- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χῶρος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: chōros 고전 발음: [코:로] 신약 발음: [코로]

기본형: χῶρος χώρου

형태분석: χωρ (어간) + ος (어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 방, 터, 공간, 칸
  2. 집, 거주지
  3. 정거장, 정류장
  4. 지역, 땅, 국가, 구역, 지방, 영토
  5. 농장, 밭, 땅, 부동산
  1. space, room, place (in which a thing is)
  2. dwelling place
  3. locality
  4. station
  5. district, region, territory, country, land
  6. field, farm, estate
  7. northeast wind

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χῶρος

방이

χώρω

방들이

χῶροι

방들이

속격 χώρου

방의

χώροιν

방들의

χώρων

방들의

여격 χώρῳ

방에게

χώροιν

방들에게

χώροις

방들에게

대격 χῶρον

방을

χώρω

방들을

χώρους

방들을

호격 χῶρε

방아

χώρω

방들아

χῶροι

방들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἂν δέ τινας τῶν πονηρῶν λάβωσι, ταῖς Ἐρινύσι παραδόντες εἰς τὸν τῶν ἀσεβῶν χῶρον εἰσπέμπουσι κατὰ λόγον τῆς ἀδικίας κολασθησομένους. (Lucian, (no name) 8:1)

    (루키아노스, (no name) 8:1)

  • καὶ ἐπειδὴ ἐς τὸν χῶρον ἦλθεν ἔνθα οἱ Κίρκη ἐσήμηνεν καὶ ἔσκαψεν τὸν βόθρον καὶ τὰ μῆλα ἔσφαξεν, πολλῶν νεκρῶν παρεόντων, ἐν τοῖσι καὶ τῆς μητρὸς τῆς ἑωυτοῦ, τοῦ αἵματος πιεῖν ἐθελόντων οὐ πρότερον ἐπῆκεν ^ οὐδενί, οὐδὲ αὐτῇ μητρί, πρὶν Τειρεσίην γεύσασθαι καὶ ἐξαναγκάσαι εἰπεῖν οἱ τὸ μαντήιον: (Lucian, De astrologia, (no name) 24:2)

    (루키아노스, De astrologia, (no name) 24:2)

  • μῆτερ ἐμή, τίνα χῶρον ἔχεις· (Colluthus, Rape of Helen, book 1175)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 1175)

  • οἳ δ ὥς τ αἰγυπιοὶ γαμψώνυχες, ἀγκυλοχεῖλαι, πέτρῃ ἔφ ὑψηλῇ μεγάλα κλάζοντε μάχονται αἰγὸς ὀρεσσινόμου ἢ ἀγροτέρης ἐλάφοιο πίονος, ἥν τ ἐδάμασσε βαλὼν αἰζήιος ἀνὴρ ἰῷ ἀπὸ νευρῆς, αὐτὸς δ ἀπαλήσεται ἄλλῃ χώρου ἀίδρις ἐών: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 37:2)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 37:2)

  • αὐτό, ἵναπερ κάθηνται τετρακόσιοι στρατιῶται ἐπίλεκτοι, τῇ τε φύσει τοῦ χώρου ὀχυρώτατον εἶναί μοι ἔδοξεν, καὶ ἐν ἐπιτηδειοτάτῳ κεῖσθαι πρὸς ἀσφάλειαν τῶν ταύτῃ πλεόντων. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 4:1)

    (아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 9 4:1)

  • ὁ μὲν χῶρος αὐτός, ὦ Ἀνάχαρσι, γυμνάσιον ὑφ ἡμῶν ὀνομάζεται καὶ ἔστιν ἱερὸν Ἀπόλλωνος τοῦ Λυκείου. (Lucian, Anacharsis, (no name) 7:2)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 7:2)

  • ὁ μὲν χῶρος αὐτός, ἐν τῷ τὸ ἱρὸν ἵδρυται, λόφος ἐστίν, κέαται δὲ κατὰ μέσον μάλιστα τῆς πόλιος, καὶ οἱ τείχεα δοιὰ περικέαται. (Lucian, De Syria dea, (no name) 28:1)

    (루키아노스, De Syria dea, (no name) 28:1)

  • τῶν δὲ ἔρημος ὁ χῶρος γενόμενος δίψης ἀεὶ πιμπράμενος ἀνθεῖ πολλαῖς τε καὶ ἀγρίαις ἐπιθυμίαις. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 16:4)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 16:4)

  • ὅταν δ Ἀθήνας τὰς θεοδμήτους μόλῃς, χῶρός τις ἔστιν Ἀτθίδος πρὸς ἐσχάτοις ὁρ´οισι, γείτων δειράδος Καρυστίας, ἱερός, Ἁλάς νιν οὑμὸς ὀνομάζει λεώς: (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode 10:2)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode 10:2)

  • Μακραὶ δὲ χῶρός ἐστ ἐκεῖ κεκλημένος· (Euripides, Ion, episode 1:14)

    (에우리피데스, Ion, episode 1:14)

유의어

  1. 정거장

  2. 지역

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION