헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κρατερός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κρατερός κρατερή κρατερόν

형태분석: κρατερ (어간) + ος (어미)

어원: epic form of ka/rteros,

  1. 강한, 강력한, 힘센, 진한
  2. 강한, 강력한, 힘센, 진한
  3. 거친, 강한, 강력한, 거센, 힘센, 진한
  1. strong, stout, mighty
  2. strong, mighty, cruel
  3. strong, vehement, mighty, a harsh, rough
  4. strongly, stoutly, roughly

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κρατερός

강한 (이)가

κρατερᾱ́

강한 (이)가

κρατερόν

강한 (것)가

속격 κρατεροῦ

강한 (이)의

κρατερᾶς

강한 (이)의

κρατεροῦ

강한 (것)의

여격 κρατερῷ

강한 (이)에게

κρατερᾷ

강한 (이)에게

κρατερῷ

강한 (것)에게

대격 κρατερόν

강한 (이)를

κρατερᾱ́ν

강한 (이)를

κρατερόν

강한 (것)를

호격 κρατερέ

강한 (이)야

κρατερᾱ́

강한 (이)야

κρατερόν

강한 (것)야

쌍수주/대/호 κρατερώ

강한 (이)들이

κρατερᾱ́

강한 (이)들이

κρατερώ

강한 (것)들이

속/여 κρατεροῖν

강한 (이)들의

κρατεραῖν

강한 (이)들의

κρατεροῖν

강한 (것)들의

복수주격 κρατεροί

강한 (이)들이

κρατεραί

강한 (이)들이

κρατερά

강한 (것)들이

속격 κρατερῶν

강한 (이)들의

κρατερῶν

강한 (이)들의

κρατερῶν

강한 (것)들의

여격 κρατεροῖς

강한 (이)들에게

κρατεραῖς

강한 (이)들에게

κρατεροῖς

강한 (것)들에게

대격 κρατερούς

강한 (이)들을

κρατερᾱ́ς

강한 (이)들을

κρατερά

강한 (것)들을

호격 κρατεροί

강한 (이)들아

κρατεραί

강한 (이)들아

κρατερά

강한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • βαθὺν δ’ αἰθέρα ξουθαῖσι τάμνων ὑψοῦ πτερύγεσσι ταχεί‐ αισ αἰετὸσ εὐρυάνακτοσ ἄγγελοσ Ζηνὸσ ἐρισφαράγου θαρσεῖ κρατερᾷ πίσυνοσ ἰσχύϊ, πτάσσοντι δ’ ὄρνι‐ χεσ λιγύφθογγοι φόβῳ· (Bacchylides, , epinicians, ode 5 2:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 2:1)

  • ὑποστάντων δὲ τῶν Περσῶν καὶ δεξαμένων οὐκ ἀγεννῶσ κρατερὰ μάχη συνέστη· (Plutarch, , chapter 13 2:1)

    (플루타르코스, , chapter 13 2:1)

  • καὶ Νεμέᾳ τρὶσ ἐνίκησεν, καὶ τετράκισ ἄλλα Πελλάνᾳ, δύο δ’ ἐν Λυκαίῳ, καὶ Τεγέᾳ, καὶ ἐν Αἰγίνᾳ, κρατερᾷ τ’ Ἐπιδαύρῳ, καὶ Θήβᾳ, Μεγάρων τε δάμῳ· (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 19 1:2)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 13, chapter 19 1:2)

유의어

  1. 강한

  2. 강한

  3. 거친

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION