헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χειμών

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χειμών χειμῶνος

형태분석: χειμων (어간)

어원: v. xiw/n

  1. 겨울, 결
  2. 서리, 감기, 결빙
  3. 폭풍, 폭풍우, 소동
  4. 고통, 고난, 고생
  1. winter
  2. frost, cold
  3. storm, tempest
  4. distress, suffering

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χειμών

겨울이

χειμῶνε

겨울들이

χειμῶνες

겨울들이

속격 χειμῶνος

겨울의

χειμώνοιν

겨울들의

χειμώνων

겨울들의

여격 χειμῶνι

겨울에게

χειμώνοιν

겨울들에게

χειμῶσιν*

겨울들에게

대격 χειμῶνα

겨울을

χειμῶνε

겨울들을

χειμῶνας

겨울들을

호격 χειμών

겨울아

χειμῶνε

겨울들아

χειμῶνες

겨울들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ περὶ τὴσ ἀλιμενότητοσ τοῦ χωρίου πολλὰ ἀνέγραψεν, ὅτι ἐνταῦθα ἐκπίπτει τὰ πλοῖα χειμῶνι βιαζόμενα, καὶ οἱ Θρᾷκεσ οἱ πρόσχωροι ὅτι ὑπὲρ τῶν ναυαγίων ἐν σφίσιν διαμάχονται. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 25 3:1)

    (아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 25 3:1)

  • ιγ Περὶ τοῦ ποσάκισ δεῖ ἐν χειμῶνι ἢ θέρει σιτεῖσθαι τὰσ κύνασ. (Arrian, Cynegeticus, chapter pr15)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter pr15)

  • φέρε γάρ, εἰ ἐπιτρέψειασ ^ σὺ σεαυτῷ ναῦν ἐν θαλάττῃ καὶ χειμῶνι μὴ ἐπιστάμενοσ κυβερνᾶν, σωθείησ ἄν; (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 8:4)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 8:4)

  • τίσ τῶνδ’ ἐρυμνῶν δωμάτων ἔχει κράτοσ, ὅστισ ξένουσ δέξαιτο ποντίῳ σάλῳ κάμνοντασ ἐν χειμῶνι καὶ ναυαγίαισ; (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Episode27)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Episode27)

  • ἔφη δὲ ἀπὸ τῆσ Φάρου ἀπάραντασ οὐ πάνυ βιαίῳ πνεύματι ἑβδομαίουσ ἰδεῖν τὸν Ἀκάμαντα, εἶτα ζεφύρου ἀντιπνεύσαντοσ ἀπενεχθῆναι πλαγίουσ ἄχρι Σιδῶνοσ, ἐκεῖθεν δὲ χειμῶνι μεγάλῳ περιπεσόντασ δεκάτῃ ἐπὶ Χελιδονέασ διὰ τοῦ Αὐλῶνοσ ἐλθεῖν, ἔνθα δὴ παρὰ μικρὸν ὑποβρυχίουσ δῦναι ἅπαντασ. (Lucian, 14:4)

    (루키아노스, 14:4)

유의어

  1. 겨울

  2. 서리

  3. 폭풍

  4. 고통

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION