헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συναπολαμβάνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συναπολαμβάνω συναπολήψομαι

형태분석: συν (접두사) + ἀπο (접두사) + λαμβάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to receive in common or at once

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπολαμβάνω

συναπολαμβάνεις

συναπολαμβάνει

쌍수 συναπολαμβάνετον

συναπολαμβάνετον

복수 συναπολαμβάνομεν

συναπολαμβάνετε

συναπολαμβάνουσιν*

접속법단수 συναπολαμβάνω

συναπολαμβάνῃς

συναπολαμβάνῃ

쌍수 συναπολαμβάνητον

συναπολαμβάνητον

복수 συναπολαμβάνωμεν

συναπολαμβάνητε

συναπολαμβάνωσιν*

기원법단수 συναπολαμβάνοιμι

συναπολαμβάνοις

συναπολαμβάνοι

쌍수 συναπολαμβάνοιτον

συναπολαμβανοίτην

복수 συναπολαμβάνοιμεν

συναπολαμβάνοιτε

συναπολαμβάνοιεν

명령법단수 συναπολάμβανε

συναπολαμβανέτω

쌍수 συναπολαμβάνετον

συναπολαμβανέτων

복수 συναπολαμβάνετε

συναπολαμβανόντων, συναπολαμβανέτωσαν

부정사 συναπολαμβάνειν

분사 남성여성중성
συναπολαμβανων

συναπολαμβανοντος

συναπολαμβανουσα

συναπολαμβανουσης

συναπολαμβανον

συναπολαμβανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπολαμβάνομαι

συναπολαμβάνει, συναπολαμβάνῃ

συναπολαμβάνεται

쌍수 συναπολαμβάνεσθον

συναπολαμβάνεσθον

복수 συναπολαμβανόμεθα

συναπολαμβάνεσθε

συναπολαμβάνονται

접속법단수 συναπολαμβάνωμαι

συναπολαμβάνῃ

συναπολαμβάνηται

쌍수 συναπολαμβάνησθον

συναπολαμβάνησθον

복수 συναπολαμβανώμεθα

συναπολαμβάνησθε

συναπολαμβάνωνται

기원법단수 συναπολαμβανοίμην

συναπολαμβάνοιο

συναπολαμβάνοιτο

쌍수 συναπολαμβάνοισθον

συναπολαμβανοίσθην

복수 συναπολαμβανοίμεθα

συναπολαμβάνοισθε

συναπολαμβάνοιντο

명령법단수 συναπολαμβάνου

συναπολαμβανέσθω

쌍수 συναπολαμβάνεσθον

συναπολαμβανέσθων

복수 συναπολαμβάνεσθε

συναπολαμβανέσθων, συναπολαμβανέσθωσαν

부정사 συναπολαμβάνεσθαι

분사 남성여성중성
συναπολαμβανομενος

συναπολαμβανομενου

συναπολαμβανομενη

συναπολαμβανομενης

συναπολαμβανομενον

συναπολαμβανομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὄμνυμι δέ σοι μηδὲ ἀποδιδόντοσ δέξασθαι ἄν, εἰ μὴ καὶ οἱ στρατιῶται ἔμελλον τὰ ἑαυτῶν συναπολαμβάνειν. (Xenophon, Anabasis, , chapter 7 44:1)

    (크세노폰, Anabasis, , chapter 7 44:1)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION