυτέρων τῶν δὲ νέων, ἔτι μὲν ὄντας νέους τοὺς αὐτῶν υἱεῖς διδάσκεσθαι τὰς κούφας καὶ τὰς ψιλὰς ἐργασίας, ἐκκεκριμένους δὲ ἐκ παίδων ἀθλητὰς εἶναι αὐτοὺς τῶν ἔργων: (Aristotle, Politics, Book 6 102:1)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 6 102:1)

  • εἰ δ αὐτὸς οὐχ οἱό῀ς τε εἶ κατὰ ταύτας ψιλὰς πορευόμενος εὑρεῖν τὸ ἑξῆς, ἄκουσον παρὰ τῶν ἐζητηκότων. (Epictetus, Works, book 4, 51:4)

    (에픽테토스, Works, book 4, 51:4)

  • καὶ εὐθὺς ἄγων πρὸς τοὺς ταξιάρχους συνέστησεν αὐτούς, καὶ ἐκέλευσε τά τε γέρρα καὶ τὰς ψιλὰς μαχαίρας τούτοις δοῦναι, ὅπως ἔχοντες σὺν τοῖς ἵπποις ἕπωνται, καὶ τὰ ἐπιτήδεια τούτοις ὥσπερ καὶ τοῖς μετ αὐτοῦ Πέρσαις λαμβάνειν, αὐτοὺς δὲ τοὺς θώρακας καὶ τὰ ξυστὰ ἔχοντας ἀεὶ ἐπὶ τῶν ἵππων ὀχεῖσθαι, καὶ αὐτὸς οὕτω ποιῶν κατῆρχεν, ἐπὶ δὲ τοὺς πεζοὺς τῶν ὁμοτίμων ἀνθ αὑτοῦ ἕκαστον καθιστάναι ἄλλον ἄρχοντα τῶν ὁμοτίμων. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 5 68:1)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 5 68:1)

유의어

  1. 단순한

  2. 매끄러운

  3. unclad

  4. 가벼운

  5. 무기가 없는

  6. without music

  7. without music

  8. without the rough breathing

관련어

명사

형용사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION