헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γύαλον

명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γύαλον

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 구멍, 굿
  2. 구멍, 굿, 굳
  3. 동굴, 구멍, 동공, 굳
  1. a hollow
  2. the hollow, a hollow vessel
  3. the hollow, a cavern, grotto
  4. vales, dales, dells

예문

  • ὦ κοίλασ πέτρασ γύαλον θερμὸν καὶ παγετῶδεσ, ὥσ σ’ οὐκ ἔμελλον ἄρ’, ὦ τάλασ, λείψειν οὐδέποτ’, ἀλλά μοι καὶ θνῄσκοντι συνείσει. (Sophocles, Philoctetes, choral, strophe 11)

    (소포클레스, 필록테테스, choral, strophe 11)

  • τὸν δ’ ὡσ οὖν ἐνόησε Λυκάονοσ ἀγλαὸσ υἱὸσ θύνοντ’ ἂμ πεδίον πρὸ ἕθεν κλονέοντα φάλαγγασ, αἶψ’ ἐπὶ Τυδεί̈δῃ ἐτιταίνετο καμπύλα τόξα, καὶ βάλ’ ἐπαί̈σσοντα τυχὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον θώρηκοσ γύαλον· (Homer, Iliad, Book 5 13:1)

    (호메로스, 일리아스, Book 5 13:1)

  • Ἰδομενεὺσ δ’ ἄρα Οἰνόμαον βάλε γαστέρα μέσσην, ῥῆξε δὲ θώρηκοσ γύαλον, διὰ δ’ ἔντερα χαλκὸσ ἤφυσ’· (Homer, Iliad, Book 13 50:6)

    (호메로스, 일리아스, Book 13 50:6)

  • Πριαμίδησ μὲν ἔπειτα κατὰ στῆθοσ βάλεν ἰῷ θώρηκοσ γύαλον, ἀπὸ δ’ ἔπτατο πικρὸσ ὀϊστόσ. (Homer, Iliad, Book 13 57:5)

    (호메로스, 일리아스, Book 13 57:5)

  • ῥῆξε δὲ θώρηκοσ γύαλον, διὰ δ’ ἔντερα χαλκὸσ ἤφυσ’· (Homer, Iliad, Book 17 31:2)

    (호메로스, 일리아스, Book 17 31:2)

유의어

  1. 구멍

  2. 구멍

  3. 동굴

  4. vales

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION