헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σύμφημι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σύμφημι συμφήσω συνέφησα

형태분석: συμ (접두사) + φᾱ́ (어간) + μι (인칭어미)

  1. 찬성하다, 동의하다, 승인하다, 아첨하다
  2. 수여하다, 인정하다, 굽히다, 허락하다, 허용하다, 증여하다
  3. 일치하다, 합의하다
  4. 약속하다, 다짐하다
  1. to assent, approve, agree fully
  2. to concede, agree to, grant, I grant, say yes
  3. to agree
  4. to promise

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμφῆμι

(나는) 찬성한다

συμφής

(너는) 찬성한다

συμφῆσιν*

(그는) 찬성한다

쌍수 συμφάτον

(너희 둘은) 찬성한다

συμφάτον

(그 둘은) 찬성한다

복수 συμφάμεν

(우리는) 찬성한다

συμφάτε

(너희는) 찬성한다

συμφάᾱσιν*

(그들은) 찬성한다

접속법단수 συμφῶ

(나는) 찬성하자

συμφῇς

(너는) 찬성하자

συμφῇ

(그는) 찬성하자

쌍수 συμφῆτον

(너희 둘은) 찬성하자

συμφῆτον

(그 둘은) 찬성하자

복수 συμφῶμεν

(우리는) 찬성하자

συμφῆτε

(너희는) 찬성하자

συμφῶσιν*

(그들은) 찬성하자

기원법단수 συμφαίην

(나는) 찬성하기를 (바라다)

συμφαίης

(너는) 찬성하기를 (바라다)

συμφαίη

(그는) 찬성하기를 (바라다)

쌍수 συμφαίητον

(너희 둘은) 찬성하기를 (바라다)

συμφαιήτην

(그 둘은) 찬성하기를 (바라다)

복수 συμφαίημεν

(우리는) 찬성하기를 (바라다)

συμφαίητε

(너희는) 찬성하기를 (바라다)

συμφαίησαν

(그들은) 찬성하기를 (바라다)

명령법단수 συμφᾶ

(너는) 찬성해라

συμφάτω

(그는) 찬성해라

쌍수 συμφάτον

(너희 둘은) 찬성해라

συμφάτων

(그 둘은) 찬성해라

복수 συμφάτε

(너희는) 찬성해라

συμφάντων

(그들은) 찬성해라

부정사 συμφάναι

찬성하는 것

분사 남성여성중성
συμφᾱς

συμφαντος

συμφᾱσα

συμφᾱσης

συμφαν

συμφαντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συμφάμαι

(나는) 찬성된다

συμφάσαι

(너는) 찬성된다

συμφάται

(그는) 찬성된다

쌍수 συμφάσθον

(너희 둘은) 찬성된다

συμφάσθον

(그 둘은) 찬성된다

복수 συμφάμεθα

(우리는) 찬성된다

συμφάσθε

(너희는) 찬성된다

συμφάνται

(그들은) 찬성된다

접속법단수 συμφῶμαι

(나는) 찬성되자

συμφῇ

(너는) 찬성되자

συμφῆται

(그는) 찬성되자

쌍수 συμφῆσθον

(너희 둘은) 찬성되자

συμφῆσθον

(그 둘은) 찬성되자

복수 συμφώμεθα

(우리는) 찬성되자

συμφῆσθε

(너희는) 찬성되자

συμφῶνται

(그들은) 찬성되자

기원법단수 συμφαίμην

(나는) 찬성되기를 (바라다)

συμφαῖο

(너는) 찬성되기를 (바라다)

συμφαῖτο

(그는) 찬성되기를 (바라다)

쌍수 συμφαῖσθον

(너희 둘은) 찬성되기를 (바라다)

συμφαίσθην

(그 둘은) 찬성되기를 (바라다)

복수 συμφαίμεθα

(우리는) 찬성되기를 (바라다)

συμφαῖσθε

(너희는) 찬성되기를 (바라다)

συμφαῖντο

(그들은) 찬성되기를 (바라다)

명령법단수 συμφάσο

(너는) 찬성되어라

συμφάσθω

(그는) 찬성되어라

쌍수 συμφάσθον

(너희 둘은) 찬성되어라

συμφάσθων

(그 둘은) 찬성되어라

복수 συμφάσθε

(너희는) 찬성되어라

συμφάσθων

(그들은) 찬성되어라

부정사 συμφάσθαι

찬성되는 것

분사 남성여성중성
συμφαμενος

συμφαμενου

συμφαμενη

συμφαμενης

συμφαμενον

συμφαμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνε͂φην

(나는) 찬성하고 있었다

συνε͂φης

(너는) 찬성하고 있었다

συνε͂φην*

(그는) 찬성하고 있었다

쌍수 συνέφατον

(너희 둘은) 찬성하고 있었다

συνεφάτην

(그 둘은) 찬성하고 있었다

복수 συνέφαμεν

(우리는) 찬성하고 있었다

συνέφατε

(너희는) 찬성하고 있었다

συνέφασαν

(그들은) 찬성하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεφάμην

(나는) 찬성되고 있었다

συνέφω, συνέφασο

(너는) 찬성되고 있었다

συνέφατο

(그는) 찬성되고 있었다

쌍수 συνέφασθον

(너희 둘은) 찬성되고 있었다

συνεφάσθην

(그 둘은) 찬성되고 있었다

복수 συνεφάμεθα

(우리는) 찬성되고 있었다

συνέφασθε

(너희는) 찬성되고 있었다

συνέφαντο

(그들은) 찬성되고 있었다

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνέφησα

(나는) 찬성했다

συνέφησας

(너는) 찬성했다

συνέφησεν*

(그는) 찬성했다

쌍수 συνεφήσατον

(너희 둘은) 찬성했다

συνεφησάτην

(그 둘은) 찬성했다

복수 συνεφήσαμεν

(우리는) 찬성했다

συνεφήσατε

(너희는) 찬성했다

συνέφησαν

(그들은) 찬성했다

접속법단수 συμφήσω

(나는) 찬성했자

συμφήσῃς

(너는) 찬성했자

συμφήσῃ

(그는) 찬성했자

쌍수 συμφήσητον

(너희 둘은) 찬성했자

συμφήσητον

(그 둘은) 찬성했자

복수 συμφήσωμεν

(우리는) 찬성했자

συμφήσητε

(너희는) 찬성했자

συμφήσωσιν*

(그들은) 찬성했자

기원법단수 συμφησίην

(나는) 찬성했기를 (바라다)

συμφησίης

(너는) 찬성했기를 (바라다)

συμφησίη

(그는) 찬성했기를 (바라다)

쌍수 συμφησίητον

(너희 둘은) 찬성했기를 (바라다)

συμφησιήτην

(그 둘은) 찬성했기를 (바라다)

복수 συμφησίημεν

(우리는) 찬성했기를 (바라다)

συμφησίητε

(너희는) 찬성했기를 (바라다)

συμφησίησαν

(그들은) 찬성했기를 (바라다)

명령법단수 συμφήσον

(너는) 찬성했어라

συμφησάτω

(그는) 찬성했어라

쌍수 συμφήσατον

(너희 둘은) 찬성했어라

συμφησάτων

(그 둘은) 찬성했어라

복수 συμφήσατε

(너희는) 찬성했어라

συμφησάντων

(그들은) 찬성했어라

부정사 συμφήσαι

찬성했는 것

분사 남성여성중성
συμφησᾱς

συμφησαντος

συμφησᾱσα

συμφησᾱσης

συμφησαν

συμφησαντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεφησάμην

(나는) 찬성되었다

συνεφήσω

(너는) 찬성되었다

συνεφήσατο

(그는) 찬성되었다

쌍수 συνεφήσασθον

(너희 둘은) 찬성되었다

συνεφησάσθην

(그 둘은) 찬성되었다

복수 συνεφησάμεθα

(우리는) 찬성되었다

συνεφήσασθε

(너희는) 찬성되었다

συνεφήσαντο

(그들은) 찬성되었다

접속법단수 συμφήσωμαι

(나는) 찬성되었자

συμφήσῃ

(너는) 찬성되었자

συμφήσηται

(그는) 찬성되었자

쌍수 συμφήσησθον

(너희 둘은) 찬성되었자

συμφήσησθον

(그 둘은) 찬성되었자

복수 συμφησώμεθα

(우리는) 찬성되었자

συμφήσησθε

(너희는) 찬성되었자

συμφήσωνται

(그들은) 찬성되었자

기원법단수 συμφησίμην

(나는) 찬성되었기를 (바라다)

συμφήσιο

(너는) 찬성되었기를 (바라다)

συμφήσιτο

(그는) 찬성되었기를 (바라다)

쌍수 συμφήσισθον

(너희 둘은) 찬성되었기를 (바라다)

συμφησίσθην

(그 둘은) 찬성되었기를 (바라다)

복수 συμφησίμεθα

(우리는) 찬성되었기를 (바라다)

συμφήσισθε

(너희는) 찬성되었기를 (바라다)

συμφήσιντο

(그들은) 찬성되었기를 (바라다)

명령법단수 συμφήσαι

(너는) 찬성되었어라

συμφησάσθω

(그는) 찬성되었어라

쌍수 συμφήσασθον

(너희 둘은) 찬성되었어라

συμφησάσθων

(그 둘은) 찬성되었어라

복수 συμφήσασθε

(너희는) 찬성되었어라

συμφησάσθων

(그들은) 찬성되었어라

부정사 συμφήσεσθαι

찬성되었는 것

분사 남성여성중성
συμφησαμενος

συμφησαμενου

συμφησαμενη

συμφησαμενης

συμφησαμενον

συμφησαμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • συμφησάντων δέ, Πῶσ οὖν ἀφίκεσθε, ἔφη, τοσοῦτον ἀέρα διελθόντεσ; (Lucian, Verae Historiae, book 1 11:10)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 11:10)

  • ἀνδρείᾳ μὲν γὰρ καὶ τάχει καὶ ῥώμῃ διενεγκεῖν δόξειεν ἂν καὶ ἑτέρων εἶναί τινων, ἀληθείᾳ δὲ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ μεγαλοπρεπείᾳ καὶ τῇ περὶ πάντα ταῦτα εὐσχημοσύνῃ, συμφαίη τισ ἂν τοὺσ ἀντιποιουμένουσ τὰ τοιαῦτα τιμᾶν εἰκότωσ τῶν ἄλλων διαφέρειν. (Plato, Epistles, Letter 4 5:3)

    (플라톤, Epistles, Letter 4 5:3)

  • οἶμαι γὰρ ἂν τοὺσ πολλοὺσ αὐτὸ τοῦτο ἀκούσαντασ δοκεῖν εὖ πάνυ εἰρῆσθαι εἰσ τοὺσ φιλοσοφοῦντασ ‐ καὶ συμφάναι ἂν τοὺσ μὲν παρ’ ἡμῖν ἀνθρώπουσ καὶ πάνυ ‐ ὅτι τῷ ὄντι οἱ φιλοσοφοῦντεσ θανατῶσι, καὶ σφᾶσ γε οὐ λελήθασιν ὅτι ἄξιοί εἰσιν τοῦτο πάσχειν. (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 75:1)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 75:1)

  • συνέφασαν οὖν καὶ οἱ ἄλλοι ταὐτὰ ταῦτα τῷ Χαιρεφῶντι· (Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 26:1)

    (플라톤, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 26:1)

  • συνεφάτην. (Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 80:1)

    (플라톤, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 80:1)

  • καὶ τούτου μόνου ἕνεκα οὐ σύμφημι τῷ ἐμαυτοῦ ὁμωνύμῳ, ἀλλ̓ εὑρισκόμενον μὲν ὅστισ ἴδοι τὸ θηρίον καὶ διωκόμενον καὶ μεταθεόμενον, συγχωρῶ διότι ἐπιλάθοιτο ἂν εἴ του ἐρῴη· (Arrian, Cynegeticus, chapter 16 6:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 16 6:1)

  • ἃ δὲ δὴ κράτιστα εἰρῆσθαι τῷ ἀνδρὶ δοκοῦσί τινεσ ἐπὶ τῇ τελευτῇ τοῦ λόγου, κἀγὼ σύμφημι, ταῦτα παραθεὶσ ἐπὶ τὸν Δημοσθένην τρέψομαι. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 301)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 301)

  • ἐγὼ δέ, εἰ μὲν δόξαν καὶ ἐπιθυμίαν τὴν αὐτὴν ἔχετε ἐκείνῳ, σύμφημι κοινωνήσειν, εἰ δὲ μή, βουλεύσεσθαι πολλάκισ. (Plato, Epistles, Letter 7 3:2)

    (플라톤, Epistles, Letter 7 3:2)

  • σύμφημι γὰρ ἄκοντασ ἀδικεῖν πάντασ ‐ εἰ καί τισ φιλονικίασ ἢ φιλοτιμίασ ἕνεκα ἄκοντασ μὲν ἀδίκουσ εἶναί φησιν, ἀδικεῖν μὴν ἑκόντασ πολλούσ, ὅ γ’ ἐμὸσ λόγοσ ἐκεῖνοσ ἀλλ’ οὐχ οὗτοσ ‐ τίνα οὖν αὖ τρόπον ἔγωγε συμφωνοίην ἂν τοῖσ ἐμαυτοῦ λόγοισ; (Plato, Laws, book 9 48:7)

    (플라톤, Laws, book 9 48:7)

  • σύμφημι, ἦ δ’ ὅσ. (Plato, Republic, book 3 357:1)

    (플라톤, Republic, book 3 357:1)

유의어

  1. 찬성하다

  2. 수여하다

  3. 일치하다

  4. 약속하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION