ὀφθαλμός?
2군 변화 명사; 남성
자동번역
로마알파벳 전사: ophthalmos
고전 발음: [옵탈모스]
신약 발음: [옵탈모스]
기본형:
ὀφθαλμός
ὀφθαλμοῦ
형태분석:
ὀφθαλμ
(어간)
+
ος
(어미)
어원: from ΟΠ, Root of ὄψομαι, ὀφθῆναι
뜻
- 눈, 눈꺼풀
- 풍경, 광경
- 이해, 이유
- eye
- sight
- understanding
- that which is dearest or best
- the bud of a plant (such as the eye of a potato)
곡용 정보
2군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε. καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον. (Septuagint, Liber Genesis 3:6)
(70인역 성경, 창세기 3:6)
- Ὁ δὲ Θεὸς εἶπε τῷ Ἅβραμ μετὰ τὸ διαχωρισθῆναι τὸν Λὼτ ἀπ᾿ αὐτοῦ. ἀνάβλεψον τοῖς ὀφθαλμοῖς σου καὶ ἴδε ἀπὸ τοῦ τόπου, οὗ νῦν σύ εἶ, πρὸς βορρᾶν καὶ λίβα καὶ ἀνατολὰς καὶ θάλασσαν. (Septuagint, Liber Genesis 13:14)
(70인역 성경, 창세기 13:14)
- ἀναβλέψας δέ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ τρεῖς ἄνδρες εἱστήκεισαν ἐπάνω αὐτοῦ. καὶ ἰδὼν προσέδραμεν εἰς συνάντησιν αὐτοῖς ἀπὸ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς αὐτοῦ καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὴν γῆν. (Septuagint, Liber Genesis 18:2)
(70인역 성경, 창세기 18:2)
- καὶ ἀναβλέψας Ἁβραὰμ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ, εἶδε τὸν τόπον μακρόθεν. (Septuagint, Liber Genesis 22:4)
(70인역 성경, 창세기 22:4)
- καὶ ἀναβλέψας Ἁβραὰμ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ κριὸς εἷς κατεχόμενος ἐν φυτῷ Σαβὲκ τῶν κεράτων. καὶ ἐπορεύθη Ἁβραὰμ καὶ ἔλαβε τὸν κριὸν καὶ ἀνήνεγκεν αὐτὸν εἰς ὁλοκάρπωσιν ἀντὶ Ἰσαὰκ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Genesis 22:13)
(70인역 성경, 창세기 22:13)
유의어
-
눈
-
풍경
-
이해
- νόημα (마음, 이해, 정신)
- φραδή (지식, 이해, 학문)
- σύνεσις (이해, 지능, 총명)
- νόησις (이해, 지능, 총명)
- διάνοια (이해, 지능, 총명)
- πινυτή (지혜, 이해, 지식)
-
the bud of a plant