- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λαγών?

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: lagōn 고전 발음: [라곤:] 신약 발음: [라곤]

기본형: λαγών λαγόνος

형태분석: λαγων (어간)

어원: λαγαρός

  1. 옆, 측면, 옆구리
  1. the hollow on each side below the ribs, the flank, the flanks
  2. any hollow

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 λαγών

옆이

λαγόνε

옆들이

λαγόνες

옆들이

속격 λαγόνος

옆의

λαγόνοιν

옆들의

λαγόνων

옆들의

여격 λαγόνι

옆에게

λαγόνοιν

옆들에게

λαγόσι(ν)

옆들에게

대격 λαγόνα

옆을

λαγόνε

옆들을

λαγόνας

옆들을

호격 λαγών

옆아

λαγόνε

옆들아

λαγόνες

옆들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • παρανέκλινας τὰς λαγόνας σου γυναιξὶ καὶ ἐνεξουσιάσθης ἐν τῷ σώματί σου. (Septuagint, Liber Sirach 47:19)

    (70인역 성경, Liber Sirach 47:19)

  • ὁ Βράγχος ἐπὶ πέτρας καθεζόμενος ἀνέχει λαγὼν καὶ προσπαίζει τὸν κύνα, ὁ δὲ πηδησομένῳ ἐοίκεν ἐπ αὐτὸν εἰς τὸ ὕψος, καὶ Ἀπόλλων παρεστὼς μειδιᾷ τερπόμενος ἀμφοῖν καὶ τῷ παιδὶ παίζοντι καὶ πειρωμένῳ τῷ κυνί. (Lucian, De Domo, (no name) 24:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 24:2)

  • λαγόνας ἀνειμένας, ἰσχία μὴ συνδεδεμένα, κενεῶνας λαγαρούς. (Arrian, Cynegeticus, chapter 5 9:4)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 5 9:4)

  • τρίβειν δὲ τὰ μὲν νῶτα καὶ τὴν ὀσφὺν τῇ δεξιᾷ, ὑποθέντα τὴν ἀριστερὰν τῇ λαγόνι, ὡς μὴ ἐπιθλιβομένην ἄνωθεν τὴν κύνα ὀκλάζουσαν κακοπαθεῖν: (Arrian, Cynegeticus, chapter 10 2:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 10 2:1)

  • ῥήγνυνται γὰρ αὐταῖς αἱ λαγόνες. (Arrian, Cynegeticus, chapter 31 4:2)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 31 4:2)

  • καὶ περὶ λαγῶν δὲ λέλεκται, ἥτις ἡ φύσις αὐτῶν, καὶ ὅπως νέμονται καὶ ὅπου εὐνάζονται, καὶ ὅπως χρὴ μαστεύειν αὐτούς: (Arrian, Cynegeticus, chapter 1 2:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 1 2:1)

  • κράτιστοι δὲ τῶν λαγῶν οἱ ἐν τόποις περιφανέσιν καὶ ἀναπεπταμένοις τὰς εὐνὰς ἔχοντες: (Arrian, Cynegeticus, chapter 16 1:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 16 1:1)

  • ἀλλ ὡς ἢ κάπρον ἐδιώκαθές ποτ ἢ λαγών, ἢ λαμπάδα ἔδραμες, ἀνευρὼν ὅ τι νεανικώτατον. (Aristophanes, Wasps, Episode 1:26)

    (아리스토파네스, Wasps, Episode 1:26)

  • ὅθεν ἀπὸ μὲν τοῦ λαγαροῦ ἡ λαγών, ὥσπερ καὶ λάγανον, ἀπὸ δὲ τοῦ λαπάττειν λαπάρα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 64 3:2)

유의어

  1. any hollow

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION