σταθμός
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
σταθμός
σταθμοῦ
형태분석:
σταθμ
(어간)
+
ος
(어미)
뜻
- 거처, 거주, 집, 거주지, 주소
- 저울, 균형
- 무게, 추, 비중, 부담, 슬픔
- a standing place, a stye, a dwelling, abode
- quarters, lodgings
- stations, a day's journey, day's march
- an upright post, the bearing pillar, a door-post
- the balance
- weight, in weight, in or by weight, weights
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ τῶν κρεαγρῶν καὶ σπονδείων καὶ τῶν φιαλῶν τῶν χρυσῶν καὶ τὸν σταθμὸν τῶν χρυσῶν καὶ ἀργυρῶν, καὶ θυί̈σκων κεφφουρὲ ἑκάστου σταθμοῦ. (Septuagint, Liber I Paralipomenon 28:17)
(70인역 성경, 역대기 상권 28:17)
- "τούτων δὲ τὴν μὲν κατά μέροσ κατασκευὴν καὶ τὰ γένη μακρὸν ἐπεφαίνετό μοι δηλοῦν τὸ δὲ τοῦ σταθμοῦ πλῆθοσ εἰσ μύρια τάλαντα ἀργυρίου τὴν σύμπασαν εἶχε κατασκευήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 19 3:91)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 19 3:91)
- καὶ τούτῳ δὲ ἀπὸ πολλοῦ σταθμοῦ καὶ ὄγκου δύναμιν ὀλίγην ἔδωκεν, ὥστε δέκα μυῶν ἀμοιβὴν ἀποθήκησ τε μεγάλησ ἐν οἰκίᾳ δεῖσθαι καὶ ζεύγουσ ἄγοντοσ, τούτου δὲ κυρωθέντοσ ἐξέπεσεν ἀδικημάτων γένη πολλὰ τῆσ Λακεδαίμονοσ. (Plutarch, Lycurgus, chapter 9 1:3)
(플루타르코스, Lycurgus, chapter 9 1:3)
- ἐδίδασκον δὲ τοὺσ παῖδασ καὶ λόγῳ χρῆσθαι πικρίαν ἔχοντι μεμιγμένην χάριτι καὶ πολλὴν ἀπὸ βραχείασ λέξεωσ ἀναθεώρησιν, τὸ μὲν γάρ σιδηροῦν νόμισμα μικρὰν ἔχειν ἐποίησεν ἀπὸ πολλοῦ σταθμοῦ δύναμιν ὁ Λυκοῦργοσ, ὡσ εἴρηται, τὸ δὲ τοῦ λόγου νόμισμα τοὐναντίον ἀπ’ εὐτελοῦσ καὶ ὀλίγησ λέξεωσ εἰσ πολλὴν καὶ περιττὴν κατεσκεύασε διάνοιαν, τῇ πολλῇ σιωπῇ τοὺσ παῖδασ ἀποφθεγματικοὺσ καὶ πεπαιδευμένουσ πρὸσ τὰσ ἀποκρίσεισ μηχανώμενοσ, ὡσ γάρ τὸ σπέρμα τῶν πρὸσ τὰσ συνουσίασ ἀκολάστων ἄγονον ὡσ τὰ πολλὰ καὶ ἄκαρπόν ἐστιν, οὕτωσ ἡ πρὸσ τὸ λαλεῖν ἀκρασία κενὸν τὸν λόγον ποιεῖ καὶ ἀνόητον. (Plutarch, Lycurgus, chapter 19 1:1)
(플루타르코스, Lycurgus, chapter 19 1:1)
- οὐ γὰρ δήπου ἄνευ γε σταθμοῦ ἔμελλεν οὔτε ὁ ὑποτιθέμενοσ <παραλήψεσθαι> οὔθ’ ὁ ὑποτιθεὶσ τὸν χαλκὸν παραδώσειν, οὐδ’ αὖ ὁ πατὴρ ἔμελλεν αὐτὸσ οὔτε οἴσειν τὸν χαλκὸν οὔτε στήσεσθαι, ἀλλ’ οἰκέται ἦσαν αὐτῷ, οἳ τὰ ἐνέχυρα τῶν δανεισμάτων παρελάμβανον. (Demosthenes, Speeches 41-50, 63:3)
(데모스테네스, Speeches 41-50, 63:3)
유의어
-
거처
- κατοικητήριον (거처, 건물, 주소)
- ἕδος (자리, 사원, 신전)
- δίαιτα (거처, 거주, 집)
- μονή (거처, 거주, 집)
- θεράπνη (거처, 거주, 집)
-
quarters
-
stations
-
저울
-
무게
- μνα (무게, 추, 비중)
- ὄγκος (곤란, 무게, 문제)
- βαρύτης (무게, 체중, 추)
- ἀχθηδών (부담, 무게, 짐)
- σήκωμα (무게, 추, 비중)
- μολυβδίς (a leaden weight)