- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νεανικός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: neanikos 고전 발음: [네아니꼬] 신약 발음: [내아니꼬]

기본형: νεανικός νεανική νεανικόν

형태분석: νεανικ (어간) + ος (어미)

어원: νεανίας

  1. 어린, 젊은, 적극적, 신선한, 활동적인, 푸른
  2. 너그러운, 급한, 충동적인, 경솔한, 성급한, 개방적인, 관대한, 자유로운
  3. 거만한, 건방진, 오만한, 까불어대는
  4. 강력한, 열정적인, 전능한
  1. youthful, fresh, active, vigorous, a fine large
  2. high-spirited, impetuous, dashing, generous, gay, the gayest, most dashing
  3. headstrong, wanton, insolent
  4. vehement, mighty
  5. vigorously
  6. violently, wantonly

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 νεανικός

어린 (이)가

νεανική

어린 (이)가

νεανικόν

어린 (것)가

속격 νεανικοῦ

어린 (이)의

νεανικῆς

어린 (이)의

νεανικοῦ

어린 (것)의

여격 νεανικῷ

어린 (이)에게

νεανικῇ

어린 (이)에게

νεανικῷ

어린 (것)에게

대격 νεανικόν

어린 (이)를

νεανικήν

어린 (이)를

νεανικόν

어린 (것)를

호격 νεανικέ

어린 (이)야

νεανική

어린 (이)야

νεανικόν

어린 (것)야

쌍수주/대/호 νεανικώ

어린 (이)들이

νεανικά

어린 (이)들이

νεανικώ

어린 (것)들이

속/여 νεανικοῖν

어린 (이)들의

νεανικαῖν

어린 (이)들의

νεανικοῖν

어린 (것)들의

복수주격 νεανικοί

어린 (이)들이

νεανικαί

어린 (이)들이

νεανικά

어린 (것)들이

속격 νεανικῶν

어린 (이)들의

νεανικῶν

어린 (이)들의

νεανικῶν

어린 (것)들의

여격 νεανικοῖς

어린 (이)들에게

νεανικαῖς

어린 (이)들에게

νεανικοῖς

어린 (것)들에게

대격 νεανικούς

어린 (이)들을

νεανικάς

어린 (이)들을

νεανικά

어린 (것)들을

호격 νεανικοί

어린 (이)들아

νεανικαί

어린 (이)들아

νεανικά

어린 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἵ τε τούτων συζυγεῖς βρόχοις ἀντὶ στεφέων τοὺς αὐχένας περιπεπλεγμένοι μετὰ ἀκμαίας καὶ νεανικῆς ἡλικίας, ἀντὶ εὐωχίας καὶ νεωτερικῆς ραθυμίας τὰς ἐπιλοίπους τῶν γάμων ἡμέρας ἐν θρήνοις διῆγον, παρὰ πόδας ἤδη τὸν ᾅδην ὁρῶντες κείμενον. (Septuagint, Liber Maccabees III 4:8)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 4:8)

  • ^ φημὶ τοίνυν δεινὰ ποιεῖν ἐνίους ἡμῶν, οἷς οὐκ ἀπόχρη θεοὺς ἐξ ἀνθρώπων αὐτοῖς γεγενῆσθαι, ἀλλ, εἰ μὴ καὶ τοὺς ἀκολούθους καὶ θεράποντας αὐτῶν ἰσοτίμους ἡμῖν ἀποφανοῦσιν, οὐδὲν μέγα οὐδὲ νεανικὸν οἰόνται εἰργάσθαι. (Lucian, Deorum concilium, (no name) 1:7)

    (루키아노스, Deorum concilium, (no name) 1:7)

  • ὁ δὲ ὁρ´μος ὄρχησίς ἐστιν κοινὴ ἐφήβων τε καὶ παρθένων, παρ ἕνα χορευόντων καὶ ὡς ἀληθῶς ὁρ´μῳ ἐοικότων καὶ ἡγεῖται μὲν ὁ ἔφηβος τὰ νεανικὰ ὀρχούμενος καὶ ὅσοις ὕστερον ἐν πολέμῳ χρήσεται, ἡ παρθένος δὲ ἕπεται κοσμίως τὸ θῆλυ χορεύειν διδάσκουσα, ὡς εἶναι τὸν ὁρ´μον ἐκ σωφροσύνης καὶ ἀνδρείας πλεκόμενον. (Lucian, De saltatione, (no name) 12:1)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 12:1)

  • καὶ γὰρ αὖ καὶ αὕτη νεανικὴ αὐτοῖς ἡ μάχη, τοῖς μὲν τέλει τὸ πᾶν περιγράφουσι, τοῖς δὲ ἀτελὲς τοῦτο εἶναι ὑπολαμβάνουσιν οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ παμπόλλους τινὰς εἶναι τοὺς κόσμους ἀπεφαίνοντο καὶ τῶν ὡς περὶ ἑνὸς αὐτῶν διαλεγομένων κατεγίνωσκον. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 8:6)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 8:6)

  • ἐκείνῳ αἱ παρθένοι ἀνήγοντο, καὶ εἴ τινες σφαγαὶ καὶ εἴ τινες καὶ χρημάτων ἀφαιρέσεις καὶ βάσανοι καὶ ὕβρεις, πάντα ταῦτα τολμήματα ἦν νεανικά. (Lucian, Tyrannicida, (no name) 5:3)

    (루키아노스, Tyrannicida, (no name) 5:3)

  • "εἶθ ὕστερον πωλουμένης τῆς αὐλητρίδος, καθάπερ ἔθος ἐστὶν ἐν τοῖς πότοις γίνεσθαι, ἐν τῷ ἀγοράζειν πάνυ νεανικὸς ἦν καὶ τῷ πωλοῦντι, ἄλλῳ τινὶ θᾶττον προσθέντι, : (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 86 1:13)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 86 1:13)

  • τῶν δὲ βαρβάρων συνηθροισμένων ἐκεῖ, καὶ πεπεισμένων κωλύειν τῆς ὑπερβολῆς τοὺς πολεμίους, ἀγὼν συνέστη νεανικός. (Polybius, Histories, book 10, chapter 31 2:1)

    (폴리비오스, Histories, book 10, chapter 31 2:1)

  • πάλιν δὲ τῶν διαβουλίων προτεθέντων ἀγὼν ἐγίνετο νεανικός: (Polybius, Histories, book 29, chapter 24 11:1)

    (폴리비오스, Histories, book 29, chapter 24 11:1)

유의어

  1. 거만한

  2. 강력한

  3. violently

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION