헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κάθημαι

동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κάθημαι κάθημαι

형태분석:

  1. ~에 머무르다, 남다, 살다, 지내다
  2. 해결되다, 정착하다
  1. to be seated
  2. to be seated in court
  3. to sit still, sit quietly, sit idly, do nothing
  4. to lead a sedentary, obscure life
  5. (of people) to be settled
  6. (of things) to be set or placed

활용 정보

완료(Perfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἰδὼν Ἰοθὸρ πάντα ὅσα ποιεῖ τῷ λαῷ, λέγει. τί τοῦτο, ὃ σὺ ποιεῖσ τῷ λαῷ̣ διατί σὺ κάθησαι μόνοσ, πᾶσ δὲ ὁ λαὸσ παρέστηκέ σοι ἀπὸ πρωί̈θεν ἕωσ δείλησ̣ (Septuagint, Liber Exodus 18:14)

    (70인역 성경, 탈출기 18:14)

  • γ σύ τε αὐτὸσ ἐν σαπρίᾳ σκωλήκων κάθησαι διανυκτερεύων αἴθριοσ, (Septuagint, Liber Iob 2:12)

    (70인역 성경, 욥기 2:12)

  • ὀλίγον μὲν ὑπνοῖσ, ὀλίγον δὲ κάθησαι, μικρὸν δὲ νυστάζεισ, ὀλίγον δὲ ἐναγκαλίζῃ χερσὶ στήθη. (Septuagint, Liber Proverbiorum 6:13)

    (70인역 성경, 잠언 6:13)

  • ὥστε ἔγωγε πυθόμενοσ ὡσ ἐπὶ τοιαύτῃ θέᾳ σχολάζοισ, οὐκ ᾐδέσθην μόνον ὑπὲρ σοῦ ἀλλὰ καὶ ἠνιάθην εἰ Πλάτωνοσ καὶ Χρυσίππου καὶ Ἀριστοτέλουσ ἐκλαθόμενοσ κάθησαι τὸ ὅμοιον πεπονθὼσ τοῖσ τὰ ὦτα πτερῷ κνωμένοισ, καὶ ταῦτα μυρίων ἄλλων ὄντων ἀκουσμάτων καὶ θεαμάτων σπουδαίων, εἰ τούτων τισ δέοιτο, τῶν κυκλίων αὐλητῶν καὶ τῶν κιθάρᾳ τὰ ἔννομα προσᾳδόντων, καὶ μάλιστα τῆσ σεμνῆσ τραγῳδίασ καὶ τῆσ φαιδροτάτησ κωμῳδίασ, ἅπερ καὶ ἐναγώνια εἶναι ἠξίωται. (Lucian, De saltatione, (no name) 2:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 2:2)

  • Ἔτι γὰρ Ἀθήνησιν, ὦ μακάριε, εἶναι δοκεῖσ, ὃσ ἀμφὶ Βαβυλῶνα ἐν τῷ πεδίῳ πρὸ τῶν τειχῶν ἐν τοσούτοισ στρατιώταισ κάθησαι περὶ τοῦ πολέμου διασκοπούμενοσ; (Lucian, 60:9)

    (루키아노스, 60:9)

유의어

  1. to be seated

  2. to be seated in court

  3. 해결되다

  4. to be set or placed

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION