- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κακία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: kakiā 고전 발음: [까끼아:] 신약 발음: [까끼아]

기본형: κακία κακίας

형태분석: κακι (어간) + α (어미)

어원: κακός

  1. 부도덕, 악덕, 간악, 악행, 범죄
  2. 겁대가리, 비겁
  3. 부끄러움, 치욕, 불명예
  4. 불운, 불행
  1. lack of quality
  2. evil, wickedness, vice, depravity
  3. cowardice
  4. dishonour, shame
  5. misfortune

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ τοὺς ὑπερηφανίαν ἐργαζομένους Σοδομίτας, διαδήλους ταῖς κακίαις γενομένους, πυρὶ καὶ θείῳ κατέφλεξας, παράδειγμα τοῖς ἐπιγινομένοις καταστήσας. (Septuagint, Liber Maccabees III 2:5)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 2:5)

  • ἐν ταῖς κακίαις αὐτῶν εὔφραναν βασιλεῖς καὶ ἐν τοῖς ψεύδεσιν αὐτῶν ἄρχοντας. (Septuagint, Prophetia Osee 7:3)

    (70인역 성경, 호세아서 7:3)

  • καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ μὴ τὰ ἱμάτια ὑμῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν, ὅτι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων ἐστί, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ μετανοῶν ἐπὶ ταῖς κακίαις. (Septuagint, Prophetia Ioel 2:13)

    (70인역 성경, 요엘서 2:13)

  • καὶ προσηύξατο πρὸς Κύριον καὶ εἶπεν. Ὦ Κύριε, οὐχ οὗτοι οἱ λόγοι μου ἔτι ὄντος μου ἐν τῇ γῇ μου; διὰ τοῦτο προέφθασα τοῦ φυγεῖν εἰς Θαρσίς, διότι ἔγνων ὅτι σὺ ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ μετανοῶν ἐπὶ ταῖς κακίαις. (Septuagint, Prophetia Ionae 4:2)

    (70인역 성경, 요나서 4:2)

  • ἆρον τοὺς ὀφθαλμούς σου εἰς εὐθεῖαν καὶ ἰδέ. πῶς οὐχὶ ἐξεφύρθης; ἐπὶ ταῖς ὁδοῖς ἐκάθισας αὐτοῖς ὡσεὶ κορώνη ἐρημουμένη καὶ ἐμίανας τὴν γῆν ἐν ταῖς πορνείαις σου καὶ ἐν ταῖς κακίαις σου. (Septuagint, Liber Ieremiae 3:2)

    (70인역 성경, 예레미야서 3:2)

유의어

  1. lack of quality

  2. 부도덕

  3. 겁대가리

  4. 부끄러움

  5. 불운

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION