헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προλαμβάνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προλαμβάνω προλήψομαι προὔλαβον προείληφα

형태분석: προ (접두사) + λαμβάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 제공하다, 공급하다, 갖추다, 수여하다
  2. 기대하다, 고대하다, 예상하다
  3. 앞에 나타나다, 기대하다
  4. 앞에 나타나다, 기대하다
  1. to take or receive before
  2. to take or seize beforehand, to provide, first procured
  3. to take before, take in preference
  4. to take away or off before
  5. to be beforehand with, anticipate
  6. to get the start of
  7. to get a start
  8. was, ahead, to anticipate the event, prejudge, by anticipation
  9. to repeat from the origin

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προλαμβάνω

προλαμβάνεις

προλαμβάνει

쌍수 προλαμβάνετον

προλαμβάνετον

복수 προλαμβάνομεν

προλαμβάνετε

προλαμβάνουσιν*

접속법단수 προλαμβάνω

προλαμβάνῃς

προλαμβάνῃ

쌍수 προλαμβάνητον

προλαμβάνητον

복수 προλαμβάνωμεν

προλαμβάνητε

προλαμβάνωσιν*

기원법단수 προλαμβάνοιμι

προλαμβάνοις

προλαμβάνοι

쌍수 προλαμβάνοιτον

προλαμβανοίτην

복수 προλαμβάνοιμεν

προλαμβάνοιτε

προλαμβάνοιεν

명령법단수 προλάμβανε

προλαμβανέτω

쌍수 προλαμβάνετον

προλαμβανέτων

복수 προλαμβάνετε

προλαμβανόντων, προλαμβανέτωσαν

부정사 προλαμβάνειν

분사 남성여성중성
προλαμβανων

προλαμβανοντος

προλαμβανουσα

προλαμβανουσης

προλαμβανον

προλαμβανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προλαμβάνομαι

προλαμβάνει, προλαμβάνῃ

προλαμβάνεται

쌍수 προλαμβάνεσθον

προλαμβάνεσθον

복수 προλαμβανόμεθα

προλαμβάνεσθε

προλαμβάνονται

접속법단수 προλαμβάνωμαι

προλαμβάνῃ

προλαμβάνηται

쌍수 προλαμβάνησθον

προλαμβάνησθον

복수 προλαμβανώμεθα

προλαμβάνησθε

προλαμβάνωνται

기원법단수 προλαμβανοίμην

προλαμβάνοιο

προλαμβάνοιτο

쌍수 προλαμβάνοισθον

προλαμβανοίσθην

복수 προλαμβανοίμεθα

προλαμβάνοισθε

προλαμβάνοιντο

명령법단수 προλαμβάνου

προλαμβανέσθω

쌍수 προλαμβάνεσθον

προλαμβανέσθων

복수 προλαμβάνεσθε

προλαμβανέσθων, προλαμβανέσθωσαν

부정사 προλαμβάνεσθαι

분사 남성여성중성
προλαμβανομενος

προλαμβανομενου

προλαμβανομενη

προλαμβανομενης

προλαμβανομενον

προλαμβανομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ προλαμβάνων τὰσ δύο βραχείασ ἀνάπαιστοσ μὲν καλεῖται, σεμνότητα δ’ ἔχει πολλήν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1723)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1723)

  • καὶ γὰρ οἱ μὲν ἐρωτηθέντεσ, ἂν σφαλῶσιν ἐν τῷ ἀποκρίνασθαι, συγγνώμησ δικαίασ τυγχάνουσιν ὁ δ’ αὐθαιρέτωσ ὑφιστάμενοσ καὶ προλαμβάνων τὸν λόγον ἀηδὴσ μέν ἐστι καὶ κατορθῶν, διαμαρτάνων δὲ παντάπασιν ἐπίχαρτοσ γίνεται καὶ καταγέλαστοσ. (Plutarch, De garrulitate, section 19 4:2)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 19 4:2)

  • ὁ δ’ αὐθαιρέτωσ ὑφιστάμενοσ καὶ προλαμβάνων τὸν λόγον ἀηδὴσ μέν ἐστι καὶ κατορθῶν, διαμαρτάνων δὲ παντάπασιν ἐπίχαρτοσ γίγνεται καὶ καταγέλαστοσ. (Plutarch, De garrulitate, section 19 12:1)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 19 12:1)

  • δοκεῖτε δέ μοι πολὺ βέλτιον ἂν περὶ τοῦ πολέμου καὶ ὅλησ τῆσ παρασκευῆσ βουλεύσασθαι, εἰ τὸν τόπον, ὦ ἄνδρεσ Ἀθηναῖοι, τῆσ χώρασ, πρὸσ ἣν πολεμεῖτε, ἐνθυμηθείητε, καὶ λογίσαισθ’ ὅτι τοῖσ πνεύμασιν καὶ ταῖσ ὡρ́αισ τοῦ ἔτουσ τὰ πολλὰ προλαμβάνων διαπράττεται Φίλιπποσ, καὶ φυλάξασ τοὺσ ἐτησίασ ἢ τὸν χειμῶν’ ἐπιχειρεῖ, ἡνίκ’ ἂν ἡμεῖσ μὴ δυναίμεθ’ ἐκεῖσ’ ἀφικέσθαι. (Demosthenes, Speeches, 39:1)

    (데모스테네스, Speeches, 39:1)

  • τῶν δὲ Δρούσῳ τῷ Τιβερίου Καίσαροσ υἱῷ συμβιούντων ὁ πάντασ ἐν τῷ πίνειν προτρεπόμενοσ ἰατρὸσ ἑάλω τῶν πικρῶν ἀμυγδαλῶν πέντ’ ἢ ἓξ ἑκάστοτε προλαμβάνων ἕνεκα τοῦ μὴ μεθύσκεσθαι· (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 1, 15:3)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 1, 15:3)

유의어

  1. to take or receive before

  2. to take before

  3. to take away or off before

  4. 기대하다

  5. 앞에 나타나다

  6. 앞에 나타나다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION