헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καρδίᾱ

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καρδίᾱ καρδίας

형태분석: καρδι (어간) + ᾱ (어미)

  1. 심장, 하트
  2. 마음, 정신
  3. 배, 식욕
  4. 깊이
  1. heart (as the source of emotion, love, etc.)
  2. mind
  3. stomach
  4. any hollow vessel
  5. center or inner part: pith (of wood), depth (of the sea)

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 καρδίᾱ

심장이

καρδίᾱ

심장들이

καρδίαι

심장들이

속격 καρδίᾱς

심장의

καρδίαιν

심장들의

καρδιῶν

심장들의

여격 καρδίᾱͅ

심장에게

καρδίαιν

심장들에게

καρδίαις

심장들에게

대격 καρδίᾱν

심장을

καρδίᾱ

심장들을

καρδίᾱς

심장들을

호격 καρδίᾱ

심장아

καρδίᾱ

심장들아

καρδίαι

심장들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶπεν αὐτοῖσ. μὴ φοβεῖσθε. ἐγὼ διαθρέψω ὑμᾶσ καὶ τὰσ οἰκίασ ὑμῶν. καὶ παρεκάλεσεν αὐτοὺσ καὶ ἐλάλησεν αὐτῶν εἰσ τὴν καρδίαν. (Septuagint, Liber Genesis 50:21)

    (70인역 성경, 창세기 50:21)

  • εἶπε δὲ Κύριοσ πρὸσ Μωυσῆν. πορευομένου σου καὶ ἀποστρέφοντοσ εἰσ Αἴγυπτον, ὅρα πάντα τὰ τέρατα, ἃ δέδωκα ἐν ταῖσ χερσί σου, ποιήσεισ αὐτὰ ἐναντίον Φαραώ. ἐγὼ δὲ σκληρυνῶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ, καὶ οὐ μὴ ἐξαποστείλῃ τὸν λαόν. (Septuagint, Liber Exodus 4:21)

    (70인역 성경, 탈출기 4:21)

  • ἐγὼ δὲ σκληρυνῶ τὴν καρδίαν Φαραὼ καὶ πληθυνῶ τὰ σημεῖά μου καὶ τὰ τέρατα ἐν γῇ Αἰγύπτῳ. (Septuagint, Liber Exodus 7:3)

    (70인역 성경, 탈출기 7:3)

  • καὶ ἐβάρυνε Φαραὼ τὴν καρδίαν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοῦ καιροῦ τούτου, καὶ οὐκ ἠθέλησεν ἐξαποστεῖλαι τὸν λαόν. (Septuagint, Liber Exodus 8:28)

    (70인역 성경, 탈출기 8:28)

  • ἐσκλήρυνε δὲ Κύριοσ τὴν καρδίαν Φαραώ, καὶ οὐκ εἰσήκουσεν αὐτῶν, καθὰ συνέταξε Κύριοσ. (Septuagint, Liber Exodus 9:12)

    (70인역 성경, 탈출기 9:12)

유의어

  1. 심장

  2. 마음

  3. any hollow vessel

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION